Νικόλαος Κόϊος, Συντονιστής Περιεχομένου της Πεμπτουσίας
Διανύουμε μία από τις πιο πιεστικές περιόδους της μαθητικής ζωής στην χώρα μας, αυτή των πανελλαδικών εξετάσεων. Όπως διαμορφώνεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα, εδώ και δεκαετίες οι μαθητές των ελληνικών σχολείων ήδη από την πρώτη Λυκείου οργανώνονται με σκοπό την επιτυχία σε αυτές τις εξετάσεις. Σε πολλές από τις ενορίες της Εκκλησίας μας γίνονται ιδιαίτερες προσευχές, παρακλήσεις, ακόμη και αγρυπνίας προς ενίσχυση των μαθητών που δίνουν αυτόν τον σκληρό αγώνα, ο οποίος θεωρείται καθοριστικός για την μετέπειτα πορεία ολόκληρης της ζωής καθενός. Η αγωνία, όσο οι ημερομηνίες πλησιάζουν, κορυφώνεται και ο παράγων άγχος, καταλυτικός πολλές φορές εμφανίζεται ιδιαίτερα απειλητικός. Οι ειδικοί ψυχολόγοι δίνουν κάποιες ιδιαίτερα χρήσιμες συμβουλές για την διαχείριση της στρεσσογόνου αυτής κατάστασης, τόσο από μέρους των ιδίων των υποψηφίων όσο και των οικείων τους.
Η Πεμπτουσία, έχοντας στους κόλπους των αναγνωστών της πολλούς μαθητές που δίνουν τώρα τον αγώνα τους, δηλώνει συμπαραστάτης στον αγώνα τους.
Ένας φίλος και συνεργάτης της Πεμπτουσίας, πριν από καιρό μας έστειλε γραπτώς την δική του εμπειρία από τις πανελλαδικές εξετάσεις. Πιστεύουμε ότι η διήγηση της εμπειρίας του ίσως αποτελέσει μία μικρή «χείρα βοηθείας» προσφέροντας μία διαφορετική οπτική, στον συνηθισμένο τρόπο με τον οποίο οι σύγχρονοι νέοι αντιμετωπίζουν το σημαντικό αυτό γεγονός:
«Την δεκαετία του 1990 συμμετείχα στις πανελλαδικές εξετάσεις στο εξεταστικό κέντρο της Αρναίας της Χαλκιδικής μαζί με άλλους συμμαθητές μου. Η ατμόσφαιρα ήταν ιδιαίτερα φορτισμένη από το άγχος. Οι θέσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση τότε ήταν εξαιρετικά περιορισμένες ακόμη και στην τεχνολογική εκπαίδευση. Η πιθανότητα της αποτυχίας δεν είχε να κάνει μόνο με την μελλοντική πορεία της ζωής μας, αλλά επέσυρε μία αδήλωτη και σιωπηλή κατακραυγή και περιφρόνηση από οικείους, συγγενείς και γνωστούς.
Η κατάσταση αυτή περιέπλεκε περισσότερο την ήδη πιεσμένη ψυχολογία μας. Ήμασταν μία παρέα περίπου 10-12 συμμαθητών, οι οποίοι όλοι δίναμε τότε εξετάσεις στην Τρίτη δέσμη. Στην τρίτη δέσμη ανήκαν οι φιλολογικές σπουδές, η νομική, η θεολογία και η παιδαγωγική, που ήταν κοινή σε όλες τις δέσμες. Ένας από την παρέα, ο μεγαλύτερος σε ηλικία που έδινε για δεύτερη φορά, μας παρότρυνε να πάμε το απόγευμα της προπαραμονής των εξετάσεων στο παρεκκλήσι του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, στην δυτική είσοδο της Αρναίας και να κάνουμε παράκληση στον Άγιο. Στην συνείδησή μας ο Άγιος Κοσμάς ήταν προστάτης των μαθητών και των γραμμάτων ισάξιος με τους Τρεις Ιεράρχες. Πρέπει να πούμε ότι στο βιβλίο της ιστορίας δέσμης τότε, συγκαταλεγόταν μέσα στους πρωτοπόρους του ελληνικού διαφωτισμού. Το κεφάλαιο εκείνο ήταν εντός της εξεταστέας ύλης και η μνήμη του Αγίου ήταν για εμάς νωπή και εξαιτίας αυτού του παράγοντα. Η παράκληση ξεκίνησε μέσα σε μία ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και με πρόσωπα κατηφή. Όσο προχωρούσε η ώρα ήταν εμφανής η χαλάρωσή μας. Στο τέλος χωρίς να το καταλάβουμε όλοι μας χαμογελούσαμε, μέχρι και αστειευόμασταν μεταξύ μας,
Το ίδιο βράδυ δέχθηκα ένα τηλεφώνημα. Ήταν ο πνευματικός μου πατέρας από το Άγιον Όρος. Τον είχα επισκεφθεί δύο μήνες πριν τις εξετάσεις για να εξομολογηθώ και να πάρω την ευχή του. Τότε ακόμη δεν είχα μπροστά μου αυτήν την αγωνία που ζούσα εκείνες τις στιγμές.
-Πώς είσαι; Με ρώτησε με νόημα, σαν να ήξερε την αγωνία που περνούσα.
– Με την ευχή σας, καλά! Απάντησα, σαν να μην πιστεύω κι εγώ την απάντηση που έδινα.
-Έχεις αγωνία και άγχος; Ξαναρώτησε ο Γέροντας με την διάκρισή του να βγάζει από την δύσκολη θέση την νεανική μου υπερηφάνεια, η οποία δεν μου επέτρεπε να του περιγράψω την κατάστασή μου.
– Νομίζω ότι δεν προετοιμάστηκα όσο έπρεπε, αν και έχω καταβάλει αρκετή προσπάθεια. Απάντησa με έναν κόμπο στον λαιμό.
– Τί σχολές δήλωσες στο μηχανογραφικό; Η ερώτηση αυτή με ξάφνιασε και απαρίθμησα με την σειρά προτίμησα τις σχολές που είχα δηλώσει.
– Θα πετύχεις και θα περάσεις σε εκείνη την σχολή, είπε με ήρεμο λόγο δυνάμεως και παρρησίας ο Γέροντας, υποδεικνύοντάς μου την τέταρτη σχολή στην σειρά των προτιμήσεών μου. Ο Γέροντας δεν συνήθιζε να κάνει προβλέψεις και γενικότερα ο τρόπος που με αντιμετώπιζε πάντα, μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως πολύ «προσγειωμένος». Ήταν όμως τόσο δυνατός και σταθερός ο λόγος του που δεν μπόρεσα να τον αμφισβητήσω ούτε μία στιγμή.
– Να’ ναι ευλογημένο, εφ’ όσον το λέτε εσείς, με την ευχή σας! απάντησα.
– Ο Θεός και η Παναγία μαζί σου! Όταν τελειώσεις τις εξετάσεις τηλεφώνησέ μου να με ενημερώσεις.
Έτσι έκλεισε η τηλεφωνική μας συνομιλία. Πάντα χαιρόμουν όταν άκουγα τον Γέροντά μου στο τηλέφωνο. Δεν ήταν και τόσο συχνό αυτό άλλωστε. Αυτήν την φορά όμως τα αισθήματα του άγχους προσπαθούσαν να καταπνίξουν αυτήν την πηγαία χαρά. Ωστόσο μέσα μου δεν αμφισβήτησα στο παραμικρό ό,τι είπε ο Γέροντας, είχα πίστη ότι τον λόγο του τον σφραγίζει ο Θεός. Προσπάθησα και κατάφερα κατά τον βραδινό μου ύπνο να έχω στον νου μου συνεχώς τα λόγια του Γέροντός μου και την ζεστή, αρχοντική φωνή του η οποία σφράγιζε με την χροιά της την παρρησία των λόγων.
Το πρωί της πρώτης ημέρας των εξετάσεων ξύπνησα εντελώς διαφορετικός. Δεν μπορούσα να το εξηγήσω, απλά μετέβην στο εξεταστικό κέντρο. Εκεί η αγωνία και το άγχος ήταν περισσότερο από έκδηλα και κορυφώθηκαν μόλις καθίσαμε στις προκαθορισμένες θέσεις και λάβαμε τα τετράδια στα οποία θα γράφαμε. Εκείνες τις στιγμές μέχρι να έλθουν θα θέματα ήταν οι πιο ενδεικτικές της ψυχολογίας που επικρατούσε. Συσπασμένα πρόσωπα, βαθείς αναστεναγμοί, μέχρι και κάποιες συμπεριφορές στα όρια της υστερίας, ήταν διάχυτα. Ενώ περίμενα να ήμουν χειρότερα από όλους, καθότι αγχώδης από την φύση μου, εν τούτοις παρέμενα εντελώς ατάραχος εξωτερικά και με εσωτερική ηρεμία που δεν είχα ξαναζήσει.
Όταν ανακοινώθηκαν τα θέματα τα άκουσα με προσοχή και τα μετέφερα στο πρόχειρο. Για πέντε λεπτά δεν τα κοίταξα καθόλου, και κλείνοντας διακριτικά τα μάτια έκανα μία σύντομη προσευχή, ενώ τα λόγια του Γέροντός μου κατέκλυαν τον νου και την καρδιά μου.
Μόλις ξεκίνησα να γράφω τις απαντήσεις η σκέψη μου μεταφερόταν αβίαστα στο γραπτό. Το χέρι μου δεν σταματούσε, ήταν σαν να το κρατούσε κάποιος άλλος.
Οι υπόλοιπες ημέρες των εξετάσεων κύλισαν περισσότερο σαν ευχάριστες διακοπές. Με την παρέα των υπόλοιπων υποψηφίων πήγαμε στην κυριακάτικη λειτουργία στον Άγιο Στέφανο Αρναίας και κοινωνήσαμε. Τα απογεύματα μαζευόμασταν και πηγαίναμε όλοι μαζί για φαγητό, μέσα σε μια ατμόσφαιρα χαρούμενη, έως πανηγυρική θα έλεγα. Όταν τελείωσαν οι τέσσερις ημέρες των εξετάσεων είχα μία αίσθηση πληρότητας, ότι ο σκοπός για τον οποίον είχα πάει επιτεύχθηκε και μία εσωτερική πληροφορία ότι δεν θα χρειαζόταν να επαναλάβω την προσπάθεια αυτή ξανά.
Τα αποτελέσματα σφράγισαν με τρόπο απόλυτο τον λόγο του Γέροντα. Πέρασα στην σχολή που μου είχε πει. Επιτυχία είχαν και οι περισσότεροι συνυποψήφιοι από την παρέα μου εκείνον τον καιρό. Την ερχόμενη χρονιά οικείοι και γνωστοί με προέτρεπαν να ξαναδώσω εξετάσεις για σχολή η οποία θεωρούνταν ως ανώτερη και περισσότερο υποσχόμενη. Προτίμησα να παραμείνω και να περατώσω τις σπουδές μου στην σχολή που υπέδειξε ο πρώτος λόγος του Γέροντα. Το μέλλον, με όλα του τα σκαμπανεβάσματα δικαίωσε πλήρως τον λόγο του Γέροντα και την εμπιστοσύνη μου σε αυτόν.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου