Ακούσαμε χτες,
στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία, στην Αποστολική Περικοπή το εξής : «Καθώς
είπε ο Θεός, θα κατοικήσω μέσα τους και θα περπατήσω μεταξύ τους και θα είμαι
Θεός τους και αυτοί θα είναι λαός μου». Ο Θεός στο παραπάνω απόσπασμα είναι
αρκετά σαφής. Θα κατοικήσω μέσα στο λαό, στην ψυχή του λαού και θα περπατήσω
μαζί του. Πότε η Εκκλησία ή πόσα χρόνια η Εκκλησία έχει να περπατήσει με το
λαό; Τα συσσίτια, ο γλυκός λόγος και η συμπάθεια δεν είναι συμπόρευση. Είναι
αδράνεια και απόμακρη στάση γιατί δεν αντιμετωπίζει την πηγή του προβλήματος
που είναι η αδικία με την οποία ( τους φορείς της ) πολλές φορές συμβαδίζει.
Όταν ένας κληρικός από τον άμβωνα μιλάει για τον λαό του Θεού και για την
συνοδοιπορία μαζί του, ο λόγος του με αυτό που πραγματικά ζει και βιώνει το
πλήρωμα είναι πολύ διαφορετικός. Άλλα το πλήρωμα ζει και άλλα ο κήρυκας
εκφράζει. Συνήθως με τον όρο, ο λαός του θεού, εννοούμε τον απρόσωπο όχλο. Πόσο ελεύθερος είναι ένας Ιερέας να
αμφισβητήσει τη διοικητική του αρχή; Πόσο ελεύθερος είναι ένας πιστός να εκφράσει
τη γνώμη του χωρίς κόστος; Οι απαντήσεις είναι τραγικές.
Ο κόσμος μας σήμερα χρειάζεται την παρουσία του ελεύθερου πιστού χριστιανού, που όπως ο Χριστός θα περπατήσει στη ζωή μαζί με τους ανθρώπους. Όλους τους ανθρώπους. Όσο η Εκκλησία, και όπου, πνίγη την ελευθερία των μελών της, οδεύει παγιδευμένη μέσα στην ασφυξία ενός κόσμου που εκπίπτει και εκπορνεύει το πρόσωπο της. Σε μια εποχή ρηχών συνθημάτων και επίπεδης μαζοποίησης, η Εκκλησία εκπίπτει στην στεγανότητα των πολιτικών και εκκλησιαστικών σκοπιμοτήτων και στρατεύεται επιπόλαια απορρίπτοντας τον εαυτό της. Ο πιστός λαός ( κλήρος και λαός ) αρνείται τον εαυτό του και πέφτει μέσα στη στεγανότητα μιας στυγνής ανελευθερίας γιατί αρνείται ή και φοβάται να υψώσει τη φωνή του. Φτάνουμε έτσι σε μια απώλεια του χριστιανικού ήθους ( στοιχεία του χριστιανικού ήθους είναι η ελευθερία και η αγάπη ) το οποίο αλλοιώνει τον εαυτό του και ανατρέπει την ουσία του. Ποιο χριστιανικό ήθος υπάρχει μέσα στην ανελευθερία; Πως θα περπατήσω με τον άλλον έχοντας μέσα μου υποστείλει την αλήθεια;
Ο κόσμος μας σήμερα χρειάζεται την παρουσία του ελεύθερου πιστού χριστιανού, που όπως ο Χριστός θα περπατήσει στη ζωή μαζί με τους ανθρώπους. Όλους τους ανθρώπους. Όσο η Εκκλησία, και όπου, πνίγη την ελευθερία των μελών της, οδεύει παγιδευμένη μέσα στην ασφυξία ενός κόσμου που εκπίπτει και εκπορνεύει το πρόσωπο της. Σε μια εποχή ρηχών συνθημάτων και επίπεδης μαζοποίησης, η Εκκλησία εκπίπτει στην στεγανότητα των πολιτικών και εκκλησιαστικών σκοπιμοτήτων και στρατεύεται επιπόλαια απορρίπτοντας τον εαυτό της. Ο πιστός λαός ( κλήρος και λαός ) αρνείται τον εαυτό του και πέφτει μέσα στη στεγανότητα μιας στυγνής ανελευθερίας γιατί αρνείται ή και φοβάται να υψώσει τη φωνή του. Φτάνουμε έτσι σε μια απώλεια του χριστιανικού ήθους ( στοιχεία του χριστιανικού ήθους είναι η ελευθερία και η αγάπη ) το οποίο αλλοιώνει τον εαυτό του και ανατρέπει την ουσία του. Ποιο χριστιανικό ήθος υπάρχει μέσα στην ανελευθερία; Πως θα περπατήσω με τον άλλον έχοντας μέσα μου υποστείλει την αλήθεια;
Στις μέρες μας ολοένα και περισσότερο ορθώνεται παντοδύναμος ο
μηχανισμός της ανελευθερίας στον πιο ελεύθερο χώρο όπως είναι στην
πραγματικότητα η Εκκλησία. Και αυτός ο μηχανισμός μέσα στην βίαιη του επέλαση
πάει να ισοπεδώσει οριστικά το κορμί του πιστού λαού, τον οποίο και μεταθέτει
στο κλειστό περιθώριο του κόσμου, καταδικασμένο στη σιωπή, την αδιαφορία και
την άγνοια.
Υπάρχουν κάποιες φωνές που προβάλλουν ως παράφωνη συγχορδία μέσα σε
αυτόν τον ορυμαγδό των σκοπιμοτήτων και της ανελευθερίας με τίμημα τον
προσωπικό τους αποκλεισμό. Όταν κάποιος ορθώσει την φωνή του, όταν μιλήσει για
την αλήθεια, τότε έρχεται ο στιγματισμός, το περιθώριο και η ταμπέλα. Οι ελεύθερες
φωνές οδεύουν μέσα στη βασιλεία της ερήμου, μέσα στην έσχατη μοναξιά,
αποφασισμένες να διασώσουν το χριστιανικό ήθος και τη γνησιότητα του ανθρώπου.
Μια από τις θεμελιακές εκφράσεις της αμαρτίας είναι ο μετασχηματισμός του
πλησίον σε αντικείμενο, σε πράγμα, σε ένα όν που γεμίζει αριθμητικά μόνο τις
φιλοδοξίες μας. Μέσα σ’ αυτήν την οπτική, η πνευματική ζωή, γίνεται αντικείμενο
συναλλαγών και υποδουλώνεται σ’ αυτή τη διεργασία. Ο χριστιανισμός δεν είναι
ένα σύστημα απαγορεύσεων και εντολών. Ο χριστιανισμός είναι το μήνυμα μια
καινούργιας πραγματικότητας που νικάει και καταργεί τον θάνατο και που αναγέννα
τον άνθρωπο μέσα στην ελευθερία και την αγάπη. Μια τέτοια καινούργια
πραγματικότητα υπερβαίνει όλες τις απαγορεύσεις και όλες τις ιδιαίτερες εντολές
με ένα νόμο, το νόμο της αγάπης και της ελευθερίας που δεν είναι νόμος.
Η
Εκκλησία είναι η κοινότητα του καινούργιου κόσμου. Δεν είναι η θρησκεία του
κατεστημένου, δεν είναι η αυθεντία των ιεραρχών, δεν είναι μια κοινωνική
οργάνωση. Είναι μια κοινότητα από ελεύθερα πρόσωπα που εκφράζουν μια καινούργια
πραγματικότητα, της κατάργησης του θανάτου και της αγάπης που τους συναρπάζει.
Η Εκκλησία είναι η αιωνιότητα που καταργεί το πρόσκαιρο. Ανοίγει μια καινούργια
πρόσβαση προς το Θεό, ακόμα και για εκείνους που είναι βυθισμένοι μέσα στην
απελπισία της αμαρτίας και της αμφιβολίας και δεν ξέρουν πώς να ξεφύγουν απ’ αυτή.
Και κάτι
τελευταίο για την έκφραση « πέτρα σκανδάλου». Πάντοτε υπάρχουν ορισμένοι
άνθρωποι που έρχονται στις εκκλησίες, που γι αυτούς ο χριστιανισμός δεν είναι
σκάνδαλο. Είναι ένας χώρος για να αφήσουν την προσωπική τους υπόσταση και
ευθύνη, σε άλλους. Σε αυτούς τους ανθρώπους ορισμένοι Ιερείς βρίσκουν την
παρηγοριά τους. Δημιουργούν ένα ομοιόμορφο σύστημα, χωρίς την έκφραση της
πολλαπλότητας, των ενδεχομένων κατευθύνσεων, τη χωρίς παράθυρο φυλακή. Με
παραδομένους πιστούς, με ήσυχους και καλόβολους κληρικούς, φτιάχνουμε μια
ακίνδυνη Εκκλησία, μέρος του κόσμου τούτου. Το πραγματικό σκάνδαλό είναι μια
επικίνδυνη Εκκλησία, που όπως μας το είπε το Αποστολικό Ανάγνωσμα, περπατάει
μαζί με τον λαό, αγωνίζεται δίπλα του, και συντρίβει την αδικία. Όσο
περισσότερο αποδεσμευόμαστε, απελευθερωνόμαστε από αλλοτριώσεις,
αυτοαλλοτριώσεις που επιβάλλουμε στους εαυτούς μας, από αποδεικτικές
επιχειρηματολογίες και περιοριστικές στρατεύσεις, τόσο θα προσεγγίζουμε την
αληθινή Εκκλησία.
Ο Χριστός είπε πως θα περπατήσει μαζί μας. Εμείς δεν μπορούμε
να μιλάμε στους άλλους παρά μόνο αν συμμετέχουμε σ’ αυτό που τους απασχολεί
ζώντας το πραγματικά μαζί τους, και όχι αν η συμμετοχή μας γίνεται από απλή
συγκατάβαση.
Υπάρχει ένα μονοπάτι της ελευθερίας αλλά και της μεγάλης μοναξιάς.
Είναι δύσκολο να το περπατήσει κανείς. Δεν είναι εύκολη δουλειά να ξεφύγουμε
από το γρανάζωμα μας, αν και αξίζει τις πιο γενναίες μας προσπάθειες. Και ποιος
ξέρει, σε αυτό το μονοπάτι της μοναξιάς μπορεί να μην βαδίζεις μόνος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου