Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Οἱ Ἅγιοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Χθές καί σήμερα.

Διάλεξη τοῦ π. Παταπίου πού δόθηκε τήν Κυριακή 26 Μαΐου στό Μέγαρο Πολιτισμοῦ τῆς πόλεως Arad τῆς Τρανσυλβανίας τῆς Ρουμανίας στό πλαίσιο τοῦ διεθνοῦς φεστιβάλ ὀρθόδοξης πνευματικότητας καί τέχνης Arta Sacra «Φιλοκαλία»
   ν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὑπάρχουν στόν κόσμο τόποι, πού ἡ ὀμορφιά καί ἡ ἀκτινοβολία τους μποροῦν νά προξενήσουν στόν ἄνθρωπο ἐνθουσιασμό καί δέος καί νά τόν ὁδηγήσουν στήν πνευματική ἀνάταση, τότε σίγουρα τό Ἅγιον Ὄρος κατέχει ἀνάμεσά τους περίοπτη θέση.
    Τό Ἅγιον Ὄρος τό στολίζουν βέβαια ὅλες οἱ ὀμορφιές τῆς φύσεως, πού ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπλόχερα σκόρπισε σ᾿ αὐτό, ὡς ἄλλον Παράδεισο. Τό κοσμοῦν ἐπίσης τά περικαλλῆ ἱερά μοναστήρια, οἱ σκῆτες καί τά κελλιά μέ τήν ἐξαίσια καί τήν ἀπόλυτα ἰσορροπημένη μέ τό φυσικό περιβάλλον ἀρχιτεκτονική τους καθώς καί τά μεγάλης ἀξίας κειμήλια, ἱερά λείψανα καί ἄλλα ἀφιερώματα πού εἶναι ἀποθησαυρισμένα σ᾿ αὐτά. Τό κοσμοῦν, ὅλ᾿ αὐτά, κάνοντάς το νά μοιάζει σάν ἄλλος οὐρανός, μέ τήν λαμπρότητά τους.
 
      Περισσότερο ὅμως ἀπ᾿ αὐτά, τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, ὅπως ἀποκαλεῖ ὁ πιστός ἑλληνικός λαός τό Ἅγιον Ὄρος, καυχᾶται, ἀγάλλεται, λαμπρύνεται καί μεγαλύνεται γιά τούς ἐνάρετους καί ἅγιους ἄνδρες πού ἀσκήθηκαν σ᾿ αὐτό, σέ διάφορους καιρούς καί χρόνους. Γιά τούς Ἁγίους του! Γιατί ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ἀθωνικῆς ἱστορίας, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν προστασία τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ἔλαμψαν σ᾿ αὐτό, ἁγιώτατοι καί θαυμάσιοι ἀσκητές καί Πατέρες, πού ἡ μνήμη τους εἶναι παντοτινή. Ὅλοι αὐτοί οἱ τρισμακάριοι, σάν ἄλλοι ἀθλητές πέρασαν τή ζωή τους στόν τόπο αὐτό, μέσα ἀπό μυριάδες ἀγῶνες καί ἐμπόδια, καί, ἔχοντας αὐτόν τόν ἱερό Ἄθωνα σάν κλίμακα, ἀνέβηκαν στούς οὐρανούς.
     Ἡ ζωντανή παρουσία τῆς Ἀθωνίτισσας Θεοτόκου, τῆς προστάτιδος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες τῶν ἁγιασμένων Ἁγιορειτικῶν μορφῶν κάνουν κάθε γωνιά τοῦ Ἅγίου Ὄρους, τόπο θεοφάνειας. Ὁ σύγχρονος προσκυνητής, βηματίζοντας στό Ἅγιον Ὄρος, τόν τόπο καί τήν ἱστορία του, τό αἰσθάνεται αὐτό καί ψηλαφεῖ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ σέ κάθε του βῆμα.
    Καί στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω τούς διοργανωτές τῆς σημερινῆς ἐκδήλωσης, πού γίνεται στό πλαίσιο τοῦ διεθνοῦς φεστιβάλ καλλιτεχνίας «Ἡ Φιλοκαλία». Νά τούς εὐχαριστήσω γιά τήν δυνατότητα πού μοῦ ἔδωσαν, νά ἔλθω ἀπό τόν μακρυνό Ἄθωνα, κομίζοντας στήν εὐλογημένη γῆ τῆς Ρουμανίας τήν εὐλογία τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων καί νά ἐπικοινωνήσω μέ ἕνα τόσο ἐκλεκτό καί «φιλόκαλο» ἀκροατήριο.   Ἐλπίζω, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί τήν εὐχή τῶν πατέρων, ἡ παρούσα διάλεξη νά φανεῖ χρήσιμος συνοδοιπόρος σ᾿ αὐτήν τήν ἀναζήτηση ψυχῆς τοῦ καθενός μας.



ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ARAD ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΟΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ Η ΔΙΑΛΕΞΗ
     Οἱ κοινόβιες μονές, οἱ σκῆτες, τά κελλιά, οἱ κα­λύ­βες, τά καλντερίμια, τά κοιμητήρια, τά σπή­λαια καί τά ἀ­σκη­τή­ρια, πού κρέ­μον­ται σέ ἀ­πό­κρη­μνα καί ἀπρόσιτα μέρη, πα­ρα­μέ­νουν σι­ω­πη­λοί μάρ­τυ­ρες τῆς θαυ­μα­στῆς καί   ἰ­σάγ­γε­λης βι­ο­τῆς τῶν ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πα­τέ­ρων, καί γιά μᾶς τούς
νε­ώ­τε­ρους, μοναχούς καί προσκυνητές, δι­α­χρο­νική πρό­σκληση γιά
μί­μησή τους.    
    Στό Ἅγιον Ὄρος, ἀπό τόν 9ο αἰώνα ὥς τίς μέρες μας, ἔζησαν ὑπέρ τούς τετρακοσίους Ἅγιοι. Ὑπάρχει βέβαια καί ἕνα πλῆθος ἀγνώστων σέ μᾶς ἁγίων, πού εὐαρέστησαν τόν Θεό καί τιμήθηκαν ἀπό Αὐτόν.
  Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι ἴσως ὁ μόνος τόπος σ᾿ ὁλόκληρο τόν κόσμο πού δέν γεννήθηκε κανείς. Ἦταν ὅμως -καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ παραμένει καί σήμερα- ἕνας τόπος, ὅπου χιλιάδες ἄνθρωποι ἔχουν ἀναγεννηθεῖ ἐν Χριστῷ.
   Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας μπορεῖ νά τιμῶνται ἰδιαίτερα σέ ἕναν τόπο, ἀνήκουν ὅμως στό πλήρωμα ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Καί γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι στήν ὀρθόδοξη γῆ τῆς Ρουμανίας, πολλοί ἀπό τούς Ἁγιορεῖτες ἁγίους ἀπολαμβάνουν τῆς τιμῆς τῶν πιστῶν. Καί ποιός Ρουμάνος δέν γνωρίζει τόν ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ἅγιο Νήφωνα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη; Ποιός δέν ἔχει ὠφεληθεῖ ἀπό τή διδασκαλία τῶν συγχρόνων μας ἁγίων Γερόντων Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου καί Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου;
  Ἤ ποιός Ρουμάνος δέν γνωρίζει τόν ἅγιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι (+ 1794), πού μετά τόν Ἄθωνα ἔζησε στή Ρουμανία, στό Ἰάσιο καί στίς μονές Νεάμτς καί Ντραγκομίρνα, μεταφέροντας τό πνεῦμα τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ καί τῆς Φιλοκαλίας; Ὁ ἅγιος Παΐσιος καί οἱ μαθητές του προσέφεραν στόν εὐσεβῆ ρουμανικό λαό προσεγμένες μεταφράσεις τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό ὅτι δέκα μόλις χρόνια μετά τήν πρώτη ἔκδοση τῆς Φιλοκαλίας στά ἑλληνικά, τό 1793, ἔχουμε τήν πρώτη μετάφρασή της στά σλαβωνικά, γλώσσα στήν ὁποία γράφονταν τότε τά ἐκκλησιαστικά κείμενα στή Ρουμανία. Τό ἔργο αὐτό γνώρισε ἐπανειλημμένες ἐκδόσεις καί δημιούργησε τόσο στή Ρουμανία ὅσο καί τίς ἄλλες βαλκανικές χῶρες μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τούς ἀσκητές Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
    Σύμφωνα μέ τίς πηγές, στό Ἅγιον Ὄρος ἔχουμε παρουσία Ρουμάνων μοναχῶν ἀπό τόν 11ο ἤδη αἰώνα. Ἀπό τήν κατάλυση τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας καί μετά, ἡγεμόνες τῆς Βλαχίας, γνωρίζοντας τά εὐεργετικά πνευματικά ὀφέλη πού θά εἶχε στή χώρα σας ἡ ἐπαφή μέ τό Ἅγιον Ὄρος, προσέφεραν σ᾿ αὐτό πλούσιες δωρεές, ἀφιέρωσαν πολλά μετόχια, καί ἀναδείχθηκαν νέοι κτήτορες ἀρκετῶν ἀθωνικῶν μονῶν, συμβάλλοντας στήν ἀνακαίνισή τους. Παράλληλα, ὁ Χαρίτων (+ 1381), ἕνας ἀπό τούς πρώτους μητροπολίτες Οὑγγροβλαχίας, πού ἔθεσε τίς βάσεις ὀργάνωσης τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκληχίας, ἦταν Ἁγιορείτης.
   Ἕνας ἀπό τούς περισσότερο τιμώμενους Ἁγιορεῖτες ἁγίους στή Ρουμανία στάθηκε ὁ ἑλληνοσερβικῆς καταγωγῆς ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἡγιασμένος, ἱδρυτής τῆς μονῆς Τισμάνα. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἔρχεται στή Βλαχία ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, περί τό 1360. Στάθηκε μετακομιστής τῆς ἀθωνικῆς ἀκτινοβολίας καί τῆς ἀναγέννησης τοῦ μοναχισμοῦ στίς ρουμανικές χῶρες, καθώς ὁ ἴδιος, μέ τή βοήθεια μαθητῶν του, ἵδρυσε καί ὀργάνωσε στή Ρουμανία κοινοβιακές μονές κατά τόν τύπο καί τήν τάξη τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ μονή Τισμάνα εἶναι ἡ ἀρχαιότερη σωζόμενη στή Ρουμανία καί ἀναδείχθηκε, ἐκτός τῶν ἄλλων, περίφημο κέντρο καλλιγραφίας καί ἀντιγραφῆς χειρογράφων.
    Κλείνοντας αὐτή μας τή σύντομη παρένθεση στούς Ἁγιορεῖτες ἁγίους πού συνδέονται ἄμεσα μέ τήν εὐλογημένη χώρα σας καί οἱ ὁποῖοι ἄφησαν πολύτιμη καί αἰώνια πνευματική παρακαταθήκη ἀλλά καί συνεχίζουν νά πρεσβεύουν γιά ὅλους μας, θά ἀναφερθοῦμε στόν ἅγιο Νήφωνα τόν Β΄πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (+ 1508), τόν λαμπρό αὐτό φωστῆρα τῆς ρουμανικῆς γῆς. Ὁ ἅγιος Νήφων, Ἁγιορείτης μοναχός ἀπό τή μονή Διονυσίου, συνέβαλε ἀποφασιστικά στήν ἀναδιοργάνωση τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας καί στήν θωράκιση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνῶ ἔδωσε νέα ὤθηση στήν πνευματική ζωή. Μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων του φυλάσσονται στήν Κούρτεα ντέ Ἄρτζες, ὅπου κάθε χρόνο χιλιάδες πιστῶν συρρέουν γιά νά τιμήσουν τή μνήμη του.
    Μεγάλη, τέλος, ὑπῆρξε ἡ πνευματική ὀφέλεια πού ἀπόλαυσε ὁ εὐσεβής ρουμανικός λαός ἀπό τήν δράση τῶν ρουμάνων Ἁγιορειτῶν ἁγίων Γεωργίου τῆς Τσερνίκα (+ 1806), τοῦ ἁγίου Ἀντίπα τῆς μονῆς Καλνταρουσάνι (+ 1882) καί τοῦ νεομάρτυρος Παχωμίου (+ 1810).
 
     Ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί !
    Οἱ Ἁγιορεῖτες ἅγιοι, προερχόμενοι ἀπό ὅλους τούς ὀρθόδοξους λαούς,  δόθηκαν ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Μέσα ἀπό πολυετεῖς ἀσκητικούς ἀγῶνες καθάρισαν τόν ἑαυτό τους ἀπό τά πάθη καί ἔγιναν δοχεῖα ἐκλεκτά, ἄξια νά δεχθοῦν τά θεῖα χαρίσματα. Καί στή συνέχεια ἀναδείχθηκαν λαμπροί συνεχιστές τῆς γνήσιας ὀρθόδοξης μοναχικῆς παράδοσης.   
    Στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού πρῶτος συνέγραψε τόσο τήν Ἀκολουθία τῶν Ἁγιορειτῶν Ἁγίων, ὅσο καί τόν Ἐγκωμιαστικό Λόγο πρός αὐτούς, γράφει ὅτι οἱ Ἁγιορεῖτες ἅγιοι φάνηκαν ἀληθινά σ᾿ ὅλους ἐμᾶς, ὅσους κατοικοῦμε στό Ὄρος ἀλλά καί σ᾿ ὅλους τούς Ὀρθοδόξους, παντοτεινοί εὐεργέτες καί προστάτες καί ἔφοροι, ὄχι μόνο μέ τά λόγια τους ἀλλά καί μέ τά ἔργα Ὄχι μόνο κατά τήν ψυχή ἀλλά καί κατά τό σῶμα, ὄχι μόνο ζῶντες ἀλλά καί μετά θάνατον.     
    Τό Ἅγιον Ὄρος ὀνομάσθηκε Ἅγιο ἀπό τούς ἁγίους του. Κατά τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, Ἅγιον Ὄρος σημαίνει «Τόπος ἁγιότητας. Τόπος καθαρότητας. Τόπος ὅπου ἐπάτησαν τόσων ἁγίων πόδια. Τόπος, πού ἔχει ζυμωμένα τά χώματα ἀπό τά αἵματα, ἀπό τούς ἀσκητικούς ἱδρῶτες, καί ἀπό τά δάκρυα ἑκατοντάδων καί χιλιάδων ὁσίων Πατέρων. Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόπος ἀρετῆς καί ἁγιότητας».
   Ἡ πο­ρεία πρός τή θέ­ωση, ἡ καλ­λι­έρ­γεια τῆς ὀρ­θό­δο­ξης πνευ­μα­τι­κό­τη­τας καί ἡ δι᾿ ἀ­γώ­νων κα­τά­κτησή της, ἀ­πο­τέ­λεσε καί ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀ­πο­τε­λεῖ τό ἰ­σχυ­ρό­τερο ἔ­ρει­σμα τῆς ζωῆς στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Στή χώρα αὐτή τῆς με­τα­νοίας καί τό ἐργαστήριο τῆς ἁ­γι­ό­τη­τας, ὁ­δη­γή­θη­καν κατά τήν ὑ­περ­χι­λι­ετῆ φω­τεινή δι­α­δρομή τῶν αἰ­ώ­νων σέ ὁ­δούς σω­τη­ρίας, δυ­σα­ρί­θμη­τοι ἅ­γιοι, «φί­λοι» δη­λαδή, τοῦ Θεοῦ, πού κα­τα­λάμ­πουν μέ τίς γλυ­κύ­τα­τες ἀ­κτῖ­νες τοῦ βίου καί τῶν θαυ­μά­των τους τό πλή­ρωμα τοῦ πι­στοῦ λαοῦ.
   Κατά τήν ὀρ­θό­δοξη πα­ρά­δοση οἱ πε­ρισ­σό­τερο ἁρ­μό­διοι νά μι­λοῦν γιά τούς ἁ­γί­ους καί τήν ἁ­γι­ό­τητα εἶ­ναι οἱ ἴ­διοι οἱ Ἅ­γιοι. Αὐ­τοί μπο­ροῦν νά ἐν­νο­ή­σουν καί νά ἑρ­μη­νεύ­σουν σω­στά, ὑπό τό φῶς τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς τους ἐμ­πει­ρίας, τά ἔργα καί τά δι­δά­γματα τῶν ἱ­ε­ρῶν ἐ­κεί­νων προ­σώ­πων, πού εἶ­χαν ἕ­να κυ­ρίως σκοπό, τόν ὁ­ποῖο καί πέ­τυ­χαν: νά εὐ­α­ρε­στή­σουν τόν Κύ­ριο καί νά ἑ­νω­θοῦν μέ Αὐ­τόν.
   Ἡ ταπεινότητά μου, πού δέν ἔ­χω τήν ἁ­γι­ό­τητα καί τά πνευ­μα­τικά βι­ώ­ματά τους καί πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή μη­τρική ἀ­γάπη τῆς Κυ­ρίας Θε­ο­τό­κου κα­τοι­κῶ στούς ἴ­δι­ους ἱ­ε­ρούς τό­πους μέ τίς ἁ­γι­α­σμέ­νες ἀθωνικές μορ­φές, μπο­ρῶ μόνο ἐ­πι­φα­νει­ακά νά σκι­α­γρα­φή­σω «ἐν ἐ­σό­πτρῳ καί αἰ­νί­γματι» κά­ποια ἀπό τά πλού­σια χα­ρί­σματα-καρ­πούς τῶν πνευ­μα­τι­κῶν τους ἀ­γώ­νων ἤ τίς φω­τι­σμέ­νες δι­δα­σκα­λίες τους. Ὅ­πως ἔ­λεγε καί ὁ γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἀπό τούς τε­λευ­ταίους στή χρυσή ἁ­λυ­σίδα τῶν ὁ­σι­α­κῶν Ἁγιορει­τι­κῶν μορ­φῶν: «Ἀ­λή­θεια, αὐτά πρέ­πει νά τά ἔ­χει πά­θει ὁ ἄν­θρω­πος γιά νά τά κα­τα­λά­βει... Μόνο ἐ­κεῖ­νος πού ζεῖ αὐτή τήν κα­τά­σταση, τή ζεῖ καί τήν αἰ­σθά­νε­ται...».
     Κί­νη­τρο τῶν ἀ­σκη­τῶν Ἁγιορειτῶν πα­τέ­ρων γιά νά ὑ­πο­βλη­θοῦν σέ ἑ­κού­σιες τα­λαι­πω­ρίες καί παν­το­ει­δεῖς στε­ρή­σεις δέν ἦ­ταν τό μῖ­σος γιά τό σῶμα ἤ τή ζωή, ἀλλά ἡ «πε­ρίσ­σεια ζω­ῆς», πού πη­γά­ζει ἀπό τήν ἀ­γάπη τοῦ Χρι­στοῦ, ὅ­ταν αὐτή ἐ­νερ­γεῖ καί κα­τα­φλέ­γει τήν καρ­διά. Θέ­λη­σαν νά σταυ­ρω­θοῦν γιά τόν κό­σμο καί νά νε­κρώ­σουν τε­λείως τά πάθη τους, νά ἐν­τα­φι­α­σθοῦν στόν τάφο τῆς τα­πει­νώ­σεως καί νά ἀ­να­στη­θοῦν ἐν Χρι­στῷ διά τῆς ἀ­πα­θείας.
     Μέ τό σῶμα ἐρ­γά­ζον­ταν καί δι­α­κο­νοῦ­σαν τούς ἀ­δελ­φούς τους, μέ τόν νοῦ ὅ­μως καί τήν καρ­διά συ­νο­μι­λοῦ­σαν πάν­τοτε μέ τόν Θεό, προ­σευ­χό­με­νοι. Ἁρ­πα­ζό­με­νοι σέ ἐκ­στά­σεις καί θε­ω­ρίες τῆς δό­ξας τοῦ Θεοῦ, προ­γεύ­ον­ταν ἤδη ἀπό ἐδῶ τά ἀ­γαθά πού μέλ­λουν νά ἀ­πο­λαύ­σουν οἱ ἀ­γα­πῶν­τες τόν Κύ­ριο.
     Στό Ἅγιον Ὄρος παραμένει ἄσβεστη ἡ ἄκτιστη φλόγα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ ἁγιασμένες ἁγιορειτικές μορφές εἶναι μία ἀπό τίς φανερώσεις αὐτοῦ τοῦ ἄσπιλου καί ἄδυτου φέγγους καί μία ἀκόμη μαρτυρία τῆς θείας Χάριτος: τῆς ἁγιορείτικης ζωῆς καί ἐμπειρίας γιά τήν ἐποχή μας.
      Αὐ­τοί οἱ κατά προ­αί­ρεση μάρ­τυ­ρες, ἔ­θε­σαν τήν πί­στη ὡς ἀ­κλό­νητο θε­μέ­λιο τῆς σω­τη­ρίας τους. Τά πάντα, ἀπό τήν πλήρη χά­ρι­τος καί θείων ἐμ­πει­ριῶν βι­οτή τους, μέ­χρι τίς ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κές δι­ο­ρά­σεις καί προ­ο­ρά­σεις κα­θώς καί τίς κα­τα­νυ­κτι­κές δι­δα­χές τους, μαρ­τυ­ροῦν καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νουν τή συ­νεχῆ πα­ρου­σία τοῦ Ἁ­γίου Πνεύ­μα­τος σέ ὅ­λες αὐ­τές τίς ἁ­γι­α­σμέ­νες μορ­φές τῶν Ἁγιορει­τῶν Πα­τέ­ρων, οἱ ὁ­ποῖοι μέ τή ζωή τους ἔ­γρα­ψαν ἕνα νέο Γε­ρον­τικό, ἀ­πο­δει­κνύ­ον­τας τήν ἀ­λή­θεια καί τή δι­α­χρο­νι­κό­τητα τῶν συ­να­ξα­ρι­α­κῶν ἀ­φη­γή­σεων καί πε­ρι­γρα­φῶν.
    Ζών­τας οἱ ἴ­διοι στό θεῖο γνόφο τῆς χά­ρι­τος τοῦ Θεοῦ, μπο­ροῦ­σαν νά ὁ­δη­γή­σουν στήν Ἄνω Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, νά δι­δά­ξουν τή νο­ερά προ­σευχή, νά κα­θο­δη­γή­σουν στήν πνευ­μα­τική ζωή, νά ἐ­νι­σχύ­σουν στίς δο­κι­μα­σίες καί τούς πει­ρα­σμούς τῶν ἄλ­λων. Πολ­λοί ἀπό τούς ἐ­νά­ρε­τους αὐ­τούς πα­τέ­ρες, στή­ρι­ξαν ὄχι μόνο πλει­άδα ὁ κα­θέ­νας συ­να­σκη­τῶν τους καί ἄλ­λων ἀ­θω­νι­τῶν μο­να­χῶν ἀλλά καί τό λαό τοῦ Θεοῦ, με­τα­δί­δον­τάς τους τό ἦ­θος τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης πνευ­μα­τι­κό­τη­τας καί φανερώνοντάς τους τήν ἐλευθερία τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
     Μέ τόν πλήρη θε­ϊ­κῆς ἐμ­πει­ρίας λόγο τους ἄγ­γι­ξαν τίς δι­ψα­σμέ­νες ψυ­χές, συν­δύ­α­σαν τό φω­τι­σμένο λόγο  μέ τό ζων­τανό βί­ωμα καί με­τέ­φε­ραν τή θε­ο­λο­γία ἀπό τό στο­χα­σμό στήν προ­σω­πική ζωή. Ἐ­νέ­πνευ­σαν στήν πί­στη χι­λι­ά­δες ἀν­θρώ­πων ἄλ­λως χα­μέ­νων. Πα­ρη­γό­ρι­σαν ἀ­πελ­πι­σμέ­νες ψυ­χές. Φώ­τι­σαν μέ τή σο­φία καί τή χάρη τους πλῆ­θος ἀ­να­ζη­τη­τῶν τῆς ἀ­λή­θειας. Ἄλ­λοι, ὅ­πως ὁ μα­κα­ρι­στός σύγ­χρο­νος γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἄφησαν ἀπό μέσα τους νά ξεχυθεῖ τό φῶς καί ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως πού ἔζησαν καί πῆραν ἀπό τήν ἁγιορείτικη ζωή καί ἐμπειρία. Ἄν­τλη­σαν δυ­νά­μεις ἀπό τίς ἀ­στεί­ρευ­τες ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κες πη­γές γιά λίγα μόνο χρό­νια καί με­τα­μορ­φώ­θη­καν σέ παγ­κό­σμι­ους ἀ­να­μορ­φω­τές τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ἐν Χρι­στῷ ζωῆς.
     Οἱ ἐ­νά­ρε­τοι Ἁγιορεῖ­τες γέ­ρον­τες τοῦ τελευταίου αἰ­ώ­να συ­νέ­χι­σαν τήν ὑ­περ­χι­λι­ετῆ πα­ρά­δοση τοῦ ἁ­γι­ω­νύ­μου Ὄ­ρους καί προ­στέ­θη­καν στή χρυσή ἁ­λυ­σίδα τῶν ὁ­σίων Πα­τέ­ρων. Ἄλ­λω­στε ὁ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κος χρό­νος μόνο μέ τήν αἰ­ω­νι­ό­τητα θά μπο­ροῦσε νά εἶ­ναι συγ­χρο­νι­σμέ­νος.
   Ἡ ὄν­τως ἐν­τυ­πω­σι­ακή καί πλού­σια χα­ρι­σμα­τική προ­σω­πι­κό­τητα τοῦ σύγ­χρο­νού μας γέ­ρον­τος Πορ­φυ­ρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου καλ­λι­ερ­γή­θηκε σ᾿ ἕ­ναν τόπο στόν ὁ­ποῖο ἡ πνευ­μα­τική πα­ρά­δοση πα­ρα­μέ­νει αἰ­σθητή μέ­χρι σή­μερα.
    Ἀπό τούς πρώ­τους οἰ­κι­στές τοῦ γηραιοῦ Ἄθωνα μέ­χρι τούς τε­λευ­ταί­ους ἐ­νά­ρε­τους γέ­ρον­τες, ὅ­λοι ἀ­πο­τε­λοῦν μία πνευ­μα­τική οἰ­κο­γέ­νεια, στήν ὁ­ποία τά πάντα εἶ­ναι κοινά: τό ἀ­σκη­τικό φρό­νημα, τά πνευ­μα­τικά κα­τορ­θώ­ματα, τά ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τικά χα­ρί­σματα. Ἄλ­λω­στε, ἡ αἴ­σθηση τῆς ἱ­στο­ρι­κῆς συ­νέ­χειας τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης πα­ρά­δο­σης ἀ­πο­τε­λεῖ τόν ἀ­κρο­γω­νι­αῖο λίθο τῆς πνευ­μα­τι­κῆς πο­ρείας τοῦ Ἁ­γίου Ὄ­ρους.
        Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, μέσα ἀπό τή ζωή τῶν σύγχρονων ἐνάρετων Ἁγιορειτῶν γερόντων δεί­χνε­ται ἡ συ­νέ­χεια τῆς ἀ­θω­νι­κῆς πα­ρά­δο­σης. Οἱ ἀ­σκη­τι­κές αὐτές μορ­φές μέ τήν αὐ­θεν­τι­κό­τητα τῆς ἁ­πλό­τη­τας καί τή γνη­σι­ό­τητα τοῦ ἀ­πα­ρα­χά­ρα­κτου μο­να­χι­κοῦ τους βίου, ἐ­πα­λη­θεύ­ουν δι­αρ­κῶς τό μυ­στή­ριο τῆς πί­σεως καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νουν τήν πα­ρου­σία τοῦ Θεοῦ στόν κό­σμο μας, πι­στο­ποι­ῶν­τας τή δυ­να­τό­τητα πού ἔ­χουμε ὅλοι οἱ ἄν­θρω­ποι γιά κοι­νω­νία μέ τόν Θεό καί με­τοχή στήν αἰ­ω­νι­ό­τητα.  
    Ἡ ζωή πολ­λῶν ἀπό τούς ἀν­θρώ­πους πού γνώ­ρι­σαν καί συ­να­να­στρά­φη­καν μέ τούς Ἁγιορεῖ­τες ἁ­γί­ους καί τούς λοι­πούς ἐ­νά­ρε­τους Ἁγιορεῖ­τες γέ­ρον­τες ἄλ­λαξε ρι­ζικά, γι­ατί ἡ πα­ρου­σία τους ἦ­ταν κα­τα­λυ­τική καί σφρά­γισε τήν ὕ­παρξή τους.
    Οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι καί οἱ ἄλλες ἁγιασμένες ἁγιορειτικές μορφές στάθηκαν, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, γνήσιοι πνευματικοί Πατέρες, εἶχαν φθάσει σέ ὑψηλά μέτρα πνευματικότητας καί γι᾿ αὐτό μποροῦσαν νά λειτουργοῦν ὡς παιδαγωγοί καί ἀκόμη ὡς οἰκογενειακοί σύμβουλοι, κατά κάποιον τρόπο.
    Ἡ παιδαγωγική πού ἐφάρμοζαν, θεμελιωμένη πάνω στή διακονία τῆς πνευματικῆς πατρότητας, δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τήν παιδαγωγική τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού διασώζεται μέχρι καί τίς μέρες μας, μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική καί φιλοκαλική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
     Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, ὁ πνευματικός πατέρας εἶναι ἡ ζῶσα παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ τέλειος, ὁ ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος. Εἶναι ἕνας ἀντικατοπτρισμός τοῦ θεϊκοῦ φωτός  στόν κόσμο μας. Εἶναι, θά μποροῦσαμε νά ποῦμε, ὁ ἀπόλυτος παιδαγωγός. Τέτοια πρότυπα παιδαγωγῶν, συμβούλων τῶν νέων, ἀλλά καί συμβούλων ἀνθρώπων κάθε ἡλικίας ὑπῆρξαν καί ἐξακολουθοῦν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά ὑπάρχουν, μέσα ἀπό τόν λόγο τους, οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι ἀλλά καί ἄλλες ἁγιασμένες Ἁγιορειτικές μορφές. Ἄνθρωποι τῆς τέλειας ἀγάπης, τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης, τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς τελείωσης καί τῆς ἁγιότητας.
    Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης θεωρεῖται ὁ θεμελιωτής καί κατ᾿ ἄλλους, ὁ Γενάρχης τοῦ ἁγιορειτικοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ μέ τήν ἵδρυση τῆς Μεγίστης Λαύρας (ἔτος 963). Τό ἀκόλουθο περιστατικό διατρανώνει τήν ἀσκητική τῆς παιδαγωγικῆς τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου.
   Κάποτε οἱ δαίμονες ἔπεισαν ἕναν ἀμελῆ μοναχό νά σκοτώσει τόν Ἅγιο. Κι ἐκεῖνος πῆγε ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ τοῦ ἡγουμένου  μέ τό μαχαίρι στό χέρι. Ὅταν ὅμως ἄνοιξε ἡ πόρτα καί ὁ ἅγιος τόν ἀγκάλιασε πατρικῶς, τότε ὁ ἀγνώμων μαθητής καί κατά τήν πρόθεση φονιάς ἄφησε νά πέσει τό μαχαίρι ἀπό τό χέρι του, γονάτισε καί ἐξομολογήθηκε τήν πρόθεσή του. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος τόν συγχώρησε ἀμέσως. Καί δέν ἔμεινε μόνο ἐκεῖ, ἀλλά ἀπό τότε περιέβαλλε τόν μοναχό μέ ἀκόμη μεγαλύτερη στοργή. Ἡ ἑκούσια κένωση εἶναι γνώρισμα ἀληθινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί πηγή ἀθανασίας. Ὁ Ὅσιος εἶχε ἀπωλέσει τόν ἑαυτόν του, βυθιζόμενος στήν ἄβυσσο τοῦ θείου ἐλέους, ἀπ᾿ ὅπου ἄντλησε τήν ἀγάπη πρός τόν ἐπίδοξο φονέα του.
     Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, στήν προσπάθειά του νά γίνει ὑπόδειγμα στούς ὑποτακτικούς του, φρόντιζε γιά τίς ἀνάγκες ὅλων τῶν μοναχῶν τῆς μονῆς του καί ἰδιαίτερα γιά τούς ἀσθενεῖς, τούς ὁποίους ὑπηρετοῦσε προσωπικῶς.
    Μέσα ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση, δηλαδή μέσα ἀπό μυσταγωγικό καί πνευματικό τρόπο, οἱ ἁγιασμένες μορφές τοῦ Ἁγίου Ὄρους συνέβαλαν στό νά «γεννῶνται» καί νά «ἀναγεννῶνται» οἱ σχετιζόμενοι μέ αὐτούς πνευματικά ἄνθρωποι.
     Δέν δίδασκαν προβάλλοντας ἀφηρημένους κανόνες ἠθικῆς. Κυρίως καθοδηγοῦσαν στό πλαίσιο μιᾶς βαθιᾶς διαπροσωπικῆς σχέσης. Ἀγαπούσαν τόν ἄνθρωπο, ὅπως εἶναι, μέ τίς ἀδυναμίες καί τά ἐλαττώματά του. Συγχρόνως ἐνεργοῦσαν μέ παιδαγωγική περίσκεψη καί ψυχολογική διορατικότητα, χρησιμοποιώντας εὐέλικτες παιδαγωγικές μεθόδους.
    Δίδασκαν ὄχι μόνο μέ τό λόγο, ἀλλά καί μέ τή σιωπή τους. Πολλές φορές μέ μόνη τήν παρουσία τους. Γιά παράδειγμα, στό Βίο τοῦ ὁ­σίου Ἀ­κα­κίου τοῦ Καυ­σο­κα­λυ­βίτου (+ 1730), ἑνός μεγάλου Ἁγιορείτου ἁγίου τοῦ 18ου αἰώνα, ἀ­να­φέ­ρε­ται ὅτι, ἀ­νά­μεσα στά τόσα του χα­ρί­σματα, εἶχε πνεῦμα εἰ­ρη­νο­ποιό τόσο, ὥ­στε ὅ­ποιος δο­κι­μα­ζό­ταν ἀπό λο­γι­σμούς μνη­σι­κα­κίας, μέ τό πού ἀν­τί­κριζε καί μόνο τό γε­μᾶτο χάρη πρό­σωπό του, εἰ­ρή­νευε ἀπό τούς κα­κούς ἐ­κεί­νους λο­γι­σμούς.  
   Ἀναπολώντας κατά καιρούς τή σεβάσμια μορφή τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου (+ 1994) καθώς καί τίς φωτισμένες νουθεσίες καί διδαχές του, πού πάντα στάλαζαν σά βάλσαμο στίς ψυχές ὅλων πού, λίγο ὡς πολύ, εἴχαμε τήν εὐλογία νά τόν συναντήσουμε, μοῦ ἔμενε ἡ αἴσθηση ὅτι ὅλα ὅσα ὑπέφερε καρτερικά στήν ἀσκητική του ζωή: στερήσεις, κακουχίες, πειρασμοί, κοπιώδεις μετακινήσεις, ἐνοχλήσεις καί κόπωση ἀπό τούς ἀναρίθμητους προσκυνητές καί τέλος, ὁδυνηρές ἀσθένειες, τά ὑπέμενε ἀπό ἀγάπη γιά τό Θεό καί γιά τόν ἄνθρωπο.
      Καί στίς Μονές πού διακόνησε, ἐντός καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, καί ὅταν ζοῦσε μόνος του στήν ἡσυχία, ἡ ζωή του ἦταν μία συνεχής διακονία ἀγάπης. Μιᾶς ἀγάπης χωρίς σύνορα πού ἐπειδή ἦταν εἰλικρινής καί ἀπαύγασμα τῆς θεοειδοῦς του ψυχῆς, ξεκούραζε ὅλους ὅσους τή γεύονταν. Ἀκόμη καί στήν περίοδο πρίν τήν ὁσιακή του κοίμηση, ἄν καί ἐξ αἰτίας τῆς ἐπάρατης νόσου εἶχε ὁδυνηρώτατους πόνους, ἐκεῖνος θυσιάζοντας τόν ἑαυτό του γιά τούς ἀδελφούς του, διακονοῦσε μέ αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία ὅσους προσέτρεχαν σ᾿ αὐτόν γιά νά βοηθηθοῦν.
      Μά κι ἀπό τήν πλούσια διδασκαλία του, πού ἀναφέρεται διεξοδικά σέ ὅλα τά θέματα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί πού πραγματικά μᾶς «ἀφυπνίζει πνευματικά», βλέπουμε τό Γέροντα νά μιλάει μέ «μέ πόνο καί ἀγάπη» γιά ὅλους μας.
     Ἀπό τό πάνθεον τῶν ἀρετῶν, ἡ ἀγάπη -ξεχωριστά ἀνάμεσα στίς ἄλλες- φαίνεται νά διαπνέει τή σύνολη ζωή καί διδασκαλία τοῦ π. Παϊσίου.
   Ἔλεγε στούς ἀκροατές του, ὑπογραμμίζοντας τή δύναμη τῆς ἀγάπης:
«... ἐπειδή δέν ξέρουμε τί μᾶς περιμένει, ὅσο μπορεῖτε, νά καλλιεργήσετε τήν ἀγάπη. Αὐτό εἶναι τό κυριώτερο ἀπ᾿ ὅλα: νά ἔχετε μεταξύ σας ἀγάπη ἀληθινή, ἀδελφική, ὄχι ψεύτικη. Πάντα ὅταν ὑπάρχει τό καλό ἐνδιαφέρον, ὁ πόνος, ἡ ἀγάπη,  ἐνεργεῖ κανείς σωστά. Ἡ καλωσύνη, ἡ ἀγάπη, εἶναι δύναμη».
      Μία ἀπό τίς τελειότερες ἐκφράσεις ἀγάπης εἶναι τό νά προσευχώμαστε γιά τούς ἄλλους. Τήν ἀλήθεια αὐτή καθώς καί τήν ἀξία της τονίζει ὁ Γέροντας: «Ἡ καρδιακή προσευχή βοηθάει ὄχι μόνο τούς ἄλλους ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας, γιατί βοηθάει νά ἔρθει ἡ ἐσωτερική καλωσύνη. Ὅταν ἐρχώμαστε στή θέση τοῦ ἄλλου, ἔρχεται φυσιολογικά ἡ ἀγάπη, ὁ πόνος, ἡ ταπείνωση, ἡ εὐγνωμοσύνη μας στό Θεό μέ τή συνεχή δοξολογία, καί τότε ἡ προσευχή γιά τό συνάνθρωπό μας γίνεται εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό καί τόν βοηθάει». Καί σέ ἐρώτηση γιά τό πῶς κατλαβαίνει ὅτι μέ τήν προσευχή του βοηθήθηκε ὁ ἄλλος, ἀπαντάει: «Τό πληροφορεῖται ἀπό τή θεία παρηγοριά πού νιώθει μέσα του μετά ἀπό τήν πονεμένη του καρδιακή προσευχή πού ἔκανε. Πρέπει ὅμως πρῶτα τόν πόνο τοῦ ἄλλου νά τόν κάνεις δικό σου πόνο καί ὕστερα νά κάνεις καί καρδιακή προσευχή. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἰδιότητα θεϊκή καί πληροφορεῖ τόν ἄλλον».
    Ἡ ἀγάπη εἶναι προϋπόθεση γιά νά φέρει τό ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα τοῦ ἐλέγχου τῶν σφαλμάτων τοῦ ἄλλου κι αὐτό εἶναι κάτι πού τό ὑπογραμμίζει ὁ π. Παΐσιος: «Ὅταν ἐλέγχουμε κάποιον ἀπό ἀγάπη, εἴτε τήν καταλαβαίνει ὁ ἄλλος τήν ἀγάπη μας εἴτε ὄχι, ἡ ἀλλοίωση γίνεται στήν καρδιά του, ἐπειδή κινούμαστε ἀπό καθαρή ἀγάπη. Ἐνῶ ὁ ἔλεγχος πού γίνεται χωρίς ἀγάπη, μέ ἐμπάθεια, τόν κάνει τόν ἄλλο θηρίο γιατί ἡ κακία μας προσκρούει στόν ἐγωϊσμό του...Ὅταν ἀνεχώμαστε τόν ἄλλον ἀπό ἀγάπη, ἐκεῖνος τό καταλαβαίνει».
    Ἡ θυσία γιά τόν ἀδελφό εἶναι μίμηση Χριστοῦ. «Νά μάθει κανείς νά χαίρεται μέ τό νά δίνει», ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας καί συνέχιζε: «Τέτοιοι ἄνθρωποι πού δίνονται χωρίς νά ὑπολογίζουν τόν ἑαυτό τους, θά μᾶς κρίνουν μεθαύριο»... «Ὁ Χριστός συγκινεῖται, ὅταν ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας πιό πολύ ἀπό τόν ἑαυτό μας, καί μᾶς γεμίζει μέ θεία εὐφροσύνη. Βλέπεις Ἐκεῖνος δέν περιορίστηκε στό ‘’ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σαυτόν’’ ἀλλά θυσιάστηκε γιά τόν ἄνθρωπο». Καί συμπληρώνει: «Ἀδύνατο εἶναι νά ἔλθει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, ἐάν δέν βγάλουμε ἔξω τόν ἑαυτό μας ἀπό τήν ἀγάπη μας καί νά τήν δώσουμε στόν Θεό καί στίς εἰκόνες Του καί νά δινώμαστε πάντα στούς ἄλλους, χωρίς νά θέλουμε νά μᾶς δίνονται οἱ ἄλλοι».
    Ἐπιμένοντας ὁ Γέροντας στήν θυσιαστική προσφορά ὡς ἔκφραση τέλειας ἀγάπης, μᾶς νουθετεῖ: «Ἡ θυσία γιά τόν συνάνθρωπό μας κρύβει τήν μεγάλη μας ἀγάπη γιά τόν Χριστό. Ὅσοι ἔχουν μέν τήν ἀγαθή προαίρεση γιά νά ἐλεήσουν, ἀλλά δέν ἔχουν τίποτα καί πονᾶνε γι' αὐτό, ἐλεοῦν μέ τό αἷμα τῆς καρδιᾶς τους».Καί γιά νά ἐνθαρρύνει ὅσους ἀγωνίζονται νά καλλιεργοῦν τήν βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, συμπληρώνει: «Οἱ εὔσπλαγχνοι, ἐπειδή πάντα χορταίνουν τούς ἄλλους μέ ἀγάπη, πάντοτε εἶναι χορτασμένοι ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τίς ἄφθονες εὐλογίες Του».
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΨΑΛΜΩΔΙΕΣ ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ARAD ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ.
ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ ΠΑΤΑΠΙΟ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝ[ΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΤΟΥ ARAD ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
    Ἕνας ἀπό τούς σύγχρονους Ἁγιορεῖτες Πατέρες, πού στάθηκε μία ἀπό τίς ση­μαν­τι­κώ­τε­ρες πνευ­μα­τι­κές πα­ρου­σίες τοῦ πε­ρα­σμέ­νου αἰ­ῶνα, εἶναι ὁ γνω­στός πλέον σ' ὅ­λον τόν Ὀρ­θό­δοξο κό­σμο, Γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυ­σο­κα­λυ­βί­της (+ 1991). Ἐπρόκειτο γιά ἕνα ἔκτακτο φαινόμενο θείας κλήσεως καί ζωῆς.   
     Εἶχε καταξιωθεῖ στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ὡς διακριτικός πνευματικός πατέρας. Μέ τόν τρόπο αὐτό, μποροῦσε νά τούς βοηθάει μέ διάφορους τρόπους καί μέσα. Θεωροῦσε κάθε ἄνθρωπο ὡς μοναδική καί ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα, σεβόμενος τόν ἰδιαίτερο χαρακτῆρα τοῦ καθενός, καθώς καί τήν προσωπική του ἐλευθερία. Ἄκουγε μέ προσοχή, ὑπομονή καί συγκατάβαση τά προβλήματά τους. Γινόταν δέκτης τῆς ἀγωνίας τους. Τούς ἀπαντοῦσε μέ καλωσύνη καί προσήνεια στίς διάφορες ἐρωτήσεις. Νουθετοῦσε, προέτρεπε καί ὑποστήριζε ψυχολογικά τούς ὀλιγόψυχους. Δέν δυσφοροῦσε ἀπό τίς ἀρκετές φορές ἐνοχλητική παρουσία, τήν ἀδιακρισία καί τή φορτικότητα ὁρισμένων πνευματικῶν του παιδιῶν.
        Ἀποδεχόταν τό συνάνθρωπό του, ὅπως ἦταν, μέ τίς ἀδυναμίες καί τήν ἰδαιτερότητα στή συμπεριφορά του. Δέν ἐπιχειροῦσε ποτέ νά τόν βάλει σέ δικά του καλούπια. Δέν τόν ἀπασχολοῦσε ἡ ἐξωτερική ἐμφάνιση τῶν ἀνθρώπων καί μάλιστα τῶν νέων. Κοιτοῦσε τά βαθύτερα στρώματα τῆς ψυχῆς τους, γιατί γνώριζε ὅτι, ἐάν τακτοποιηθεῖ ὁ ἐσωτερικός κόσμος τοῦ ἀνθρώπου, αὐτόματα θά τακτοποιηθοῦν καί τά ἐξωτερικά. Κι αὐτό γιατί γνώριζε τήν τραγωδία τῆς ἔλλειψης ἀγάπης στήν ἐποχή μας, πού ἔχει σάν ἀποτέλεσμα τή μοναξιά, τήν κατάθλιψη, τήν ἀνασφάλεια, τό ἄγχος καί τίς φοβίες.
   Ἔλεγε ὁ γέρων Πορφύριος: «Αὐτά πού θέλετε νά πεῖτε στά παιδιά σας, νά τά λέτε μέ τήν προσευχή σας. Τά παιδιά δέν ἀκοῦν μέ τά αὐτιά μόνο ὅταν ἔρχεται ἡ Θεία Χάρις πού τά φωτίζει, τότε ἀκοῦνε αὐτά πού θέλουμε νά τούς ποῦμε. Ὅταν θέλετε νά πεῖτε κάτι στά παιδιά σας, πέστε το στήν Παναγία κι αὐτή θά ἐνεργήσει. Ἡ προσευχή σας αὐτή θά γίνει ζωογόνος πνοή, πνευματικό χάδι, πού χαϊδεύει, ἀγκαλιάζει, ἕλκει τά παιδιά».
         Ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί !
   Ἡ ὑ­ψηλή πνευ­μα­τι­κό­τητα τοῦ βίου τῶν ἁ­γι­α­σμέ­νων Ἁγιορετικῶν μορ­φῶν, πάν­τοτε δυ­να­μο­γό­νος, ζων­τανή καί ζω­τική, σπάει τό φρά­γμα τοῦ χρό­νου, προ­σπερ­νάει τίς ἀ­σί­γα­στες ἱ­στο­ρι­κές κα­ται­γί­δες καί τίς ἀν­θρώ­πι­νες πε­ρι­πέ­τειες, γιά νά κτυ­πή­σει σάν πνευ­μα­τικό ξυ­πνη­τήρι στό ἀ­νή­συχο, ὀ­μι­χλῶ­δες καί ἀν­τα­ρι­α­σμένο «σή­μερα».
    Ὁ σύγ­χρο­νος ἄν­θρω­πος τῆς προ­η­γμέ­νης ψη­φι­α­κῆς τε­χνο­λο­γίας καί τῶν κο­σμο­ϊ­στο­ρι­κῶν ἐ­πι­στη­μο­νι­κῶν ἀ­να­κα­λύ­ψεων ἔ­μαθε νά κα­τευ­θύ­νει τίς μη­χα­νές ἀλλ᾿ ὄχι καί τόν ἑ­αυτό του. Δυ­σκο­λεύ­ε­ται νά ζή­σει ἀ­νε­πη­ρέ­α­στος ἀπό τά δι­α­λυ­τικά σύν­δρομα τῆς πά­σης φύ­σεως αἰ­χμα­λω­σίας. Συν­τρί­βε­ται σέ ἰ­δε­ο­λο­γι­κούς ὀγ­κό­λι­θους.
     Ἡ ἁ­γι­α­σμένη πο­ρεία τῶν Ἁγιορει­τῶν Ἁ­γίων καί ἐ­νά­ρε­των Γε­ρόν­των πρός συ­νάν­τησή τους μέ τόν Χρι­στό, ἄς ση­μα­το­δο­τή­σει τό μέλ­λον μας καί ἄς μᾶς ἐμ­πνεύ­σει νά χρω­μα­τί­σουμε τή ζωή μας ἀπό τόν «κα­λόν ἀ­γῶ­να» στά χα­ρα­κώ­ματα τῆς θείας ἀ­γά­πης, πού εἶ­ναι «ἀ­γάπη ἀ­χόρ­τα­γη», κατά τόν ἅ­γιο Σι­λου­ανό τόν Ἀ­θω­νίτη, τόν νεότερο Ἁγιορείτη Ἅγιο.
      Ὁ τρό­πος καί ὁ δρό­μος τῆς θε­ώ­σεως καί τῆς σω­τη­ρίας τοῦ ἀν­θρώ­που εἶ­ναι αἰ­ώ­νιος καί ἀ­σφα­λής. Εἶ­ναι ὁ δρό­μος τῶν Ἁ­γίων!
     Οἱ ἁ­γι­α­σμέ­νες Ἁγιορειτικές μορ­φές, τόσο τοῦ παρελθόντος ὅσο καί τῶν ἡμερῶν μας, ἀπό τόν ὅσιο Πέτρο τόν Ἀθωνίτη, τόν πρῶτο ἅγιο οἰκιστή τοῦ Ἄθωνα μέ­χρι καί τούς σύγ­χρονούς μας, γέ­ροντες Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη καί Πορ­φύ­ριο τόν Καυ­σο­κα­λυ­βίτη, ἔ­φθα­σαν στόν ἐ­ρά­σμιο τόπο, πού ὅ­λοι προ­σκλη­θή­καμε νά κα­τοι­κή­σουμε.
      Καί ἐπειδή ζοῦμε σέ δύσκολους καιρούς ὅπου ἡ οἰκονομική κρίση μαστίζει τήν κοινωνία μας, θά ἤθελα νά κλείσω μέ ἕνα -ὅπως θέλω νά πιστεύω- αἰσιόδοξο μήνυμα πρός τούς ἀγαπητούς ἀκροατές μας.
    Ὅπως ἔγραψε ὁ Ντοστογιέφσκι, «ἡ ὀμορφιά θά σώσει τόν κόσμο». Ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς θά σώσει τόν κόσμο, ἀκόμα κι ἄν γύρω μας ὅλα μοιάζουν νά γκρεμίζονται, ὅπως φαίνεται νά συμβαίνει στήν ἐποχή μας. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά χάνουμε τό θάρρος μας. Ἄς στραφοῦμε στήν ψυχή μας, ἄς ἑνωθεῖ αὐτή μέ τό Θεό καί μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἕνωση καί τήν ἐνατένιση, θά μπορέσουμε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά διαπεράσουμε μέ ἀσφάλεια τό πέλαγος τῆς φουρτουνιασμένης ζωῆς μας.
                        Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ. Χριστός Ἀνέστη !
Ἡ διάλεξη ἐκφωνήθηκε στήν ἑλληνική γλώσσα μέ ταυτόχρονη μετάφραση στή ρουμανική. Μετά τό τέλος τῆς διάλεξης ἀκολούθησε δίωρος διάλογος ὅπου ὁ ὁμιλητής ἀπάντησε σέ ἐρωτήσεις τῶν πολυπληθῶν ἀκροατῶν. Ὑπεύθυνος ὀργάνωσης τοῦ φεστιβάλ ἦταν ὁ ἀρχιμανδρίτης δρ. Θεοφάνης Mada, ἐπίκουρος καθηγητής τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Arad. Τήν μετάφραση ἔκανε ὁ διάκονος δρ. Φλορίν Tomoiaga. Τό φεστιβάλ ὀργανώθηκε ἀπό τό Πολιτιστικό Κέντρο τοῦ Arad καί τήν τοπική μητρόπολη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου