Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Η θρησκευτικότητα στην Ευρώπη: δημόσια ή ιδιωτική σφαίρα;


 
Γράφει ο Κων. Ζορμπάς για το Αmen.gr
Οι δύο πρόσφατες αποφάσεις του Αρείου Πάγου στη Γαλλία, στις 19 Μαρτίου 2013, επαναφέρουν τη συζήτηση για την έκφραση της θρησκευτικής πίστης, μέσα από τη χρήση των θρησκευτικών συμβόλων (π.χ. ισλαμική μαντίλα), στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό χώρο. Η πρώτη απόφαση αφορά παλαιά περίπτωση απόλυσης παιδαγωγού (20 Νοεμβρίου 1986) από τον ιδιωτικό βρεφονηπιακό σταθμό “Baby-Loup” στη λαϊκή συνοικία Chanteloup-les-Vignes (Παρίσι). Η δεύτερη υπόθεση αφορά ομοίως απόλυση μισθωτού από ιδιωτικό φορέα ασφάλισης στην περιοχή Seine-Saint-Denis, έξω από το Παρίσι. 
Είναι γνωστό ότι το πρώτο άρθρο του γαλλικού Συντάγματος ορίζει τα χαρακτηριστικά της γαλλικής Δημοκρατίας – ως «αδιαίρετη, λαϊκή δημοκρατική και κοινωνική» και κατοχυρώνει συνοπτικά την ισότητα των πολιτών ενώπιον του νόμου, την ανεξιθρησκεία και το αποκεντρωτικό σύστημα. Σύμφωνα, λοιπόν, με την απόφαση του Αρείου Πάγου ο βρεφονηπιακός σταθμός δεν διαχειρίζεται τον δημόσιο χώρο και στηρίζει τον κώδικα εργασίας των εργαζομένων, προστατεύοντας την προσωπική θρησκευτική ταυτότητά τους.


 Η διεύθυνση δεν μπορούσε να απαγορεύσει στην εργαζόμενη παιδαγωγό τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις (χρήση ισλαμικής μαντίλας). Ως εκ τούτου η πρώτη απόφαση απόλυσής της κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο ως  παράνομη διάκριση (Βλ. La laïcité en question, αφιέρωμα στην εφημερίδα Le Figaro, 25.03.2013).
Βέβαια δεν είναι οι μόνες περιπτώσεις που έρχονται στην δημοσιότητα και αφορούν παρόμοιες υποθέσεις στην Κεντρική Ευρώπη. Από την πλευρά του και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), το οποίο έχει ως σκοπό να συστηματοποιήσει την εξέταση προσφυγών που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά των Κρατών-μελών βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 1950, βρίσκεται αντιμέτωπο συνεχώς με παρόμοιες περιπτώσεις (βλ. πρόσφατες υποθέσεις Ladele και Farlane).  Τα παραπάνω φέρνουν στην επιφάνεια το ερώτημα εάν και κατά πόσο ο κάθε εργαζόμενος μπορεί/πρέπει να κρύβει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Με άλλα λόγια με ποιο τρόπο θα μπορούσαμε να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στην πολιτική ισότητα και τη θρησκευτική ελευθερία.
Στο χώρο της κοινωνιολογίας των θρησκειών επανειλημμένα έχει προβληθεί και αναλυθεί το δίλλημα του ιδιωτικού και δημόσιου χώρου.  Μέχρι τη δεκαετία του ’70 και στις αρχές ακόμη της δεκαετίας του ’80, η αναγωγή της θρησκείας στην ιδιωτική σφαίρα και η άποψη της θρησκείας ως ιδιωτικής υπόθεσης ήταν ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των κοινωνιολόγων. Σήμερα όμως με την επικράτηση της νεωτερικότητας, πολλοί κοινωνιολόγοι, όπως ο Robert Bellah, ο José Casanova, αλλά και ο Peter Berger, παρατηρούν τη σύγχρονη θρησκευτική ζωτικότητα και ανοίγουν πάλι τη συζήτηση σχετικά με το δημόσιο ρόλο της θρησκείας στις μοντέρνες κοινωνίες. (Βλ. περισσότερα Κ. Ζορμπά, Η Θρησκεία στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Προς μία νέα τυπολογική ανάλυση; Περιοδικό ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ, 43(2006-2007)90-99).
Ο Ιωάννης Πέτρου, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης,  συμβάλλοντας στο διάλογο αυτό, εισάγει μια τρίτη διάσταση, τη διάσταση του κρατικού (Θρησκεία και Κοινωνία, εκδ. Μπαμπουρνάκη, Θεσσαλονίκη 2012), ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό. Θεωρεί ότι οι πολίτες είναι ελεύθεροι να θρησκεύουν ή να μην θρησκεύουν, να αλλάζουν θρησκεία ή να απορρίπτουν οποιαδήποτε θρησκεία. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή τους σε μια θρησκευτική κοινότητα είναι εθελοντική και όχι υποχρεωτική. Με την προϋπόθεση αυτή, η σχέση τους με μια θρησκεία ανάγεται στην ιδιωτική σφαίρα, ως ζήτημα που εξαρτάται από την προσωπική επιλογή του ανθρώπου. Από τη στιγμή όμως, που οι άνθρωποι συναθροίζονται φανερά (εν κοινωνία και εν ορίοις –ενορία), οι θρησκείες μπορούν να εκφραστούν δημόσια –εφόσον η λατρεία είναι φανερή και όχι μυστική- και έχουν μια κοινωνική διάσταση που μπορεί να εκδηλωθεί με ποικίλους τρόπους. Με αυτούς τους όρους, η δημόσια δράση της θρησκείας όχι μόνο δεν εμποδίζεται, αλλά προστατεύεται από τις Διεθνείς Διακηρύξεις και Συμβάσεις για τα Δικαιώματα του ανθρώπου. Δεν επιβάλλεται όμως από την κρατική ή πολιτειακή εξουσία, αλλά η δημόσια παρουσία της κρίνεται από τη γνησιότητα του λόγου της και την «αποτελεσματικότητα» της δράσης της.
Βέβαια όλη η προβληματική των δικαστικών αποφάσεων φέρνει προς συζήτηση ακόμη ένα παλαιό στοιχείο. Την συνύπαρξη των πολιτισμών στην Ευρώπη, κυρίως  με το Ισλάμ (Βλ. Fr. Sergent, Le biopic du jihad, εφημερίδα Libération, 24.3.2013). Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι πολλοί παράγοντες έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση της Δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Αλλά , όπως γράφει ο Silvio Marcus Helmons, Καθηγητής στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβαίν (UCL), «εάν για να αποφύγουμε την προσβολή των θρησκευτικών πεποιθήσεων όλων των προσώπων που προέρχονται από άλλους πολιτισμούς, θα έπρεπε να γκρεμίσουμε τους ρωμανικούς ή τους γοτθικούς καθεδρικούς ναούς, των οποίων εξάλλου η συντήρηση κοστίζει πολύ ακριβά στην τοπική κοινότητα, ή να αποσύρουμε από τα μουσεία μας όλους τους πίνακες που παρουσιάζουν την Παρθένο με τον Χριστό ή τη Σταύρωση ή την αποκαθήλωση ή σκηνές από την ζωή ενός Αγίου, ή ακόμη και να τροποποιήσουμε τις ημερομηνίες των εορτών του ημερολογίου μας, δεν θεωρώ ότι όλα αυτά θα αποτελούσαν πρόοδο για μια καλύτερη κατανόηση ανάμεσα στους πολιτισμούς» (Βλ. την ιστοσελίδα της Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στις Βρυξέλλες http://www.regue.org/el/Νέα-και-Ειδήσεις/Δελτία-Τύπου-Επικαιρότητα/80-2009/222-Θρησκευτικά-σύμβολα-και-Ευρωπαϊκή-δικαιοσύνη).
Η συνύπαρξη λοιπόν των πολιτισμών και φιλοσοφικών απόψεων επιβάλλει την ανεξιθρησκία, την ανοχή και το ανοικτό πνεύμα, πράγμα που δεν σημαίνει την απόρριψη των κοσμικών παραδόσεων και των επιρροών που έχουν σημαδέψει την εξέλιξη της δυτικής κοινωνίας μας. Ο γνήσιος εμπλουτισμός που μπορεί να προκύψει από την επικοινωνία μεταξύ των πολιτισμών δεν θα υπάρξει παρά μόνον όταν, μέσα από τον διάλογο, ο κάθε πολιτισμός θα διατηρήσει την ιδιομορφία του και την ταυτότητά του. Και την εμπειρία αυτή του διαλόγου την έχουν όλες οι Αντιπροσωπείες των Εκκλησιών (ορθοδόξων και μη) στις Βρυξέλλες. Η απόσυρση της θρησκείας στην ιδιωτική σφαίρα σημαίνει κίνδυνο για την κοινωνική συνοχή αλλά και αποκοπή της κοσμικής κοινωνίας από σημαντικές πηγές δημιουργίας νοήματος και ταυτότητας.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στα σύγχρονα φιλελεύθερα δημοκρατικά κράτη η απαίτηση για ειρηνική συνύπαρξη των διαφορετικών ανθρώπων και η αποφυγή οπισθοδρόμησης στη θρησκευτική μισαλλοδοξία είναι το ζητούμενο. Ζητούμενο αποτελεί επίσης και για την Εκκλησία μας, να διαμορφώσει τον αναγκαίο λόγο και την κατάλληλη πρακτική που θα συμβάλει αποφασιστικά στην εδραίωση και προστασία του δημόσιου χώρου, ως του κατεξοχήν τόπου (εν τόπω ζώντων) όπου θα μπορεί να κηρυχθεί ο ευαγγελικός λόγος ως αλήθεια (και όχι ως ου-τόπος!).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου