Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Η συγκλονιστική ομιλία της Ηγουμένης Ιλαρίας για την Μακαριστή Γερόντισσα Μεθοδία!...

 


Την Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022 στο Ι. Ησυχαστήριο του Τιμίου Σταυρού Κορινθίας, τελέστηκε το ετήσιο μνημόσυνο της Μακαριστής Γερόντισσας Μεθοδίας και εκεί το πλήρωμα της Εκκλησίας είχε την ευλογία να ακούσει μια συγκλονιστική ομιλία για την μακαριστή Γερόντισσα από την Ηγουμένη του Ησυχαστηρίου Γερόντισσα Ιλαρία. 

 

Της Καθηγουμένης Γερόντισσας Ιλαρίας του Ιερού Ησυχαστηρίου 

Τιμίου Σταυρού Κορινθίας

Σεβασμιώτατε Ἅγιε Ποιμενάρχα μας κ.κ. Διονύσιε,

Σεβασμιώτατε Ἅγιε Σάμου κ.κ. Εὐσέβιε, Σεβασμιώτατε Ἅγιε Ζιχνῶν κ.κ. Ἰερόθεε, Θεοφιλέ­στα­τε Ἐπίσκοπε Κεγχρεῶν κ.κ. Ἀγάπιε, Ὁ­σιο­λο­γιώ­τα­τοι Ἅγιοι Κα­θηγούμενοι καί Ὁσιολογιώτατες Γερόντισσες, Σεβαστοί Πα­τέ­ρες, Ὁσιώτατες Ἀδελφές, Ἐλλογιμώτατοι κύριοι πανεπιστημιακοί δι­δάσκαλοι, Ἀ­ξιό­τιμε Κύριε Ὑπουργέ, Ἀξιότιμε Κύριε Δήμαρχε, Ἐ­ντι­μότατοι Ἀρχοντες τοῦ τόπου μας, Ἀξιότιμοι φο­ρεῖς τῆς Το­πι­κῆς Διοικήσεως, ἀδελφοί μας ἐν Χριστῷ.

Θερμῶς εὐχαριστοῦμε ὅλους σας, γιά τήν παρουσία σας σή­με­ρα ἐδῶ, τιμώντας τήν μνήμην τῆς πολυσεβάστου καί πολυα­γα­πη­μένης Μητρός μας Μεθοδίας Μοναχῆς. Πανήγυρη θυμίζει ἡ ση­μερινή μέρα καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Γερόντισσά μας, ἄξιζε αὐ­τές τίς τιμές. Καί τίς ἄξιζε γιατί ποτέ δέν τίς φαντάσθηκε γιά τόν ἑαυ­τό της καί ποτέ δέν τίς ἐπόθησε. Ἔφυγε σέ μιά ἐποχή πού δέν μπο­ροῦσε ὁ κόσμος πού τήν ἀγάπησε νά τῆς ἀποδώσει, ἔστω καί τίς λίγες ἐκκλησιαστικές τιμές πού θά δικαιούταν. Πέρασε στήν αἰω­νιότητα τόσο γρήγορα καί τόσο ἀφανῶς, πού ἀδυνατεῖ κανείς νά πιστέψει πῶς δέν θά τήν συναντήσει στό Μοναστήρι.

Τολμῶ νά λάβω τό λόγο τούτη τή στιγμή, ἐκ μέρους ὅλης τῆς Ἀδελφότητός μας, ὄχι γιατί ἡ Γερόντισσα Μεθοδία ἔχει ἀ­νά­γκη ἀπό λόγους, ἀλλά γιατί ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη νά ἐκφράσου­με τήν ψυχή μας. Ἐάν καί ἐμεῖς σιωπήσουμε «οἱ λίθοι κεκράξο­νται…»

Μᾶς μιλοῦσε πάντα γιά τήν ταπείνωση καί τήν ἀξίωσε ὁ Κύ­ριός μας νά τήν βιώσει σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο καί στή ζωή της καί στήν ἔξοδό της ἀπό αὐτήν, χαρίζοντας της στεφάνους ἀ­μα­ρα­ντίνους.

Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι μοναδικός, ἀλλά κάποιοι ἄνθρωποι εἶ­ναι σπάνιοι καί ἡ πορεία τους ὁρίζει καί διαμορφώνει τόν κό­σμο γύρω μας.

Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πιστεύουμε ὅτι ἦταν ἡ Γερόντισσά μας καί δεν ξέρω ἄν θά μπορέσει ποτέ κανείς νά σκιαγραφήσει τήν προσωπι­κό­τη­τά της, χωρίς νά ὑπάρχει κίνδυνος νά τήν ἀδι­κή­σει.

Ὁ Θουκυδίδης στόν «Ἐπιτάφιό» του, ἐκφράζει τόν φόβο πώς οἱ ἔπαινοι πρός τούς νεκρούς, μπορεῖ νά θεωρηθοῦν ὑπερβολικοί για­τί ὁ θάνατος ἐξωραΐζει τούς ἀνθρώπους. Λίγες ὅμως εἶναι οἱ πε­ρι­πτώσεις ἐκεῖνες, κατά τίς ὁποῖες τά ἐγκώμια ἔρχονται ἁπλά νά περιγράψουν ἀλήθειες καί ἀκόμη πιό σπάνιες οἱ περιπτώσεις σάν τή σημερινή, ὅπου τά λόγια εἶναι φτωχά γιά νά ἀποδώσουν τό πραγματικό ἔργο καί τήν ἐξαιρετική προσφορά συγκεκριμέ­νων ἀνθρώπων.

 

Ταπεινά φρονοῦμε πῶς ἡ Γερόντισσα Μεθοδία ὑπῆρξε «ἀ­φω­ρισμένη ἐκ κοιλίας μητρός» γιά νά συνεχίσει, διατηρήσει καί βε­βαίως να ἐπαυξήσει, τό ἄξιον θαυμασμοῦ ἔργο τοῦ π.Νήφωνος καί τῆς μακαριστῆς Γερόντισσας Φοίβης. Οἱ ἴδιοι καί οἱ ἀδελφές εἶ­χαν ἀντιληφθεῖ ἀπό νωρίς τά πολλά τάλαντα μέ τά ὁποία τήν εἶ­χε προικίσει ὁ Θεός καί τήν ἔθεσαν ὡς τό λύχνο ἐπί τήν λυ­χνίαν, νά σκορπίζει τό φῶς τῆς μοναδικῆς πολιτείας καί τοῦ χρι­στια­νικοῦ ἤθους, ὄχι μόνο στόν Ἱερό Παρθενώνα πού ἔκτισαν καί συ­γκρότησαν, μά καί στούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς πού περιστοί­χι­ζαν τό Ἱερό Ἡσυχαστήριό μας. Ἡ Γερόντισσά μας δέν ἔδωσε ὕ­πνο στούς ὀφθαλμούς της, οὔτε ἀνάπαυση στούς κροτάφους της, πα­ρά μέρα νύκτα ἐργαζόταν, ἀγωνιούσα γιά τό μέλλον καί τήν πρόο­δο τῆς ἀδελφότητας καί ὅλων ὅσων τήν συναναστρέφονταν. Κέ­ντρο καί στόχος τῆς ζωῆς της ἦταν ὁ Χριστός, ἡ ἀληθινή ἐν Χρι­στῷ ζωή, πού πιστεύουμε ὅτι διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τήν ἀ­φο­μοίωνε σέ τέλειο βαθμό, καί ἀναλώθηκε μέ αὐταπάρνηση σέ ὅ­λη της τή ζωή γιά νά «μορφώσει νοῦν Χριστοῦ» σέ ὅλες μας. «Τί­πο­τα δέν εἶναι δικό μας, ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ» μᾶς ἔλεγε. Μέ­λη­μά της καθημερινό ἦταν νά εὐαρεστεῖ, ὅσο ἦταν δυνατόν κατά πά­ντα στό Θεό. Καί αὐτό πάσχιζε, μέ ὅλη της τήν καρδιά, νά με­τα­δώ­σει καί σ’ ἐμᾶς. Μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς της, «χτυποῦσε» τούς πειρασμούς καί τά πάθη μας˙ μέ μητρική ἀγάπη, ἐπιμονή καί ἐπιμέλεια σμίλευε τίς ψυχές μας… χάραζε νυχθημερόν τήν ὁ­δόν τῆς σωτηρίας μας μέ τό αἷμα τῆς καρδιᾶς της καί μᾶς ἔ­δει­χνε τόν δρόμο μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς της. Μαζί της αἰσθα­νό­σουν νά εἶσαι ἐντελῶς ἀσφαλής καί ἐλεύθερη! Τήν ἐμπιστευό­σουν ἀπόλυτα γιατί ἔνιωθες νά ἔχεις δίπλα σου ἕναν ἄνθρωπο γνήσιο, μέ Α κεφαλαίο! Ἦταν ἁπλή, ἀρχοντική, διακριτική, μέ βαθειά ἐσωτερική εὐ­γέ­νεια, ἄνθρωπος μέ φόβο Θεοῦ ἀλλά καί μέ ταπεινή παρρησία, ἀ­φανής διάκονος πλήθους ἀνθρώπων, σεβόμενη κάθε ἀνθρώ­πι­νη ψυχή, ἦταν ἱεροπρεπής, παραδοσιακή καί ταυτόχρονα ἁπό­λυ­τα ἐ­λεύ­θερη! Μέ ἱλαρό τρόπο καί χαρούμενη διάθεση, παρεῖχε σέ ὅ­ποιον εἶχε ἀνάγκη πνευματικά δῶρα καί ὑλικά πράγματα. Ἦ­ταν γνή­σια καί πηγαία ἐλεήμων. Εἴχαμε δίπλα μας ἕναν ἄν­θρω­πο τοῦ Θεοῦ καί ζούσαμε ξέγνοιαστες πέρα γιά πέρα γιατί εἴ­χα­με τήν βεβαιότητα ὅτι, ὅλα τά βάρη μας ἀπό ὁπουδήποτε κι ἄν προέρ­χονταν, τά ἀναλάμβανε ἐκείνη, ἀναθέτοντάς τα στό Χρι­στό καί γιά τόν Χριστό ὅλα εἶναι ἁπλά καί εὔκολα. Ἦταν πάντα πρό­θυμη νά ἀποσυμπιέσει τίς δυσκολίες καί νά τίς φορτωθεῖ στούς ὤμους της. Τά πλούσια φυσικά της χαρίσματα τά ἀξιοποίησε ὄχι ἐγωκε­ντρι­κά, ἀλλά Χριστοκεντρικά. Ὁλόκληρη ἡ ζωή της ἦταν διδαχή καί δημιουργία. Ἔκτιζε, ὀργάνωνε, ἀναμόρφωσε τή Μονή μέ σκο­πό τήν τελειότερη λειτουργία της σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ γνή­σιου Ὀρθόδοξου Μοναχισμοῦ ἀλλά καί τήν πρακτική καθη­με­ρι­νότητά της. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὅμως ἔκτιζε ψυχές, μέ «πρώτη ὕλη»τή Θεία δι­δαχή καί την ἀγάπη τήν καθαρή, τήν τελείως ἀνιδιοτελή. Δέν δί­δασκε ἀπό τή θέση τοῦ ἀκαδημαϊκοῦ διδασκάλου πρός μα­θη­τές, ἀλ­λά μετέδιδε αὐτούσια καί ἀναλλοίωτη τήν ἀλήθεια καί τήν ἀ­γά­πη τοῦ Θεοῦ ὅπως ἡ ἴδια τήν βίωνε. Διακρινόταν γιά τήν κα­θα­ρό­τητα της, τήν ὀξύνοια, τήν εὐαισθησία, τό μεγαλεῖο τῆς ψυ­χῆς της, τήν καλωσύνη, τήν ἀνθρωπιά της. Ἀκτινοβολοῦσε τήν ἀρε­τή, τόν δυναμισμό, τήν ἀγάπη. Ἦταν πνευματικός ἄνθρωπος μέ τήν οὐσιαστική σημασία τοῦ ὄρου, δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πού ἐμ­φο­ρεῖ­ται ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού βιώνει τά μυστήρια καί τή ζωή τῆς ἐκκλησίας μας, πού ἀγαπᾶ τό Θεό καί τούς ἀν­θρώ­πους, πού ὁμολογεῖ τόν Χριστό μέ τά λόγια καί τήν ζωή της. 

 


Ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καί ἡ παρουσία της στο ψαλ­τήρι δέν ἦταν γιά νά ψέλνει, ἀλλά ἔψαλε γιά νά προσεύχε­ται! Ἐνστάλαζε στίς ψυχές μας τήν ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί τήν Ἑλλάδα, μᾶς ἐνέπνευσε τήν ἀγάπη γιά τήν πραγματική ἐν Χρι­στῷ ἐλευθερία, τήν ἐργατικότητα τήν κοινωνική προσφορά. Μᾶς μεταλαμπάδευσε ἀξίες καί ἰδανικά αἰώνια, προσανατολι­σμέ­νη πάντα ἡ προαίρεσή της στόν Χριστό. Ἡ σκέψη της διαυ­γής, ἡ εὐλάβειά της ὑποδειγματική, ὁ σεβασμός πρός τούς θε­σμούς ἀπαράμιλλος. Ἡ αἴσθησή της γιά τους κινδύνους πού ἀπειλοῦν τήν ἀκε­ραιό­τητα τῆς πίστεως καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἦταν λεπτή καί ἀ­κριβής. Μέ φρόνηση καί διάκριση προσήγγιζε τά ζητήματα καί δια­χώριζε «τήν ἦρα ἀπό τό σιτάρι» μέ θεολογική ἐπιτηδειότητα. Τό ὑψηλό αἴσθημα εὐθύνης πού τήν διακατεῖχε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἡ παροιμιώδης εἰλικρίνειά της τήν ἔκανε νά μήν χα­ρί­ζε­ται σέ κανέναν ἀπολύτως, ἀνεξαρτήτως θέσεως καί γνωριμίας καί νά τοῦ λέει ὅλη τήν ἀλήθεια. Ἡ διάκριση, ἀρωγός της σ’αὐτό, γιά νά εἶναι ἀπαθής ἡ παρέμβασή της. Δέν δημιουργοῦσε ὁ­πα­δούς καί δέν ἔκρυβε τήν ἀλήθεια γιά νά ἀρέσει στόν ἄλλον. Δέν ἤ­θελε νά εἶναι ἀρεστή, ἀλλά ἀληθινή. Ἦταν αὐστηρή ἐκεῖ πού ἄρ­χι­ζε ἡ ἀλλοίωση τοῦ Ὀρθοδόξου ἤθους, χωρίς ἐκ­πτώ­σεις σέ κα­νέναν. Δέν δίσταζε καί δέν φοβόταν νά ἐπιτιμήσει γι’ αὐτό, τά πρό­σωπα πού ἐπιχειροῦσαν αὐτήν τήν ἀλλοίωση, σέ ὅ­ποια θέση καί ἄν κατεῖχαν μέσα στήν Μονή, στήν Ἐκκλησία, στήν κοινω­νία. Γνώριζε τί θά πεῖ, πῶς θά τό πεῖ, πότε θά τό πεῖ καί ἔπραττε πάντα μέ τόν καλύτερο δυνα­τό τρόπο. Ἀγωνιζόταν γιά τά πάντα εἴτε μικρά, εἴτε μεγάλα (ἀπό πο­λύ ἀσήμαντα ἔως πολύ σημαντικά) μέ ἐνθουσιασμό καί ταπεινο­φρο­σύνη καί διείσδιε στό κάθε τι μέ τέτοιον τρόπο, ὥστε μέ ὅ,τι κα­ταπιανόταν τό ἔφερνε εἰς πέρας μέ τήν ἴδια ὑπευθυνότητα, γε­γο­νός πού δημιουργοῦσε αἴσθημα ἀσφάλειας τόσο στήν ἀδελφό­τη­τα ὅσο καί στούς γύρω της. Εἶχε ἐπίγνωση τοῦ ρόλου καί τῆς ἀ­πο­στολῆς της, μέσα στήν διακονία τῆς Μονῆς καί τῆς Ἐκκλησίας γε­νικώτερα. Δέν ἦταν ποτέ πρόχειρη στίς ἀποφάσεις της καί στίς ἐ­νέργειές της. Μελετοῦσε κάθε λεπτομέρεια καί ὅλες οἱ ση­μα­ντι­κές ἀποφάσεις περνοῦσαν μέσα ἀπό τήν λειτουργική ζωή τῆς Ἐκ­κλησίας μας, ἀφήνοντας μέ αὐτό τόν τρόπο τό Θεό νά δείξει μέ κάποιο σημάδι τό θέλημά Του. Δέν ἔκρυβε τό πρόσωπο τοῦ Χρι­στοῦ μέ τό πρόσωπό της ἀλλά Τό φανέρωνε μέ τήν ζωή της.

 


Ὁ λόγος της ἦταν πάντοτε πατερικός, μετρημένος καί σο­βα­ρός. Ἦταν εὐθύς, εἰλικρινής καί ἀπόλυτα κα­τα­νοητός, γιατί ἦ­ταν βιω­ματικός καί γι’αὐτό ἀληθινός.Ἤξερε νά μι­λάει, γιατί ἤξε­ρε πρῶ­τα νά ἀκούει! Πολλές φορές ἡ σιωπή της, ἦ­ταν ὁ πιό ἐκ­κω­φα­ντι­κός λόγος της! Ὁ γνή­σιος λόγος τοῦ ἀ­νε­ξί­κα­κου ἀνθρώπου πού ἀγαπᾶ κατά Χριστόν καί συγχωρεῖ ὅλους, πού προσεύχεται, πού ζεῖ γιά τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καί ὄχι γιά τόν κό­σμον τοῦτον.Θά παραμείνει γιά πάντα στήν μνήμη ὅσων τήν γνώριζαν τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς της, τό φιλόξενο τῆς καρδιᾶς της, τό ἀνε­πι­τή­δευτο τῶν λόγων καί τῶν τρόπων της, ὡς ἡ προ­σωποποίηση τῆς βαθιᾶς πίστεως στό Θεό, τῆς ἀρ­χο­ντιᾶς, τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀ­γά­πης, τῆς σύνεσης. Θά παραμείνει γιά πάντα στήν μνήμη ὅλων μας, ὡς ἡ προ­σωποποίηση τῆς ἰσορροπίας ἀ­νάμεσα στόν δυνα­μι­σμό καί τήν πραότητα, στήν ἁπλότητα καί τό βάθος, στήν στα­θε­ρό­τη­τα καί τήν συγκατάβαση, στήν οἰκειότητα καί τήν ἱερο­πρέ­πεια, στήν μά­να καί τήν ἀ­δελ­φή. Ἐπιτρέψτε μας ὅμως, γιά νά μήν μακρυγοροῦμε, νά ποῦμε κά­τι πού μετά τήν κοίμησή της ὅλες μας συνειδητοποιήσαμε, ὅτι τε­λικά ἡ με­γαλύτερη ἀ­ρε­τή της ἦταν ἡ ἰκανότητα πού εἶχε νά κα­λύ­πτει τίς ἀρετές της! Ἀγόγγυστα μέ πίστη καί ἐλπίδα σ’ Ἐκείνον, μέ τήν ἀφοπλι­στι­κή εἰλικρίνεια πού διαπότιζε τήν ὕπαρξή της καί τήν κρυστάλ­λι­νη καθαρότητα τοῦ χαρακτήρα της, μέ τήν μοναχική της ἀ­κρί­βεια, χτυ­ποῦσε καθημερινά τήν πόρτα τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ ἄπειρος ἀ­γάπη τοῦ Κυρίου μας θέλησε νά παραλάβει τήν ἁγία της ψυχή στίς σκη­νές τῶν δικαίων καί μάλιστα διά πικράς δοκιμασίας. «Θυ­σία τῷ Θεῷ» ἡ μαρτυρική της ἀσθένεια. Ὁ Ἁγ.Γρηγόριος ὁ Πα­λαμάς στόν λόγο του στήν Ἀποτομή τῆς κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προ­δρόμου ἐρ­μηνεύει: «ὁ δίκαιος ἀποθνήσκει μέ μαρτυρικό θά­να­το»! Μᾶς «παρηγορεῖ» τό γεγονός πώς σέ τέτοιου εἴδους λοι­μι­κή νόσο τελειώ­θη­κε ὁσιακά καί ὁ ἐμπνευστής, ὀργανωτής καί δι­δά­σκαλος τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς ὁ Μέγας Παχώμιος, ὁ πρῶτος κοι­νοβιάρ­χης καί εὐρετής τῆς μακαρίας ζωῆς τῶν Κοινοβίων. Ἡ Γε­ρόντισ­σά μας, ὡς πρότυπο ἀκριβείας καί παράδειγμα πραγ­μα­τι­κῆς καί ἀλη­θι­νῆς κοινοβιάτισσας μοναχῆς καί ἀκραιφνής ὑ­πο­στη­ρικτής τοῦ θεσμοῦ, ἔτυχε τέτοιου τέλους, ἡμέρα Κυριακή 3 Ὀ­κτω­βρίου 2021, τήν ὥρα πού χτυποῦσαν οἱ καμπάνες τῆς Μονῆς μας καί ὁ ἱε­ρέας ἐκφωνοῦσε «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»…Χάσαμε ὅ,τι πολυτιμότερο, ἀνθρωπίνως, ὑπῆρχε γιά μᾶς. Χά­σαμε τή μάνα μας, τό ἀπάνεμο λιμάνι πού δέναμε κοντά της με­τά ἀπό κάθε φουρτούνα, χάσαμε τήν ὀμπρέλα κάτω ἀπό τήν ὁ­ποία αἰσθανόταν κανείς τόση ἀσφάλεια προστασία καί σι­γου­ριά… Ἄλγει ἡ ψυχή μας καί σᾶς βεβαιώνουμε ὅτι ὅσο περνᾶ ὁ και­ρός, ὁ πόνος μεγαλώνει, βαθαίνει τό κενό˙ ὑπερτονίζεται ἡ ἀ­που­σία καί ἀναμένεται ἄνωθεν ἡ Θεία βοήθεια.

 


Ὑποτασσόμεναι ὅμως στό Ἅγιο θέλημά τοῦ Θεοῦ ἀναβοώ­μεν «Ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν οὕτω καί ἐγένετο! Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐ­λογημένον.» Ὁ κ. Λιαμής, σέ ἕνα βιβλίο του, γράφει κάτι πού μᾶς ἐκ­φρά­ζει: «Ὁ χρό­νος δέν ἔχει πάντα τά ἴδια ἀποτελέσματα γιά τήν μνή­μη… Τίς περισσότερες φορές τήν ἐξασθενεῖ, θαμπώνει τίς μορ­φές ἐκείνων πού ἔφυγαν… ἀφήνει μόνο μία μελαγχολική ἀ­νά­μνη­ση. Εἶναι ὅμως κάποιες φορές πού ὁ χρόνος τήν μνήμην τήν θε­ριεύει! Εἶναι ἡ μνήμη ἐκείνων πού ἡ παρουσία τους δεν συ­μπλή­ρωνε ἁπλῶς μία καθημερινότητα… Εἶναι … ἡ μνήμη ἐ­κεί­νων… πού ἐντόπισαν ρωγμές καί χαλάσματα στήν ὕπαρξή μας καί χώθηκαν διακριτικά γιά νά στηρίξουν, νά ἐνισχύσουν καί νά πα­ρηγορήσουν. Αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἡ μνήμη εἶναι μαζί πικρή καί γλυκιά. Πικρή γιατί ὅ,τι κι ἄν λέμε ἡ ἀπουσία τους εἶναι ἐκ­κω­φαντική! Γλυκιά γιατί ὅ,τι κι ἄν λέμε, ἡ παρουσία τους ἔχει πά­ρει τό σχῆμα τῆς δικῆς μας ψυχῆς καί κάθε φορά πού κα­τα­δυό­μαστε στά ἔγκατά μας τούς ἀναγνωρίζουμε καί βεβαιωνόμα­στε πώς δέν πρόκειται νά χωριστοῦμε ποτέ…» Γεγονός εἶναι ὅτι μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τίς εὐχές σας Σε­βα­σμιώτατε Ἅγιε Ποιμενάρχα μας, ἀλλά καί τίς προσευχές ὅλων σας μποροῦμε καί συ­νε­χίζουμε τόν καθημερινό μας μοναχικό ἀ­γώ­να καί αὐτό πι­στεύου­με ὅτι εἶναι ἡ ἀκράδαντη καί χειροπια­στή ἀπόδειξη ὅτι ἡ Γε­ρό­ντισσά μας δέν μᾶς ἐγκατέλειψε ὀρφανές καί δέν μᾶς ἄφησε μό­νες ἐδῶ σ’αὐτή τή ζωή. Ἔχομε τήν βεβαιό­τη­τα ὅτι ἀποκτήσαμε πλέον ἀ­κοίμητον καί ἰσχυρά, ὑπέρ ἡμῶν, πρέ­σβειραν στόν οὐ­ρα­νό. Τώρα κο­ντά στο θρόνο τοῦ Θεοῦ χωρίς κό­πους καί πόνους, πρε­σβεύει ἀκατάπαυστα, γιά ὅλους μας. Πα­ρί­σταται βοηθητικῶς καί πα­ρακλητικῶς στήν πνευματική πορεία τῆς Ἀδελφότητός μας, βρί­σκεται πάντα δίπλα μας ἀρωγός σέ κά­θε περίσταση κά­νο­ντας αἰ­σθητή τήν παρουσία της μέ τρόπο νοε­ρό ἀλλά ἐμφανή, πα­ρα­κο­λουθεῖ, ἐπεμβαίνει, νουθετεῖ, διευθετεῖ κά­θε ζήτημα πού προ­κύ­πτει. Εἶναι παρούσα μέ τήν πολύτιμο καί με­γάλη πα­ρα­κα­τα­θή­κη πού μᾶς ἄφησε, γιά νά μᾶς καθοδηγεῖ, ὅ­πως πάντοτε, ἀ­πλα­νῶς, ἰδιαίτερα σήμερα πού ἡ πλάνη ἔχει πά­ρει τόσο ἀνεξέλε­γκ­τες διαστάσεις πού κινδυνεύουν –κατά τόν Εὐαγγελιστή- νά πλα­νηθοῦν, «εἰ δυνατόν καί οἱ ἐκλεκτοί».

 


Εὐχηθεῖτε σᾶς παρακαλοῦμε ἄν δέν μπορέσαμε να μιμη­θοῦ­με τό ἅγιο παράδειγμά της καί νά τήν ἀναπαύσουμε ὅσο ἔ­πρε­πε καί ὅπως ὀφείλαμε ἐνόσῳ ζοῦσε, νά τήν ἀναπαύσουμε ἔ­στω καί τώρα. Νά τιμήσουμε ἐμπράκτως μέ τήν ζωή μας τήν μνή­μη της καί νά διαφυλάξουμε ἀλώβητη τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὡς πνευματική κλη­ρο­νο­μιά πού μᾶς παρέδωσε πρός δόξαν Θεοῦ, ὥστε ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα γιά τήν κάθε μιά μας, νά παραδώσουμε τήν ψυχή μας στόν Κύ­ριο, νά μπορεῖ μέ παρρησία να πεῖ ἐνώπιόν Του «Ἰδού ἐγώ καί τά παι­δία ἄ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός!»

Ἀς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη της καί ἡ εὐχή της νά μᾶς συνο­δεύει πάντοτε!

 

Επιμέλεια: Κώστας Ζουρδός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου