του Χρήστου Γιανναρά
Σχολιάστηκαν πολυμερώς και πολυτρόπως οι αποκαλύψεις των Financial Times και του πρώην υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Timothy Geithner, για τα όσα συνέβησαν τον Νοέμβριο του 2011 στις Κάννες, στη συνάντηση του G20: Πώς καθυβρίστηκε, εξευτελίστηκε και υποχρεώθηκε σε παραίτηση ο τότε ολίγιστος πρωθυπουργός της Ελλάδας, επειδή τόλμησε να εξαγγείλει δημοψήφισμα, για να κρίνει ο λαός το διαβόητο «Μνημόνιο» (τους όρους που επέβαλαν οι δανειστές για τη «σωτηρία» της χώρας).
Γυμνά και τετραχηλισμένα όλα: Το πώς αντιλαμβάνεται η ηγεσία της Ε.Ε. τη δημοκρατία. Πόσο αυτονόητο είναι για τους ευρωπαίους ηγέτες να καθαιρούν πρωθυπουργό «εταίρο» τους. Να διορίζουν στη θέση τού καθαιρεθέντος έναν τραπεζίτη εκτελεστή των εντολών τους. Να αποφασίζουν ποιος θα είναι ο επόμενος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και με ποιους όρους αλλαξοπιστίας θα γευθεί πρωθυπουργία ο κ. Σαμαράς.
Ασφαλώς και συμβαίνουν αυτά συνήθως στην πολιτική. Αλλά όχι πάντοτε. Δεν θα συνέβαιναν, αν υπήρχε στις Βρυξέλλες ένας Jacques Delors και στο Βερολίνο ένας Helmut Schmidt. Δεν συνέβησαν, όταν στην Ισλανδία ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Olafur Grimsson αρνήθηκε να υπογράψει «Μνημόνιο» και απαίτησε δημοψήφισμα, για να κρίνει και αποφανθεί ο λαός. Η Ιστορία είναι συνάρτηση της ανθρώπινης ποιότητας (όσο κι αν αυτή η ρεαλιστικότατη πιστοποίηση εκνευρίζει την ιστορικο-υλιστική μυωπία). Και η ποιότητα στην εξουσία είναι συνάρτηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας σε μια κοινωνία – συνάρτηση της επίγνωσης ότι η δημοκρατία είναι άθλημα, όχι συνταγή, στόχος προς κατάκτηση, όχι σύμβαση κατεργαραίων.
Θα ήθελα να παρακαλέσω τον αναγνώστη αυτών των γραμμών να ενεργοποιήσει τη φαντασία του, προτού προσέλθει σήμερα στην κάλπη για να ψηφίσει. Δεν είναι δύσκολο να συγκροτήσει με τη φαντασία του, υποθετικά αλλά καθόλου αυθαίρετα, την εικόνα που είχαν για την Ελλάδα οι ευρωπαίοι ηγέτες, όταν καθαιρούσαν τον ελλαδίτη πρωθυπουργό και διόριζαν (με μεθοδευμένη την προσχηματική διαδικασία) πειθήνιους διαχειριστές των συμφερόντων τους στα καίρια πόστα του συστήματος εξουσίας. Ποιαν εικόνα για την ελλαδική κοινωνία είχαν στον νου τους.
Αποκλείεται να αγνοούσαν ότι επρόκειτο για μια χώρα με εξωφρενικό, κυριολεκτικά παρανοϊκόν υπερδανεισμό. Οτι τα εξωφρενικά δάνεια, όπως και το μεγαλύτερο μέρος των «πακέτων» βοήθειας από την Ε.Ε. για την «οικονομική σύγκλιση» των χωρών-μελών, τα χρησιμοποιούσαν στην Ελλάδα τα κόμματα εξουσίας για να συντηρούν το «πελατειακό κράτος», δηλαδή για να εξαγοράζουν, ωμά και χυδαία, ψήφους: Να μοιράζουν επιδοτήσεις για ανύπαρκτες ή καταδικασμένες από την αγορά καλλιέργειες, συντάξεις για ανύπαρκτη προϋπηρεσία ή αναπηρία, διορισμούς στο δημόσιο, κατά εκατοντάδες χιλιάδες, σε θέσεις αργομισθίας.
Αποκλείεται να αγνοούσαν οι ευρωπαίοι ηγέτες την έκταση λωποδυσίας του κοινωνικού χρήματος στην κομματοκρατούμενη Ελλάδα, τους επώνυμους και διεθνώς διασυρμένους, από τους οποίους μόνο ένας, σε ρόλο αποδιοπομπαίου τράγου ή εξιλαστηρίου θύματος, βρίσκεται στη φυλακή, αν και παρατρίχα πρωθυπουργός. Με νομικό εφεύρημα την έγκαιρη «παραγραφή» (πιο πρόστυχο τέχνασμα δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί πολιτικό σύστημα), η κομματοκρατία ταυτίστηκε στην Ελλάδα με την κλεπτοκρατία. Οι λωποδύτες πολιτικοί φυσικά και προχώρησαν στη «διαπλοκή» με λωποδύτες εργολήπτες και προμηθευτές του δημοσίου, καναλάρχες, εκδότες κατακίτρινου Τύπου, εταιρείες επαγγελματικού «αθλητισμού» – η χώρα κυριολεκτικά κυριαρχήθηκε από την ευτελέστερη δυνατή ανθρώπινη ποιότητα.
Εικόνα μιας κοινωνίας αυτοκαταδικασμένης στην περιθωριοποίηση, στον διεθνή χλευασμό, στιγματισμένης για τον πολιτικό πρωτογονισμό της. Είχε διαφημιστεί στην υφήλιο ποιο μεγάλο φαγοπότι στήθηκε στην Ελλάδα, δήθεν για να προβληθεί η χώρα, με τους «Ολυμπιακούς» του 2004, τι όργιο καταλήστευσης του δημόσιου χρήματος σήμαιναν οι κάθε τόσο «αγορές του αιώνα» δήθεν για αμυντικούς εξοπλισμούς. Οι χαρακτηρισμοί και οι κρίσεις που κυκλοφορούσαν στον διεθνή Τύπο δεν ήταν ανεύθυνη ρητορεία, είχαν πίσω τους τεκμήρια, μετρήσεις, επίσημα στοιχεία. Κατοχυρωμένο παράδειγμα: Υποψήφιοι βουλευτές, με σοβαρές πιθανότητες υπουργοποίησης, δαπανούσαν για την επανεκλογή τους ποσά που ξεπερνούσαν κατά πολύ το σύνολο των αποδοχών ενός βουλευτή σε μια τετραετία. Τα ίδια τα κόμματα εξουσίας δαπανούσαν για τις εκλογές καταμετρημένα ποσά πολύ μεγαλύτερα από την επιχορήγηση που επισήμως εισέπρατταν. Χωρίς ποτέ να επέμβει εισαγγελέας για το «πόθεν έσχον» βουλευτές και κόμματα.
Η εικόνα που είχαν το 2011 και έχουν ώς σήμερα για την Ελλάδα τα ανά τον κόσμο κέντρα διεθνών αποφάσεων (πολιτικής, οικονομίας, γεωστρατηγικής) είναι εικόνα (χιλιομαρτυρημένη στον διεθνή Τύπο και απερίφραστη σε πολλές δημόσιες δηλώσεις) ολοκληρωτικής σήψης του πολιτικού συστήματος και απόλυτης διάλυσης της δημόσιας διοίκησης. Την υποτυπώδη λειτουργία κράτους και πολιτικών θεσμών τη συντηρούν τα συμφέροντα «νταβατζήδων» και συντεχνιών, για «ίδιον όφελος». Είναι αδιανόητη η έννοια (και πολύ περισσότερο η αίσθηση) «δημοσίου συμφέροντος».
Δεν υπάρχει στην Ελλάδα πολιτική Αριστερά, δηλαδή κόμμα με κοινωνιοκεντρικούς στόχους. Ακούσατε ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ (ή τις κωμικές αποφύσεις τους) να αντιμάχονται το πελατειακό κράτος, να ζητάνε απολύσεις των κομματικά διορισμένων, να απαιτούν αξιοκρατία και υψηλό επίπεδο υπηρεσιών, να αγωνίζονται για εντατικοποίηση των σπουδών, για άμιλλα και αριστεία, για ενεργό ετερότητα μετοχής στο διεθνές γίγνεσθαι; «Αριστερά» στην Ελλάδα ονομάζεται η πειθήνια στράτευση στα συμφέροντα συντεχνιών και στο κυνήγι της εξουσίας, όχι η πολιτική που αποτιμά το γεγονός της κοινωνίας των σχέσεων υπέρτερο της ατομοκεντρικής κατασφάλισης. Απήχημα και ομοίωμα η ελλαδική Αριστερά, έστω και «φιλευρωπαϊκή», του σοβιετικού μοντέλου: της άρνησης του κοινωνικού αθλήματος ελευθερίας για χάρη της μηχανιστικής «γενικής» ωφελιμότητας ενός κρατικού καπιταλισμού θεμελιωμένου στο φριχτό μακέλεμα και στον εφιαλτικό βασανισμό εκατομμυρίων ανθρώπων.
Αν υπάρχει ελπίδα να βγούμε κάποτε οι Ελληνες από τον δυσώδη υπόνομο της καταστροφής και της ντροπής, όπου μας βύθισε η κομματοκρατία, θα είναι μόνο αν, μια κρίσιμη κοινωνική μάζα, συνειδητοποιήσει την εικόνα της Ελλάδας, ακόμα σήμερα, στο διεθνές πεδίο. Καθόλου διαφορετική από αυτήν του 2011, αφού το πολιτικό σύστημα είναι απαράλλαχτα το ίδιο, τα πρόσωπα που διεκδικούν την εξουσία τα ίδια, μόνο η κρατική μηχανή απροσμέτρητα πιο αποσυντεθειμένη, κατεστραμμένη.
Ολος ο πλανήτης καταλαβαίνει ότι τα πρόσωπα είναι τα ίδια και αμετανόητα, μόνο εμείς, οι ιθαγενείς στη συμφορά, δεν αντέχουμε να το παραδεχτούμε. Φαντασιωνόμαστε ότι ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Τσίπρας, ο Κουβέλης ή τα κωμικά αποσπόρια τους μπορούν να επανορθώσουν σήμερα την αβυσσαλέα καταστροφή που οι ίδιοι αυτούργησαν ή στην οποία συνέργησαν.
Δεν αντέχουμε ούτε τη μνήμη ούτε την κρίση.
Σχολιάστηκαν πολυμερώς και πολυτρόπως οι αποκαλύψεις των Financial Times και του πρώην υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Timothy Geithner, για τα όσα συνέβησαν τον Νοέμβριο του 2011 στις Κάννες, στη συνάντηση του G20: Πώς καθυβρίστηκε, εξευτελίστηκε και υποχρεώθηκε σε παραίτηση ο τότε ολίγιστος πρωθυπουργός της Ελλάδας, επειδή τόλμησε να εξαγγείλει δημοψήφισμα, για να κρίνει ο λαός το διαβόητο «Μνημόνιο» (τους όρους που επέβαλαν οι δανειστές για τη «σωτηρία» της χώρας).
Γυμνά και τετραχηλισμένα όλα: Το πώς αντιλαμβάνεται η ηγεσία της Ε.Ε. τη δημοκρατία. Πόσο αυτονόητο είναι για τους ευρωπαίους ηγέτες να καθαιρούν πρωθυπουργό «εταίρο» τους. Να διορίζουν στη θέση τού καθαιρεθέντος έναν τραπεζίτη εκτελεστή των εντολών τους. Να αποφασίζουν ποιος θα είναι ο επόμενος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και με ποιους όρους αλλαξοπιστίας θα γευθεί πρωθυπουργία ο κ. Σαμαράς.
Ασφαλώς και συμβαίνουν αυτά συνήθως στην πολιτική. Αλλά όχι πάντοτε. Δεν θα συνέβαιναν, αν υπήρχε στις Βρυξέλλες ένας Jacques Delors και στο Βερολίνο ένας Helmut Schmidt. Δεν συνέβησαν, όταν στην Ισλανδία ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Olafur Grimsson αρνήθηκε να υπογράψει «Μνημόνιο» και απαίτησε δημοψήφισμα, για να κρίνει και αποφανθεί ο λαός. Η Ιστορία είναι συνάρτηση της ανθρώπινης ποιότητας (όσο κι αν αυτή η ρεαλιστικότατη πιστοποίηση εκνευρίζει την ιστορικο-υλιστική μυωπία). Και η ποιότητα στην εξουσία είναι συνάρτηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας σε μια κοινωνία – συνάρτηση της επίγνωσης ότι η δημοκρατία είναι άθλημα, όχι συνταγή, στόχος προς κατάκτηση, όχι σύμβαση κατεργαραίων.
Θα ήθελα να παρακαλέσω τον αναγνώστη αυτών των γραμμών να ενεργοποιήσει τη φαντασία του, προτού προσέλθει σήμερα στην κάλπη για να ψηφίσει. Δεν είναι δύσκολο να συγκροτήσει με τη φαντασία του, υποθετικά αλλά καθόλου αυθαίρετα, την εικόνα που είχαν για την Ελλάδα οι ευρωπαίοι ηγέτες, όταν καθαιρούσαν τον ελλαδίτη πρωθυπουργό και διόριζαν (με μεθοδευμένη την προσχηματική διαδικασία) πειθήνιους διαχειριστές των συμφερόντων τους στα καίρια πόστα του συστήματος εξουσίας. Ποιαν εικόνα για την ελλαδική κοινωνία είχαν στον νου τους.
Αποκλείεται να αγνοούσαν ότι επρόκειτο για μια χώρα με εξωφρενικό, κυριολεκτικά παρανοϊκόν υπερδανεισμό. Οτι τα εξωφρενικά δάνεια, όπως και το μεγαλύτερο μέρος των «πακέτων» βοήθειας από την Ε.Ε. για την «οικονομική σύγκλιση» των χωρών-μελών, τα χρησιμοποιούσαν στην Ελλάδα τα κόμματα εξουσίας για να συντηρούν το «πελατειακό κράτος», δηλαδή για να εξαγοράζουν, ωμά και χυδαία, ψήφους: Να μοιράζουν επιδοτήσεις για ανύπαρκτες ή καταδικασμένες από την αγορά καλλιέργειες, συντάξεις για ανύπαρκτη προϋπηρεσία ή αναπηρία, διορισμούς στο δημόσιο, κατά εκατοντάδες χιλιάδες, σε θέσεις αργομισθίας.
Αποκλείεται να αγνοούσαν οι ευρωπαίοι ηγέτες την έκταση λωποδυσίας του κοινωνικού χρήματος στην κομματοκρατούμενη Ελλάδα, τους επώνυμους και διεθνώς διασυρμένους, από τους οποίους μόνο ένας, σε ρόλο αποδιοπομπαίου τράγου ή εξιλαστηρίου θύματος, βρίσκεται στη φυλακή, αν και παρατρίχα πρωθυπουργός. Με νομικό εφεύρημα την έγκαιρη «παραγραφή» (πιο πρόστυχο τέχνασμα δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί πολιτικό σύστημα), η κομματοκρατία ταυτίστηκε στην Ελλάδα με την κλεπτοκρατία. Οι λωποδύτες πολιτικοί φυσικά και προχώρησαν στη «διαπλοκή» με λωποδύτες εργολήπτες και προμηθευτές του δημοσίου, καναλάρχες, εκδότες κατακίτρινου Τύπου, εταιρείες επαγγελματικού «αθλητισμού» – η χώρα κυριολεκτικά κυριαρχήθηκε από την ευτελέστερη δυνατή ανθρώπινη ποιότητα.
Εικόνα μιας κοινωνίας αυτοκαταδικασμένης στην περιθωριοποίηση, στον διεθνή χλευασμό, στιγματισμένης για τον πολιτικό πρωτογονισμό της. Είχε διαφημιστεί στην υφήλιο ποιο μεγάλο φαγοπότι στήθηκε στην Ελλάδα, δήθεν για να προβληθεί η χώρα, με τους «Ολυμπιακούς» του 2004, τι όργιο καταλήστευσης του δημόσιου χρήματος σήμαιναν οι κάθε τόσο «αγορές του αιώνα» δήθεν για αμυντικούς εξοπλισμούς. Οι χαρακτηρισμοί και οι κρίσεις που κυκλοφορούσαν στον διεθνή Τύπο δεν ήταν ανεύθυνη ρητορεία, είχαν πίσω τους τεκμήρια, μετρήσεις, επίσημα στοιχεία. Κατοχυρωμένο παράδειγμα: Υποψήφιοι βουλευτές, με σοβαρές πιθανότητες υπουργοποίησης, δαπανούσαν για την επανεκλογή τους ποσά που ξεπερνούσαν κατά πολύ το σύνολο των αποδοχών ενός βουλευτή σε μια τετραετία. Τα ίδια τα κόμματα εξουσίας δαπανούσαν για τις εκλογές καταμετρημένα ποσά πολύ μεγαλύτερα από την επιχορήγηση που επισήμως εισέπρατταν. Χωρίς ποτέ να επέμβει εισαγγελέας για το «πόθεν έσχον» βουλευτές και κόμματα.
Η εικόνα που είχαν το 2011 και έχουν ώς σήμερα για την Ελλάδα τα ανά τον κόσμο κέντρα διεθνών αποφάσεων (πολιτικής, οικονομίας, γεωστρατηγικής) είναι εικόνα (χιλιομαρτυρημένη στον διεθνή Τύπο και απερίφραστη σε πολλές δημόσιες δηλώσεις) ολοκληρωτικής σήψης του πολιτικού συστήματος και απόλυτης διάλυσης της δημόσιας διοίκησης. Την υποτυπώδη λειτουργία κράτους και πολιτικών θεσμών τη συντηρούν τα συμφέροντα «νταβατζήδων» και συντεχνιών, για «ίδιον όφελος». Είναι αδιανόητη η έννοια (και πολύ περισσότερο η αίσθηση) «δημοσίου συμφέροντος».
Δεν υπάρχει στην Ελλάδα πολιτική Αριστερά, δηλαδή κόμμα με κοινωνιοκεντρικούς στόχους. Ακούσατε ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ (ή τις κωμικές αποφύσεις τους) να αντιμάχονται το πελατειακό κράτος, να ζητάνε απολύσεις των κομματικά διορισμένων, να απαιτούν αξιοκρατία και υψηλό επίπεδο υπηρεσιών, να αγωνίζονται για εντατικοποίηση των σπουδών, για άμιλλα και αριστεία, για ενεργό ετερότητα μετοχής στο διεθνές γίγνεσθαι; «Αριστερά» στην Ελλάδα ονομάζεται η πειθήνια στράτευση στα συμφέροντα συντεχνιών και στο κυνήγι της εξουσίας, όχι η πολιτική που αποτιμά το γεγονός της κοινωνίας των σχέσεων υπέρτερο της ατομοκεντρικής κατασφάλισης. Απήχημα και ομοίωμα η ελλαδική Αριστερά, έστω και «φιλευρωπαϊκή», του σοβιετικού μοντέλου: της άρνησης του κοινωνικού αθλήματος ελευθερίας για χάρη της μηχανιστικής «γενικής» ωφελιμότητας ενός κρατικού καπιταλισμού θεμελιωμένου στο φριχτό μακέλεμα και στον εφιαλτικό βασανισμό εκατομμυρίων ανθρώπων.
Αν υπάρχει ελπίδα να βγούμε κάποτε οι Ελληνες από τον δυσώδη υπόνομο της καταστροφής και της ντροπής, όπου μας βύθισε η κομματοκρατία, θα είναι μόνο αν, μια κρίσιμη κοινωνική μάζα, συνειδητοποιήσει την εικόνα της Ελλάδας, ακόμα σήμερα, στο διεθνές πεδίο. Καθόλου διαφορετική από αυτήν του 2011, αφού το πολιτικό σύστημα είναι απαράλλαχτα το ίδιο, τα πρόσωπα που διεκδικούν την εξουσία τα ίδια, μόνο η κρατική μηχανή απροσμέτρητα πιο αποσυντεθειμένη, κατεστραμμένη.
Ολος ο πλανήτης καταλαβαίνει ότι τα πρόσωπα είναι τα ίδια και αμετανόητα, μόνο εμείς, οι ιθαγενείς στη συμφορά, δεν αντέχουμε να το παραδεχτούμε. Φαντασιωνόμαστε ότι ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Τσίπρας, ο Κουβέλης ή τα κωμικά αποσπόρια τους μπορούν να επανορθώσουν σήμερα την αβυσσαλέα καταστροφή που οι ίδιοι αυτούργησαν ή στην οποία συνέργησαν.
Δεν αντέχουμε ούτε τη μνήμη ούτε την κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου