Μια ηρωίδα που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς σαν σήμερα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1944
Του Κώστα Ζουρδού, Θεολόγου
Δεν ξέρω αν σας
αρέσουν τα αγάλματα. Συνήθως δεν τα προσέχουμε στις πλατείες, δεν γνωρίζουμε
την ιστορία των προσώπων που εικονίζουν, δεν καταλαβαίνουμε τις καλλιτεχνικές
και σημειολογικές αναφορές του δημιουργού τους. Ένα τέτοιο άγαλμα με
εντυπωσίαζε από παιδί. Ήταν στημένο σε μια κεντρική πλατεία του κέντρου του
Πειραιά, στην Τερψιθέα. Δεν ήταν μέρος των παιδικών μου παιχνιδιών. Σε άλλες
πλατείες έπαιζα. Αλλά όποτε περνούσα με τους γονείς μου από την πλατεία για δουλειές
πάντα η ματιά μου έπεφτε σε αυτό το μαρμάρινο κορίτσι που αγέρωχα κοιτούσε
ευθεία στον ουρανό, στο μέλλον που εκείνη ποτέ δεν θα αντικρύσει. Αλλά εκείνο
που με μαγνήτιζε ήταν ένα μαρμάρινο αρκουδάκι που είχε στα πόδια της. Τι
δουλειά είχε ένα μαρμάρινο αρκουδάκι σε ένα μνημείο;
Ήταν 5 Σεπτεμβρίου του 1944 στο Μπλοκ 15 στην πτέρυγα των μελλοθανάτων του στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και σε ένα σκοτεινό κελί μια νεαρή ψιλόλιγνη φιγούρα σε μια γωνία γράφει σε ένα μικρό κομμάτι χαρτί αποφασιστικά. Η πόρτα ανοίγει με θόρυβο και οι ανάσες όλων κόβονται. Όχι σε εκείνη. Ο φρουρός με προτεταμένο το αυτόματο όπλο βροντοφωνάζει με μίσος: «Ηρώ Κωνσταντοπούλου;». το ψιλόλιγνο κορίτσι σηκώνεται αμέσως και στο ένα της χέρι σφίγγει το χαρτί που πριν λίγο έγραφε. «Εγώ είμαι», είπε περήφανα. «Έρχομαι». Μια άλλη γυναίκα έχει σηκωθεί από την απέναντι μεριά, η Λέλα Καραγιάννη, την πλησιάζει και τις λέει με καμάρι: «Μπράβο Ηρώ μου. Έτσι πεθαίνουν οι Έλληνιδες». Την αγκάλιασε και την φίλησε για τελευταία φορά. Το κορίτσι αφήνει στο χέρι της Λέλας ένα χαρτί. Και προχωράει αγέρωχα προς την πόρτα χωρίς να γυρίσει πίσω να κοιτάξει κανέναν. Η βαριά πόρτα κλείνει. Η Λέλα σωριάζεται σε μια γωνία. Ανοίγει το χαρτί και διαβάζει: «Υπομονή και υπομονή, καρτέρι και καρτέρι, και τούτος ο Σεπτέμβρης την άνοιξη θα φέρει. Ηρώ Κωνσταντοπούλου»….
Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου του 1927 στην Αθήνα και έζησε στο Κουκάκι στην οδό Βεϊκου 57. Οι γονείς την ήταν ο Παναγιώτης και η Ελένη Κωνσταντοπούλου με συντηρητικές καταβολές και οικονομικά ευκατάστατοι. Η καταγωγή της ήταν από την Σπάρτη και από τα πρώτα παιδικά της χρόνια ήταν ένα ανήσυχο, ελεύθερο και δυναμικό πλάσμα γεμάτο αυτοπεποίθηση και διάθεση για μάθηση. Στο σχολείο διακρινόταν για την ευρυμάθεια της, γνώριζε τέσσερις γλώσσες μεταξύ των οποίον και τα Γερμανικά, το θάρρος της και τα υψηλά ιδανικά της ελευθερίας και της πατρίδας. Με την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα, η Ηρώ ήταν ενταγμένη στην ΕΠΟΝ, αποφάσισε με όποιον τρόπο μπορούσε να πολεμήσει τον Ναζισμό. Το 1942, όταν η πείνα και οι στερήσεις έζωναν την Ελλάδα η Ηρώ κάλεσε στο σπίτι της τους συμμαθητές της για να συζητήσουν για τις δυσκολίες που ζούσαν και τον τρόπο που έπρεπε να τις αντιμετωπίσουν. Πάντα ηγετική και παράτολμη η Ηρώ δεν δίσταζε να παίρνει αποφάσεις στις οποίες δεν λογάριαζε τους κινδύνους που έκρυβαν για τη ζωή της. Μέσα από την μαθητική της ποδιά έκρυβε όπλα και προκηρύξεις κατά του βάρβαρου καταχτητή και δεν φοβόταν να συνομιλεί και να κρύβει τους αντιστασιακούς αλλά και να γράφει στους δρόμους της Αθήνας συνθήματα για την ελευθερία που τόνωναν το ηθικό των Ελλήνων σε αυτή την σκληρή δοκιμασία.
Στις 16 Ιουλίου του 1944 ημέρα τον γενεθλίων της, ήταν μόλις 17 ετών, μια ομάδα των Ταγμάτων Ασφαλείας εισβάλει στο σπίτι της οικογένειας στην οδό Βεϊκου 57, την βασανίζουν και την συλλαμβάνουν. Η Ηρώ ήταν υπό στενή παρακολούθηση γιατί οι Γερμανοί είχαν μάθει για την δράση της από προδοσία και την υπόθεση της είχε αναλάβει ο Αγήνορας περιβόητος συνεργάτης των Γερμανών. Την μετέφεραν στο αρχηγείο της Γκεστάπο στην οδό Μέρλιν 6 και βασανίστηκε αλύπητα από τον ίδιο τον Αγήνορα. Ο Αγήνορας Αλέξανδρος ήταν συνεργάτης των Γερμανών με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Αρχηγός της οργάνωσης Μπούντ που σημαίνει σύνδεσμος, τα «ελληνικά Ες-Ες» και για την τύχη του μετά τον πόλεμο υπάρχουν δύο εκδοχές, η μία πως δραπέτευσε στην Βιέννη και η άλλη ότι εκτελέστηκε από αντάρτες του ΕΛΛΑΣ στη Βόρεια Ελλάδα. Οι βασανιστές δεν μπόρεσαν να αποσπάσουν καμία πληροφορία από την Ηρώ που τους αντιστεκόταν και τους έβριζε στην γλώσσα τους – ήξερε γερμανικά – κάτι που τους εξόργιζε. Με ενέργειες του Πατέρα της αποφυλακίστηκε αλλά δεν παράτησε την αντιστασιακή της δράση. Και μερικές μέρες μετά στις 31 Ιουλίου του 1944 ύστερα από την συμμετοχή της σε μια ανατίναξη τρένου που μετέφερε πυρομαχικά, συνελήφθη ξανά και οδηγήθηκε στην πτέρυγα των μελλοθανάτων του στρατόπεδο του Χαϊδαρίου.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 μαζί με 49 άλλους κρατούμενους οδηγήθηκε στο σκοπευτήριο της Καισαριανής και εκτελέστηκε αφού πρώτα έδινε κουράγιο στους συντρόφους της, αρνούμενη να φορέσει κάλυμμα για τα μάτια και βροντοφωνάζοντας ζήτω η Ελλάδα. Στο άψυχο κορμί της βρέθηκαν 17 σφαίρες όσα και τα χρόνια της, ενέργεια που έγινε σκόπιμα από τους Γερμανούς για παραδειγματισμό.
Ένα μήνα μετά, στις 12 Οκτωβρίου του 1944 η Αθήνα απελευθερώνεται από τους Γερμανούς.
Το 1975 η μητέρα της Ηρώς, Ελένη Κωνσταντοπούλου σε ειδική τελετή στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων στον Πειραιά, κατά την διάρκεια της εορτής του Αγίου Νικολάου προστάτη των Ναυτικών, επέδωσε στον Αντιναύαρχο Εγκολφόπουλο επιταγή 30.000 δραχμές για την ενίσχυση του Ναυτικού στη μνήμη της κόρης της. Τα χρήματα προέρχονταν από την πώληση του βιβλίου «Ηρώ Κωνσταντοπούλου – Δρόμος προς την θυσία». Στις 29 Δεκεμβρίου του 1977 η Ακαδημία Αθηνών τιμά την Ηρώ Κωνσταντοπούλου με μεταθανάτιο βραβείο για υπέρτατες πράξεις ήθους, αναγνωρίζοντας την θυσία της και την συμβολή της στην απελευθέρωση και την Εθνική αντίσταση.
Δεν ξέρω αν μπορεί να
πει κανείς πως έχει αγαπημένο άγαλμα. Αλλά εγώ έχω και είναι της Ηρώς στην
πλατεία της Τερφιθεάς. Όχι γιατί μου θυμίζει την ηρωική ζωή της. Όχι γιατί μου
θυμίζει τη θυσία της. Όχι γιατί της
χρωστάμε την ελευθερία μας. Όχι μόνο γι’ αυτά. Αλλά για το μαρμάρινο αρκουδάκι
που ο γλύπτης Νικόλαος Παυλόπουλος καλλιτέχνησε στα πόδια της για να μας
θυμίζει πως σαν παιδί δεν πρόλαβε να παίξει με παιχνίδια. Αλλά έδωσε τη ζωή της
για να μπορούν άλλα παιδιά τώρα να παίζουν ελεύθερα και να ανοίγουν δρόμους στα όνειρα
τους. Κάθε φορά που θα διαβαίνεται την πλατεία Τερφιθέας εκτός από όλες τις
άλλες σκέψεις αντικρίζοντας το άγαλμα της Ηρώς να σκέφτεστε πως ένα παιδί δεν
πρόλαβε στη ζωή του να παίξει. Και κάθε φορά που ένα παιδί παίζει ελεύθερα να
σκέφτεστε πως κάπου εκεί η Ηρώ απολαμβάνει τη χαρά του που εκείνη
στερήθηκε!....
* Το σπουδαίο άγαλμα του γλύπτη Νικόλαου Παπανικολάου έχει και δύο άλλες σημαντικές λεπτομέρειες με μεγάλη αξία. Η Ηρώ προτάσσει το στήθος της ζητώντας οι σφαίρες να την βρούνε στο κέντρο, στην καρδιά. Και από το λαιμό της φαίνεται ο Σταυρός της. Ο Σταυρός της θυσίας, της ελπίδας, της Ανάστασης!....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου