Με την βοήθεια των Γερμανών, οι Ιταλοί στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο έχουν καταλάβει τα Δωδεκάνησα και έχουν εγκαταστήσει μια μικρή φρουρά στην ιστορική και ακριτική Κάσο. Οι κασιώτες περήφανοι και σκληροί προσπαθούν με διάφορους τρόπους να αντιμετωπίσουν τον μεγαλύτερο εχθρό της εποχής, μεγαλύτερο και από τον κατακτητή ιταλό. Εξάλλου τους ιταλούς δεν τους έχουν και σε μεγάλη υπόληψη αλλά την πείνα όμως; Ο μικρός Μανούσος κάθε μέρα με τον πιστό του γάτο κατεβαίνουν στην παραλία και προσπαθούν μαζί να ψαρέψουν κανένα ψάρι και να κορέσουν την πείνα τους. Ο Μανούσος μοιραζόταν ότι έπιανε με τον γάτο του μα εκείνος δεν έκανε το ίδιο με τον Μανούσο, με αποτέλεσμα παρ’ όλες τις δυσκολίες της εποχής ο γάτος να είναι τετράπαχος. Από καιρό ο Μανούσος είχε ακούσει πως οι ιταλοί κυνηγούσαν τις γάτες με σκοπό να τις φάνε ή έβαζαν τα κακόμοιρα τα ζωντανά σημάδι για να εξασκηθούν στα όπλα που έτρεμαν να τα στρέψουν στους κασιώτες. Φήμες ή αλήθεια δεν γνώριζε αλλά έπρεπε να είναι πολύ προσεχτικός και ανησυχούσε για τον πιστό του φίλο. Πάνω από δέκα χρόνια ο Μανούσος και ο κάτης ήταν αχώριστοι. Μαζί στο σχολείο, στο παιχνίδι, στις σκανταλιές, και τώρα στο δύσκολο αγώνα της επιβίωσης. Κάθε βράδυ ο Μανούσος κοιμόταν αγκαλιά με τον γάτο του, και οι δύο τους σίγουρα στα όνειρα τους ονειρευόντουσαν άλλες εποχές με πλούσια γεύματα. Ο Μανούσος θα ζήσει κάποιες από αυτές ο κάτης όμως;
Ένα πρωί ο Μανούσος θα ξυπνήσει συνειδητοποιώντας πως ο
γάτος του δεν είναι στο πλευρό του. Ένας κρύος ιδρώτας μούσκεψε όλο του το κορμί.
Ο γάτος δεν πήγαινε πουθενά χωρίς τον Μανούσο. Ίσως η πείνα να τον είχε
οδηγήσει στην παραλία στο σημείο που οι δύο τους ψάρευαν κάθε μέρα το ψάρι ημών
τον επιούσιων και νικούσαν πρόσκαιρα την ανάγκη της σαρκός που δεν κάνει
διακρίσεις ούτε για άνθρωπο ούτε για γάτο, σε κάθε εποχή. Με ανάμεικτα
συναισθήματα κίνησε για την παραλία. Στο δρόμο κοιτούσε δεξιά αριστερά μήπως
από κάπου ξεφυτρώσει ο γάτος του. Πουθενά. Άφαντός. Τελευταία του ελπίδα ο μεγάλος βράχος του γιαλού το σημείο που
ψάρευαν με τον γάτο. Πάνω στον βράχο βλέπει έναν ιταλό στρατιώτη όρθιο με χιαστί
το όπλο στην πλάτη και από το πλάι διακρίνει το πρόσωπο του ιταλού να συσπάτε. Κάτι
τρώει, αναρωτήθηκε ο Μανούσος. Οι φήμες άρχισαν να του τριβελίζουν τα αυτιά. Λες
να τρώει το γάτο μου; Άρπαξε μια πέτρα και ήταν έτοιμος να την πετάξει στον
ιταλό. Ώσπου ξαφνικά ο ιταλός γύρισε προς το μέρος του Μανούσου κρατώντας στο χέρι
ένα μήλο και από την θάλασσα ακούστηκε το νιαούρισμα του γάτου. Ενστικτωδώς, η
πέτρα του έπεσε από τα χέρια στο έδαφος, δίπλα από τα χιλιομπαλωμένα παπούτσια
του. Αν πετούσε την πέτρα, αν πετύχαινε τον ιταλό, αν δεν νιαούριζε ο γάτος, αν
, αν, αν…Πολλά αν, που θα μπορούσαν να είχαν γράψει την ιστορία αλλιώς. Μη το
γελάτε. Να σας θυμίσω ότι μια μαϊμού δάγκωσε τον Βασιλιά Αλέξανδρο με θανατηφόρα
κατάληξη που ήταν ίσως και μια από τις αιτίες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Γιατί
δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι παρόμοιο και με τον γάτο του Μανούσου; Δεν έγινε
και έζησαν αρκετά χρόνια ακόμα μαζί. Ο γάτος έφυγε λίγο μετά την ενσωμάτωση των
Δωδεκανήσων στην Ελλάδα. Ο Μανούσος αρκετά χρόνια, αργότερα. Σίγουρα σε κάποια
γωνιά του Παραδείσου οι δύο παλιόφιλοι θα θυμούνται τα παλιά και θα διηγούνται όσα
δεν έτυχε να ζήσουνε μαζί, αναπληρώνοντας τον χαμένο χρόνο σε μια σχέση που
διαρκεί αιώνια…
Κώστας Ζουρδός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου