Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

Ο πολύτιμος μαργαρίτης


Του Αρχιμανδρίτη Εφραίμ Παναούση

«Να διαβάζεις την Αγία Γραφή, παιδί μου. Θησαυρός μεγάλος, πολύτιμο διαμάντι που γλυκαίνει τη ζωή μας. Ο Δαβίδ λέει τόσο όμορφο, σαν μέλι είναι ο Νόμος σου, Κύριε, και πιο γλυκός κι απ’ το μέλι. Βάλε κανόνα, παιδί μου, στη ζωή σου να διαβάζεις ένα κεφάλαιο απ’ την Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή είναι σαν ορυχείο. Όσο σκάβεις, τόσο ανακαλύπτεις πολύτιμα κοιτάσματα. Η καρδιά μας φωτίζεται, αγιάζεται. Η Αγία Γραφή είναι το φως του Χριστού. Σκέφου, παιδί μου, πως πάνω στην Αγία Τράπεζα βρίσκεται το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και ο Λόγος Του, το ιερό Του Ευαγγέλιο». Τελειώνοντας ο γέροντας το λόγο του ξεκίνησε να σπρώχνει με τα μεγάλα του δάχτυλα ένα παλιό κομποσκοίνι καμωμένο από άγριο μαλλί. Το καλογέρι του τον κοιτάζει στα μάτια και παράξενο να το πεις, μα ένιωσε το γλυκασμό μέσα στην καρδιά του. Ο γέροντας συνέχισε: «Άκου, παιδί μου, όχι μόνο τους ανθρώπους που ζουν μέσα στην Εκκλησία, τους στηρίζει και τους φωτίζει. Όχι μόνο παρηγορεί τους αδυνάτους αλλά και τους ανθρώπους που ζουν μακριά Του τους κάνει από ανήμερους λύκους, πρόβατα ήμερα. Μα για να έρθει το φως πρέπει κι ο άνθρωπος να έχει τα αυτιά και τα μάτια της ψυχής ανοιχτά. Πρέπει τα φύλλα της καρδιάς να μην είναι σφαλιστά, πρέπει η μέσα κάμαρη να είναι ανοιχτή και φιλόξενη.


Λοιπόν, άκου να σου πω μια διήγηση απ’ τις χρυσές σελίδες της ιεραποστολής που μιλάνε για τούτο ακριβώς. Πως ο λόγος Του μπορεί να «αιχμαλωτίσει» τους πιο μεγάλους και τους πιο τρανούς. Κάποτε στη μακρινή χώρα της Ιαπωνίας έφτασε ένας Ρώσος Ιεραπόστολος, ο κατόπιν Άγιος της Εκκλησίας Νικόλαος Κασάτκιν, πρώτος ιεραπόστολος της χώρας. Δεν πήγε σαν τους Δυτικούς ιεραπόστολους με την εξουσία των χρημάτων και τη δύναμη του όπλου. Εκείνος ακολουθώντας το Δάσκαλο του έζησε φτωχός και ξένος, πατέρας αδυνάτων και ταλαιπωρημένων. Με όπλο του την Αγία γραφή μιλούσε, παρηγορούσε, θεράπευε. Μα ο κόσμος δεν ήταν έτοιμος για το λόγο του Αγίου κι αντιδρούσε. Κάθε που ξεκινούσε το κήρυγμα οι κάτοικοι τον λοιδορούσαν, τον ειρωνεύονταν, τον έδιωχναν. Η καρδιά του χτυπούσε. Που με έστειλες Κύριε; Ποιο είναι το θέλημα Σου;

Ένα βράδυ διάβασε το Απόδειπνο, προσευχήθηκε θερμά αποθαρρυμένος για τους κόπους και πήρε να διαβάσει ην επί του Όρους ομιλία του Κυρίου. Διάβαζε δυνατά για αν ακούει μια ορθόδοξη φωνή στην απαρήγορη χώρα. Ξαφνικά άκουσε ένα θόρυβο. Μα νόμισε μήπως ο πειρασμός του παίζει παιχνίδια. Και συνέχισε την μελέτη του. Μα ξαφνικά μπροστά του εμφανίστηκε ένας άγριος πολεμιστής που είχε σηκώσει το σπαθί του κι ετοιμαζόταν να σκοτώσει τον Άγιο. Θα σε σκοτώσω, του είπε, γιατί κηρύττεις άλλο θεό στη χώρα μου. Ο Άγιος δεν τα έχασε. Στάσου, του λέει. Θα σου διαβάσω λίγο από αυτά που μελετώ και μετά σκότωσε με. Και ξεκίνησε αργά να διαβάζει. Η ώρα περνούσε και το σπαθί πήρε σιγά – σιγά να κατεβαίνει. Ο δήμιος στεκόταν μπροστά του κι άρχισε να δακρύζει. Διάβασε, του λέει, μη σταματάς, δε σε πειράζω. Ο Άγιος ζούσε ένα θαύμα. Σαν τελείωσε κοίταξε τον παραλίγο εκτελεστή του που έκλαιγε σαν μικρό παιδί. Σηκώθηκε και τον ασπάσθηκε. Το σπαθί έπεσε με έναν ξερό κρότο, νικημένο από το Λόγο του Θεού. Ο πολεμιστής άφησε την παλιά του ζωή και ακολούθησε τον ταπεινό ιεραπόστολο. Κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε και χειροτονήθηκε πρώτος ιερέας στην Ιαπωνία. Ήταν ο π. Παύλος Σεβάμπε.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τον Νοέμβριο του 2004

Επιμέλεια: Κώστας Ζουρδός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου