ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Το μάταιο κάθε καταγγελίας, το ατελέσφορο της διαμαρτυρίας παγιώνουν την παθητικότητα των πολιτών. Εχουμε όλοι πεισθεί ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Επομένως, περιττεύει κάθε προσπάθεια. Αρκετά χρόνια πριν από τη χρεοκοπία, την επιτρόπευση, τη δίχως προσχήματα υποδούλωση της χώρας στους δανειστές της, ήταν προκλητικά φανερή η κοινωνική μας αποσύνθεση και κρατική διάλυση. Οι επιφάσεις του τάχα και πολιτικού συστήματος υπηρετούσαν μόνο τη συντήρηση ψευδαισθητικών εντυπώσεων, όχι κοινωνικές ανάγκες και στοχεύσεις. Η παντομίμα της «δημοκρατίας» κάλυπτε την ωμή και χυδαία καταλήστευση του κράτους από τον υπόκοσμο της καμαρίλας των κομμάτων. Η τσοχατζοπούλεια εκδοχή διαχείρισης της εξουσίας ήταν ο κανόνας για ολόκληρο το πολιτικό προσωπικό της χώρας – αν υπήρχαν εξαιρέσεις, βαρύνονται με την ενοχή της ειδεχθούς κακουργίας, επειδή, ενώ ήξεραν, σιωπούσαν. Η διαφθορά και σήψη των κομμάτων έγινε αχαλίνωτη και ακατανίκητη, όταν προσέλαβε τη δυναμική της γάγγραινας, με τη «διαπλοκή»: Δηλαδή, όταν η εξέλιξη της τεχνολογίας όπλισε την κομματική εξουσιολαγνεία με τη δυνατότητα να φαμπρικάρει «κροίσους» προσφέροντας αναθέσεις δημόσιων έργων και προμηθειών του Δημοσίου. Και να παραχωρεί σε ιδιώτες την εξουσία πλύσης εγκεφάλου των μαζών με εμπορικά ΜΜΕ.
Μέσα σε ελάχιστα χρόνια τα τηλεοπτικά κανάλια μετάλλαξαν ριζικά την ελλαδική κοινωνία: Εκβαρβάρωσαν τη γλώσσα, μείωσαν δραματικά την εκφραστική της δυναμική και αλλοίωσαν βάναυσα την αισθητική της, την ευφωνία της. Το στραπατσάρισμα της γλώσσας έχει πάντα συνέπειες στη νοο-τροπία (τρόπο-του-νοείν), συνέπειες στη συμπεριφορά, στα γούστα, στις προτιμήσεις και αξιολογικές αποτιμήσεις. Προγραμματικός στόχος της εμπορικής τηλεόρασης είναι να διεγείρει στον τηλεθεατή και να οξύνει τις καταναλωτικές του ορέξεις, να τον κάνει ευάλωτο από τις εντυπώσεις, εύπιστον αποδέκτη της εικονικής πραγματικότητας. Και, οπωσδήποτε, αποδεσμευμένον από εθνικές και πατριωτικές «προκαταλήψεις», αναστολές καλλιέργειας και ήθους.
Γνωστές και χιλιοειπωμένες αυτές οι διαπιστώσεις, ποιος ο λόγος να τις επαναλαμβάνουμε; Ακριβώς επειδή η επίμονη επανάληψη είναι η μάχη που δίνουμε οι πολίτες για να σώσουμε την ανθρωπιά μας, τα όποια μέτρα ή κριτήρια ποιότητας στη ζωή μας. Το κυριότερο όπλο των έχθιστων αντιπάλων μας, επαγγελματιών της εξουσίας και κερδεμπόρων της τηλεθέασης, είναι ο δικός μας εφησυχασμός, η απογοήτευση και παραίτησή μας, ο συμβιβασμός μας με τη «μοίρα» μας, η παραδοχή ότι «δεν γίνεται τίποτα», «πάντα έτσι ήταν», οι δυνάστες μας «έχουν και το μαχαίρι και το πεπόνι».
Οι δημοσκοπήσεις είναι ίσως ένας δείκτης αντίστασης, όταν οι δημοσκοπούμενοι πολίτες αρνούνται να δώσουν αυτοδυναμία σε κάποιον από τους εμπαίκτες μας. Αλλά αυτό δεν αρκεί, δεν δηλώνει την επίγνωση του εμπαιγμού που συνεχίζεται αμείωτος τόσο από τους κυβερνώντες όσο και από την αντιπολίτευση. Εμφάνισε ποτέ η Ν.Δ. συγκεκριμένο προγραμματισμό (όχι ρητορικές αοριστίες και γενικόλογες επαγγελίες) για ριζικά καινούργιο ασφαλιστικό σύστημα; Μίλησε ποτέ για εξ υπαρχής σχεδιασμό της οργάνωσης και λειτουργίας κάθε υπουργείου; Δεσμεύτηκε ποτέ με συγκεκριμένη επαγγελία μέτρων για την απαλλαγή της κοινωνίας από τον καθημερινό εφιάλτη του παρακράτους των Εξαρχείων; Ψέλλισε έστω ποτέ κάποια πρόταση διαχείρισης της οικονομίας διαφορετική από τις προκρούστειες μεθόδους της διεθνούς τοκογλυφίας;
Ο κ. Μητσοτάκης μοιάζει ένα τυπικό προϊόν του ολοκληρωτισμού των ΜΜΕ, ένας διαχειριστής εντυπώσεων παγιδευμένος από τους διαφημιστές στην κοινοτοπία. Η Ν.Δ. δεν παράγει πολιτική, δεν παρήγαγε ποτέ πολιτική, επαγγελλόταν πάντοτε κατορθώματα διαχειριστικής πρακτικής. Διότι δεν είχε ποτέ κοινωνική πρόταση, κάποιον στόχο διαφορετικόν από τα σκοπούμενα του Ιστορικού Υλισμού. Οι επιφάσεις «πατριωτισμού» ή εμμονής σε παραδοσιακές «αξίες» έκαναν εναργέστερο το τραγικό κενό απουσίας κριτηρίου ποιότητας ή «νοήματος» της ύπαρξης και της συνύπαρξης, διαφορετικού από τον καταναλωτισμό.
Την περασμένη Κυριακή διακόσιες τόσες χιλιάδες Ελλαδίτες πήγαν εθελοντικά στην κάλπη, να βεβαιώσουν τη νοσταλγία τους για το «αυθεντικό» ΠΑΣΟΚ. Η όποια απογοήτευση ή και απόγνωση για το ποσοστό εμμονής στη νοσταλγία τόσης διαφθοράς και ανικανότητας μετριάζεται, αν σκεφθεί κανείς τις τετρακόσιες τόσες χιλιάδες Ελλαδιτών που στις τελευταίες εκλογές έφεραν τρίτο κόμμα στη Βουλή τη «Χρυσή Αυγή». Η ντροπή ή και ο φόβος γι’ αυτά τα συμπτώματα έσχατου παρακμιακού αμοραλισμού, ας ευχηθούμε να αφυπνίσουν από τον επιθανάτιο λήθαργο κάποιους ευφυείς και ανιδιοτελείς (αν υπάρχουν) στο κόμμα της Ν.Δ.
Επιβιώνει ένα ποσοστό πολιτών στην ελλαδική κοινωνία που δεν είχε ποτέ τη δυνατότητα να καταμετρηθεί ως πολιτική δύναμη. Θα τους εξέφραζε ένα κόμμα πατριωτικό. Που να καταλαβαίνει τον ελληνικό πατριωτισμό ως κοσμοπολιτισμό, όχι επαρχιώτικο εθνικισμό. Με μετοχή στην Ε.Ε. που να συνιστά δημιουργική ετερότητα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και όχι εξευτελιστική ζητιανιά. Πατριωτισμό ταυτισμένον με την προτεραιότητα της καλλιέργειας, δηλαδή της γλώσσας, της ιστορικής συνείδησης, της αριστείας, της ποιότητας, των επιστημονικών επιδόσεων, επομένως των ουσιαστικών προϋποθέσεων για μετοχή στην πρωτοπορία του ουσιαστικού εκσυγχρονισμού, όχι του παλιμβαρβαρισμού της «γκλαμουριάς».
Θα τολμήσει τη μετονομασία και μεταστοιχείωσή της η Ν.Δ.; Θα ελευθερωθεί από την ευτελισμένη διαχειριστική αμβλυωπία της; Καμιά ελπίδα στον ορίζοντα.
Πηγή: www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου