Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Μαρί Κιουρί, 1867-1934

Γυναίκες που ξεχώρισαν στους αιώνες

Η Maria Sklodowska, όπως ήταν το όνομά της πριν παντρευτεί, γεννήθηκε στη Βαρσοβία το 1867. Η Μαρία αργότερα έγινε γνωστή σαν Μαντάμ Πιέρ Κιουρί και με το όνομα αυτό υπέγραφε τα επιστημονικά άρθρα και τις μελέτες της.
Ο πατέρας και η μητέρα της ήταν δάσκαλοι και πίστευαν πάρα πολύ στη αξία της μόρφωσης. Η Μαρία διδάχτηκε πρώτη φορά Φυσική και Χημεία από τον πατέρα της. Είχε τρομακτική όρεξη για μελέτη, όμως ανώτερες σπουδές στην Πολωνία για γυναίκες δεν ήταν εφικτές τον καιρό εκείνο. Η Μαρία ονειρευόταν να σπουδάσει στη Σορβόνη, στο Παρίσι, αλλά αυτό δεν ήταν μέσα στις δυνατότητες της οικογένειάς της. Για να λυθεί αυτό το πρόβλημα, έκανε μια συμφωνία με τη μεγαλύτερη αδελφή της Bronya. Η Μαρία θα δούλευε σαν γκουβερνάντα και θα βοηθούσε με τα χρήματα που θα κέρδιζε την αδελφή της να σπουδάσει Ιατρική στη Σορβόνη. Όταν τελείωνε η Bronya, θα βοηθούσε με τη σειρά της να σπουδάσει και η Μαρία. Με τον τρόπο αυτό η Μαρία ήρθε 24 χρονών στο Παρίσι να σπουδάσει Μαθηματικά και Φυσική. Στην αρχή έμενε στο σπίτι της αδελφής της που στο μεταξύ παντρεύτηκε ένα γιατρό. Παρόλο που είχε μείνει μακριά από σπουδές για 6 χρόνια, η μεγάλη θέλησή της τη βοήθησε να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα. Για να είναι κοντύτερα στο πανεπιστήμιο, νοίκιασε μια μικρή σοφίτα στο Καρτιέ Λατέν. Στη σοφίτα το κρύο ήταν τόσο έντονο, που το βράδυ για να κοιμηθεί φορούσε όλα τα ρούχα που είχε. Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε, η Μαρία αισθανόταν ότι είχε απόλυτη ελευθερία και μπορούσε πλέον να αφοσιωθεί στις σπουδές της.

Η ίδια γράφει: «Ένα νέος κόσμος φάνηκε μπροστά μου, ο κόσμος της επιστήμης, τον οποίο επιτέλους μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω με απόλυτη ελευθερία». Είχε την τύχη να έχει καθηγητές της τους κορυφαίους μαθηματικούς και φυσικούς της Γαλλίας, όπως τους: Marcel Brillouin, Gabriel Lippmal, Paul Appell και άλλους. Το 1893, δηλ. δύο χρόνια αργότερα, τελείωσε το φυσικό τμήμα και τον επόμενο χρόνο τελείωσε δεύτερη σε επίδοση στο μαθηματικό τμήμα.
Την περίοδο εκείνη συναντά τον Pierre Curie, μια γνωριμία που ασφαλώς θα ήταν καθοριστική για την υπόλοιπη ζωή της. Ο Πιέρ ήταν 35 ετών, οκτώ χρόνια μεγαλύτερός της, και ήδη ένας φυσικός γνωστός σε όλο τον κόσμο, χωρίς όμως ιδιαίτερη αποδοχή από τη γαλλική επιστημονική κοινότητα.
Ο Πιέρ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1859. Δε φοίτησε σε κάποιο διάσημο σχολείο του Παρισίου αλλά τις πρώτες γνώσεις για τη φυσική τις πήρε από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν φυσικός, κι από ένα ιδιωτικό δάσκαλο. Ήταν ένας σπουδαίος οραματιστής, του οποίου η μεγαλύτερη ευχή ήταν να αφιερώσει τη ζωή του στην επιστημονική εργασία και έρευνα. Δεν τον ενδιέφερε καθόλου η καριέρα με την κατεστημένη έννοια και αδιαφορούσε για τους επαίνους. Για να βγάζει τα προς το ζην, ήταν διευθυντής των εργαστηρίων στη Σχολή Βιομηχανικής Φυσικής και Χημείας, και τον καιρό εκείνο μελετούσε κρυστάλλους και τις μαγνητικές ιδιότητες των ουσιών σε διαφορετικές θερμοκρασίες. Σε ηλικία 21 ετών μαζί με τον αδελφό του Jacques είχαν ανακαλύψει το φαινόμενο του πιεζοηλεκτρισμού, δηλαδή το φαινόμενο κατά το οποίο αναπτύσσεται διαφορά δυναμικού σε ορισμένους κρυστάλλους, όταν εφαρμόζουμε μηχανική πίεση σε αυτούς.

Όταν η Μαρία και ο Πιέρ γνωρίστηκαν, ένοιωσαν αρχικά μια μεγάλη πνευματική έλξη, η οποία όμως γρήγορα μετατράπηκε σε κάτι βαθύτερο. Τον Ιούλιο του 1895 παντρεύτηκαν στην πόλη Sceaux. Την ίδια χρονιά ο Πιέρ παίρνει το διδακτορικό του που αφορούσε τη σχέση ανάμεσα στη θερμοκρασία και το μαγνητισμό και που έως και σήμερα είναι γνωστός ως νόμος του Curie.

Στο μεταξύ η Μαντάμ Κιουρί, όπως ήθελε και η ίδια να αποκαλείται, παίρνει το δίπλωμα της δασκάλας, πρώτη στην ομάδα της. Η κόρη τους Ιρέν γεννήθηκε το Σεπτέμβριο του 1897. Την ίδια χρονιά η Μαντάμ Κιουρί κάνει έρευνες σχετικές με τις μαγνητικές ιδιότητες των ουσιών στη σχολή που εργαζόταν ο άντρας της και προσπαθεί να βρει ένα θέμα για το διδακτορικό της.

Η ανακάλυψη του Becquerel ότι τα άλατα του ουρανίου εκπέμπουν ακτινοβολίες πέρασε σχεδόν απαρατήρητη, όταν ανακοινώθηκε, όμως η Μαρία αποφάσισε να κάνει μια πιο συστηματική μελέτη. Στη μελέτη αυτή χρησιμοποίησε ένα ηλεκτρόμετρο, δηλ. ένα όργανο για τη μέτρηση ασθενών ρευμάτων που είχαν κατασκευάσει ο Πιέρ κι ο αδελφός του.

Μελετώντας κατόπιν όλα τα στοιχεία του περιοδικού πίνακα, κατέληξε ότι μόνο το ουράνιο και το θόριο έδιναν ακτινοβολία. Κατόπιν η Μαντάμ Κιουρί μελέτησε φυσικά μεταλλεύματα που περιείχαν ουράνιο και θόριο. Παίρνοντας δείγματα από γεωλογικά μουσεία διαπίστωσε ότι το ορυκτό "πισσουρανίτης" είχε ακτινοβολία περίπου πέντε φορές ισχυρότερη από την ακτινοβολία του ουρανίου. Τότε υπέθεσε ότι ένα νέο στοιχείο ήταν σε μικρή περιεκτικότητα στο μετάλλευμα.

Ο Πιέρ αμέσως εκτίμησε την αξία των ανακαλύψεων της Μαντάμ Κιουρί κι εγκατέλειψε τις έρευνές του για να τη βοηθήσει. Τον Ιούλιο του 1898 είχαν απομονώσει μια ουσία που είχε 300 φορές ισχυρότερη ακτινοβολία από το ουράνιο και είχε χημική συμπεριφορά όμοια με το βισμούθιο. Προτείνουν το νέο στοιχείο να ονομασθεί πολώνιο, τιμώντας τη χώρα καταγωγής της Μαντάμ Κιουρί. Στις 26 Δεκεμβρίου 1898 ανακοίνωσαν στη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών ότι έχουν σοβαρές ενδείξεις για μια νέα πολύ δραστική ουσία που συμπεριφέρεται από χημική άποψη σαν το βάριο. Πρότειναν το νέο αυτό στοιχείο να ονομαστεί "ράδιο". Την ίδια περίοδο εισάγουν τον όρο "ραδιενέργεια" (radioactivite).Για να αποδείξουν την ύπαρξη του νέου στοιχείου, θα έπρεπε να το παρουσιάσουν σε μια λογική ποσότητα, να υπολογίσουν το ατομικό του βάρος και, πριν από όλα, να το απομονώσουν. Για να γίνουν αυτά, θα έπρεπε να κατεργαστούν τόνους από πισσουρανίτη. Ήταν γνωστό στους Κιουρί ότι στη Βοημία υπήρχαν δίπλα σε ένα ορυχείο, μεγάλες ποσότητες από σκουριά πισσουρανίτη. Η εξέταση του δείγματος έδειξε ότι η σκουριά ήταν ακόμη πιο ενεργή από το αρχικό μετάλλευμα, οπότε μέσω της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών προμηθεύτηκαν μια σημαντική ποσότητα μεταλλεύματος. Η περίοδος που ακολουθεί μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί σαν θρυλική. Σε ένα χώρο (είχε πάτωμα από χώμα κι όταν έβρεχε έβαζε νερά) που τους διέθεσε η σχολή που εργαζόταν ο Πιέρ, η Μαντάμ Κιουρί επεξεργαζόταν 20 κιλά σκουριάς κάθε φορά. Πρώτα απομάκρυνε τις προσμίξεις και στη συνέχεια έπρεπε να ανακατεύει σχεδόν όλη την ημέρα μία μάζα σκουριάς σε νερό, χρησιμοποιώντας ένα μεταλλικό αναδευτήρα που είχε μέγεθος σχεδόν το ύψος της. Κατόπιν ο Πιέρ έκανε τις μετρήσεις. Παρά τις αντιξοότητες, η περίοδος αυτή θεωρείται η καλύτερη της ζωής των Κιουρί. Ιστορική έχει μείνει εκείνη η νύχτα που μπήκαν στο χώρο που εργάζονταν και είδαν το προϊόν των κόπων τους να φωσφορίζει.

Ο μεγάλος Γερμανός Χημικός Wilhelm Ostwald ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε τη σημασία των ερευνών των Κιουρί . Ταξίδεψε λοιπόν από το Βερολίνο στο Παρίσι για να δει το έργο τους και όταν πήγε στο σπίτι τους δε βρήκε κανέναν. Κατόπιν πήγε στην αποθήκη που εργαζόταν η Μαρία. Όταν είδε το χώρο, νόμισε ότι κάποιοι του έκαναν φάρσα, διότι όπως λέει ο ίδιος, «ο χώρος ήταν κάτι ανάμεσα σε στάβλο και σε αποθήκη με πατάτες».

Στη μικρή γιορτή που ακολούθησε για να γιορταστεί η επιτυχία της Μαντάμ Κιουρί ήταν ανάμεσα στους καλεσμένους και ο Ernest Rutherford. Η παρουσία του δεν ήταν τυχαία, αφού οι έρευνές του στέφθηκαν με επιτυχία μόνο όταν η Μαντάμ Κιουρί του έδωσε ένα ισχυρά ραδιενεργό παρασκεύασμα. Αργότερα, στο τέλος της γιορτής, ο Πιέρ έβγαλε από το σακάκι του ένα δοκιμαστικό σωλήνα που είχε άλατα ραδίου σε διάλυση. Το διάλυμα άρχισε να φωσφορίζει και όλοι κοιτούσαν έκπληκτοι και σιωπηλοί. Ταυτόχρονα παρατήρησαν ότι τα δάχτυλα του Πιέρ ήταν γεμάτα ουλές και ότι ήταν δύσκολο για αυτόν να κρατήσει το δοκιμαστικό σωλήνα.

Μια βδομάδα αργότερα παρουσίασαν τα πειράματά τους στο Βασιλικό Ινστιτούτο του Λονδίνου. Εκεί ο Πιέρ εξήγησε το ιατρικό τεστ που έκανε στον εαυτό του. Είχε κρατήσει στο χέρι του ένα δείγμα ραδίου για δέκα ώρες και κατόπιν περιέγραψε την πορεία του εγκαύματος που δημιουργήθηκε. Για πρώτη φορά οι Κιουρί μίλησαν για το ενδεχόμενο το ράδιο να χρησιμοποιηθεί στη θεραπεία του καρκίνου. Όμως και οι δύο ήταν ήδη άρρωστοι. Ο Πιέρ μετά βίας μπορούσε να σταθεί όρθιος, ενώ και οι δύο είχαν εγκαύματα. Ο Πιέρ επισκέφτηκε γιατρό που διέγνωσε ασθένεια των νεύρων και πρότεινε στρυχνίνη. Σήμερα, αν κάποιος θέλει να μελετήσει τα τρία βιβλία των σημειώσεών τους που βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων, θα πρέπει να υπογράψει υπεύθυνη δήλωση ότι το κάνει με δική του ευθύνη, λόγω της ραδιενέργειας που ακόμη εκπέμπουν. Μπροστά στην προοπτική το ράδιο να χρησιμοποιηθεί στην ιατρική, στις ΗΠΑ άρχισαν να χτίζονται εργοστάσια παραγωγής ραδίου, οι Κιουρί όμως όχι μόνο δεν έκαναν πατέντα τη δουλειά τους αλλά βοήθησαν όσο μπορούσαν τα εργοστάσια με τις εργαστηριακές τους έρευνες.

Το 1903 οι Κιουρί μοιράζονται το Νόμπελ Φυσικής μαζί με τον καθηγητή Μπεκερέλ. Ο Πιέρ με γράμμα του στη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών εξηγεί ότι αυτός και η Μαντάμ Κιουρί είναι άρρωστοι και δεν μπορούν να παραστούν στην τελετή. Τελικά πήγαν το 1905. Όπως προκύπτει από τα αρχεία της επιτροπής που πρότεινε τους Κιουρί για το Νόμπελ, η αρχική πρόταση ήταν χωρίς τη Μαντάμ Κιουρί. Η Μαντάμ Κιουρί τιμήθηκε με το Νόμπελ μόνον όταν ο Πιέρ πληροφορήθηκε την πρόταση της επιτροπής και με γράμμα του ζήτησε να είναι απαραίτητα μέσα στο βραβείο και η Μαντάμ Κιουρί. Η απονομή του Νόμπελ έλυσε αρκετά οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζαν, ενώ ξαφνικά το ζεύγος Κιουρί απέκτησε μεγάλη δημοσιότητα. Στην πραγματικότητα για πρώτη φορά υπήρχε τόση δημοσιότητα για ένα βραβείο Νόμπελ στις επιστήμες. Μέχρι τότε, το σημαντικότερο βραβείο Νόμπελ ήταν το βραβείο της λογοτεχνίας. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ήταν η Μαντάμ Κιουρί, μια λεπτεπίλεπτη γυναίκα, που επεξεργάστηκε τόνους πισσουρανίτη, για να πάρει μια μικρή ποσότητα ενός μαγικού στοιχείου. Οι Κιουρί δεν ένοιωθαν καλά με όλη αυτή την κατάσταση, τη θεωρούσαν χάσιμο χρόνου. Παρά τη δημοσιότητα, με την υγεία τους να χειροτερεύει διαρκώς, οι Κιουρί, εξακολουθούν να εργάζονται στο παλιό τους εργαστήριο και παρά τις προσπάθειές τους δεν μπόρεσαν ποτέ να αποκτήσουν έναν πραγματικό χώρο εργαστηρίου.

Στις 19 Απριλίου 1906 ο Πιέρ σκοτώνεται από μια άμαξα με άλογα στο Παρίσι και η Μαντάμ Κιουρί μένει μόνη με δύο κόρες, την Irene, 9 χρονών, και την Eve, 2 χρονών. Όταν προσφέρθηκε στη Μαντάμ Κιουρί μια σύνταξη, την αρνήθηκε, λέγοντας «Είμαι 38 ετών και μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου». Ως η καταλληλότερη, εξελέγη στη θέση του συζύγου της και γίνεται έτσι η πρώτη γυναίκα που διδάσκει στη Σορβόνη. Η Μαντάμ Κιουρί φροντίζει για τη μόρφωση της κόρης της Ιρέν και οργανώνει ένα μικρό σχολείο, όπου διάσημοι καθηγητές-γονείς διδάσκουν στα παιδιά τους. Είχε την επαναστατική για την εποχή άποψη ότι τα παιδιά έπρεπε να διδάσκονται τις επιστήμες νωρίς, σε επίπεδο ανάλογο με την ηλικία τους. Την εποχή αυτή μπήκαν οι βάσεις για την πολύ αξιόλογη επιστημονική πορεία της Ιρέν.

Το 1908, η Μαντάμ Κιουρί γίνεται η πρώτη γυναίκα με τον τίτλο της καθηγήτριας, στη Σορβόνη. Με τη βοήθεια του Andre Debierne κατορθώνει να απομονώσει το ράδιο σε μεταλλική μορφή. Το 1911 παίρνει το Νόμπελ Χημείας για τη συμβολή της στην απομόνωση του πολωνίου και του ραδίου. Οι χημικοί της εποχής εκείνης θεωρούσαν την ανακάλυψη του ραδίου ως τη σημαντικότερη ανακάλυψη από την εποχή της ανακάλυψης του οξυγόνου.Παρά τα δύο Νόμπελ και την πρόσκλησή της στο 1ο συνέδριο Solvay, η Μαντάμ Κιουρί δεν έγινε αποδεκτή στην Ακαδημία Επιστημών της Γαλλίας και το γεγονός αυτό τη στεναχώρησε αφάνταστα. Πριν την απόφαση της Ακαδημίας, όλοι ήταν σίγουροι ότι η εκλογή της ήταν περίπου αυτονόητη.

Όμως το κλίμα της εποχής δε βοηθούσε καθόλου. Οι εφημερίδες, μέσα σε μια έξαρση εθνικισμού, αντιφεμινισμού έως και αντισημιτισμού, θεώρησαν τη Μαντάμ Κιουρί σαν μια ξένη από την Πολωνία, μέχρι και Εβραία, διότι το όνομα Sklodowska έμοιαζε εβραϊκό κ.α. Στην τελική ψηφοφορία χάνει για δύο ψήφους από τον Edouard Branly. Αργότερα, όταν η Μαντάμ Κιουρί βρισκόταν στο Βέλγιο, στο Συνέδριο Solvay, ξεσπά και δεύτερο σκάνδαλο με ευθύνη του τύπου. Οι εφημερίδες με πρωτοσέλιδα ισχυρίζονται ότι η Μαντάμ Κιουρί είχε σχέση με το συνάδελφό της καθηγητή φυσικής Paul Langevin, παντρεμένο και με 4 παιδιά. Η Μαντάμ Κιουρί και ο Λανζεβέν αρνούνται τα πάντα, όμως οι εφημερίδες εξακολουθούν να επιμένουν με πρωτοσέλιδα. Μετά από λίγο δημοσιεύονται κάποιες κλεμμένες επιστολές από το σπίτι του Λανζεβέν, από τις οποίες όμως δεν προκύπτει απολύτως τίποτα. Ο τύπος ωστόσο επιμένει, και φτάνουμε στο φαινόμενο η Μαντάμ Κιουρί, που τόσο δόξασε τη Γαλλία, να ζει σχεδόν φυλακισμένη στο σπίτι της. Απέξω ο όχλος ζητούσε να επιστρέψει στην Πολωνία και πετούσε πέτρες. Η Μαντάμ Κιουρί, απογοητευμένη και φοβισμένη αναγκάζεται να μετακομίσει σε σπίτι φίλων, κι από εκεί όμως γίνεται προσπάθεια να εκδιωχθεί. Ο Λανζεβέν, κάτω από μεγάλη πίεση, προκαλεί τον εκδότη της εφημερίδας που δημοσίευσε τα γράμματά του σε μονομαχία με πιστόλια. Η μονομαχία όμως εξελίσσεται σε παρωδία.

Τα γεγονότα επηρεάζουν και τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών. Ο γνωστός Svante Arrhenious, που ήταν γραμματέας της Ακαδημίας, με επιστολή του ζητάει από τη Μαντάμ Κιουρί να μη δεχτεί το βραβείο Νόμπελ. Ο Λανζεβέν με επιστολή του εξηγεί στον Αρένιους τι ακριβώς συμβαίνει στη Γαλλία και τελικά η Μαντάμ Κιουρί παραλαμβάνει στη Στοκχόλμη το Νόμπελ. Η Μαντάμ Κιουρί, παρά τον ισχυρό χαρακτήρα της, πέφτει σε κατάθλιψη και εισάγεται σε νοσοκομείο. Αργότερα, για να αποφύγει την πίεση, πηγαίνει σε φίλους της στην Αγγλία. Τελικά το θέμα ξεφουσκώνει και στην πραγματικότητα δεν αποδείχτηκε ποτέ τίποτα.

Όταν το 1914 ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μαντάμ Κιουρί έστειλε τις κόρες της Ιρέν και Εύα στην Αγγλία για ασφάλεια. Η ίδια ασφάλισε την ποσότητα ραδίου που είχε παρασκευάσει μέχρι εκείνη τη στιγμή σε μια τράπεζα στο Μπορντό. Κατόπιν εργάστηκε σκληρά για να εξοπλίσει 20 φορτηγά σαν κινητά νοσοκομεία και για να εγκαταστήσει σε αυτά περίπου 200 συσκευές παραγωγής ακτινών Χ. Η ίδια εκπαίδευε τους χειριστές των συσκευών και πολλές φορές οδηγούσε τα αυτοκίνητα. Μετά το τέλος του πολέμου, ασχολήθηκε με το Ινστιτούτο του Ραδίου, ένα Ινστιτούτο που η ίδια είχε ιδρύσει και που είχε παγκόσμια αναγνώριση. Παρόλα αυτά, η Γαλλική κυβέρνηση δεν τη βοηθούσε αρκετά και η ίδια έπρεπε να ξοδεύει μεγάλο μέρος του πολύτιμου χρόνου της για να βρίσκει χρήματα για το Ινστιτούτο. Εργάζεται επίσης σκληρά για την Κοινωνία των Εθνών. Μάλιστα, μια περίοδο ήταν και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πνευματικής Συνεργασίας της Κοινωνίας των Εθνών.

Η Μαντάμ Κιουρί γνώρισε τη διάσημη Αμερικανίδα δημοσιογράφο Μαρία Μαλόνεϊ, γνωστή και σαν Μίσι, όταν στην Αμερική είχαν παρασκευαστεί βιομηχανικά περίπου 50 γραμμάρια ραδίου, ενώ η ίδια είχε μετά βίας 1 γραμμάριο. Η Μίσι προσφέρθηκε να βοηθήσει τη Μαντάμ Κιουρί και άρχισε μια καμπάνια μέσω του τύπου για το σκοπό αυτό. Μετά από λίγο καιρό, η Μαντάμ Κιουρί έγινε πολύ δημοφιλής στην Αμερική και όλοι ήθελαν να τη γνωρίσουν. Παράλληλα, γίνεται μία εκστρατεία, κυρίως ανάμεσα στις γυναίκες της Αμερικής, για να συγκεντρωθούν χρήματα για την αγορά ραδίου. Σύντομα συγκεντρώθηκαν αρκετά χρήματα για την αγορά ενός γραμμαρίου ραδίου και η Μίσι κανόνισε να της το προσφέρει ο ίδιος ο πρόεδρος της Αμερικής, ο Warren Harding.

Όταν τα γεγονότα αυτά μαθεύτηκαν στη Γαλλία, διοργανώθηκε μια μεγάλη εκδήλωση στην Όπερα του Παρισιού. Στην εκδήλωση αυτή η διάσημη ηθοποιός Σάρα Μπερνάρ διάβασε την «Ωδή στη Μαντάμ Κιουρί», στην οποία η Μαντάμ Κιουρί παρομοιαζόταν με αδελφή του Προμηθέα. Η Γαλλία, που πριν δέκα χρόνια την είχε πετάξει στη λάσπη, τώρα την παρομοιάζει με την Ζαν Ντ΄Αρκ.
Η Μαντάμ Κιουρί πέθανε από λευχαιμία στις 4 Ιουλίου 1934 λόγω της μακροχρόνιας επαφής της με ραδιενεργά στοιχεία.

Αυτό που φαίνεται από τη ζωή των δύο αυτών ανθρώπων είναι η βαθιά, ανιδιοτελής αγάπη τους για την επιστήμη. Τους βλέπουμε να μη δίνουν σημασία ούτε στην αδιαφορία των διάσημων πανεπιστημίων, ούτε στις πολύ δύσκολες συνθήκες, με τις οποίες έκαναν τις έρευνές τους, ούτε ακόμα στην κακή κατάσταση που οδηγούσαν την υγεία τους αυτές οι έρευνες.

"Οι ηθικές αρετές, που δεν είναι λιγότερο σημαντικές, είναι η επιμονή, η προσήλωση και κυρίως αυτό το ανυστερόβουλο πάθος που κατευθύνει το νέο προς το δρόμο της επιστήμης, όπου δεν μπορεί να περιμένει υλικά αγαθά αντίστοιχα με αυτά που προσφέρουν το εμπόριο και η βιομηχανία». «Η προστασία της επιστημονικής κλίσης των νέων αποτελεί επομένως ιερό καθήκον για κάθε κοινωνία που ενδιαφέρεται για το μέλλον της».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου