Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020

Τα κάρβουνα της συγγνώμης




Του Αρχιμανδρίτη Εφραίμ Παναούση

Μακάρι να την γνωρίζαμε έτσι. Ως πόλη των Αγίων. Είναι μάνα ανθρώπων που έφεραν το Θεό στη γη. Η Αθήνα. Σ’ αυτή λοιπόν τη διαμαντόπετρα γεννήθηκε στα 862 μ.Χ. ο Όσιος Θεοδόσιος ο Νέος. Όταν μακάρισαν οι γονείς του θέλησε να αποσυρθεί στην αγγελική ζωή που από μικρό παιδί ονειρευόταν. Βρήκε έναν γέροντα πολύ ενάρετο από τον οποίο θα μάθαινε το δρόμο της καλογερικής. Όταν ο γλυκύτατος έρωτας της ησυχία άναψε μέσα του ζήτησε ευλογία να ζήσει σε έρημο τόπο. Στα όρια της επαρχίας του Άργους θα ξεκινήσει τα ασκητικά του παλαίσματα. Όμως οι αγώνες έκαναν τον διάβολο να κινήσει εναντίον του. με τρόπους δόλιους και  ύπουλες παγίδες προσπάθησε να κλονίσει τον αγωνιστή του Χριστού. Μάταια. Τότε λοιπόν χρησιμοποίησε ως όργανα του ανθρώπους φθονερούς. Αυτοί λοιπόν κατηγόρησαν τον Όσο στον Επίσκοπο Άργους τον αγιότατο Πέτρο, ότι τάχα είναι πλάνος και με τις μαγείες του εξαπατά τους ανθρώπους. Ο Αρχιερέας δίνοντας πίστη στα γεμάτα  μίσος λόγια των συκοφαντών αποφάσισε να διώξει τον Όσιο από την επαρχία του. Όμως κατά Θεού οικονομία εκείνη την εποχή συγκλήθηκε σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη κι έπρεπε να μεταβεί εκεί ο Αρχιερέας του Άργους. Έτσι εμποδίστηκε η εξορία του Αγίου. Αποφάσισε όμως μόλις θα επέστρεψε να εκτελέσει την απόφαση του.



Πηγαίνοντας ο μακάριος Πέτρος στην Κωνσταντινούπολη βλέπει σε όραμα τον Όσιο Θεοδόσιο να του λέγει: «Γιατί κινήθηκες άδικα εναντίον μου και θέλεις να με εξορίσεις από την επαρχία σου, χωρίς να έχω κάνει κανένα κακό; Πρόσεξε, γιατί η εξορία αυτή δε θα βλάψει εμένα, μάλλον εσένα περισσότερο. Γι’ αυτό σταμάτησε να σκέφτεσαι αυτό το παράνομο εγχείρημα, γιατί οι διώκτες μου είναι συκοφάντες και εχθροί του Χριστού τον οποίο εγώ τιμώ και λατρεύω». Ταραγμένος ο Αρχιεπίσκοπος τόλμησε να ρωτήσει: «Ποιος είσαι;». Εγώ είμαι, ο δούλος του Θεού Θεοδόσιος και κατοικώ στα όρια της επαρχίας σου. αφού ξύπνησε ο μακάριος Πέτρος αποφάσισε να μην τον εξορίσει. Την ίδια στιγμή κάποιος υπηρέτης σταλμένος από τον ίδιο τον Πατριάρχη παρήγγειλε στον Επίσκοπο Πέτρο να μην εξορίσει τον όσιο γιατί κι εκείνος το ίδιο βράδυ είχε δει το ίδιο όραμα.


Όταν γύρισε στην Πελοπόννησο ο Επίσκοπος πήγε να βρει τον Όσιο, για να ζητήσει συγχώρεση που έδωσε εμπιστοσύνη σε συκοφάντες. Στο πλήθος των χαρισμάτων που κοσμούσαν τον Όσιο ήταν και το χάρισμα το διορατικό. Βλέποντας λοιπόν νοερά τον ερχομό του αγίου επισκόπου βγήκε σε απάντηση του. άναψε τότε κάρβουνα και τα τοποθέτησε στον καλογερικό του σκούφο. Και σαν έφθασε ο επίσκοπος, ο Όσιος κρατώντας με τα γυμνά του  χέρια τα κάρβουνα θυμίαζε τον Αρχιερέα! Στο αντίκρισμα αυτής της εικόνας ο μακάριος Πέτρος κατέβηκε από το άλογο του κι έτρεξε να ασπασθεί τον Όσιο. Και εκείνος ταπεινά τον ασπάσθηκε όπως ταιριάζει σε μοναχό. Μετά από λίγο καιρό ο επίσκοπος Πέτρος χειροτόνησε διάκονο και μετά από λίγο Ιερέα τον όσιο Θεοδόσιο. Η αγιότητα του βίου του διαδόθηκε σ’ όλη την επαρχία του Άργους αλλά και πολύ πιο μακριά σ’ όλον τον κόσμο, εκεί που η χάρη των Αγίων θαυματουργεί και συγχωρεί όταν οι άνθρωποι μισούν το φώς και την αλήθεια, επειδή δεν τους ανήκει.


Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τον Ιανουάριο του 2003

Επιμέλεια: Κώστας Ζουρδός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου