Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Άνθρωπος, μόνος, απελπισμένος στο μεσόστρατο του πεπρωμένου





Είναι από όλους μας πια παραδεχτό, πως βιώνουμε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές κρίσεις της ιστορίας μας. Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από αριθμούς για χρωστούμενα, για μειώσεις, για εκατομμύρια ευρώ που χάθηκαν, που ζητούνται, που μας πνίγουν. Υπάρχουν όμως κάποιοι αριθμοί και κάποια μεγέθη που στη σκέψη τους και κυρίως στην ανάλυσή τους δημιουργούν αισθήματα θλίψεις και πόνου. 3.500 χιλιάδες άνθρωποι τα τρία χρόνια της κρίσης επιχείρησαν να αυτοκτονήσουν ( κάποιοι το πραγματοποίησαν ) σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ελληνικής Αστυνομίας. 300.000 χιλιάδες αμβλώσεις,  21.000 χιλιάδες άστεγοι στην Περιφέρεια Αττικής , 2.000 παιδιά υποσιτισμένα στην Αθήνα και χιλιάδες έλληνες να «ποτίζουν» την κατάθλιψή τους με ψυχοφάρμακα. Ο κατάλογος είναι δυστυχώς ατελείωτος ( χιλιάδες σιτίζονται από τα συσσίτια της Εκκλησίας και εκατοντάδες ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό ) και περιορίζομαι μόνο στα παραπάνω δυσβάσταχτα. Από την εκκλησιαστική θεώρηση που βλέπουμε τα πράγματα, μια σύντομη ερμηνεία, αποβαίνει τραγική. Για τους 3.500 χιλιάδες συνανθρώπους μας, που επιχείρησαν να αυτοκτονήσουν, αυτό σημαίνει ότι ή δεν άκουσαν ή δεν τους έπεισε το μήνυμα της Εκκλησίας για την νίκη του θανάτου και του κόσμου και την Ανάσταση του ανθρώπου. Για τις χιλιάδες αμβλώσεις, αυτή τη σύγχρονη ελληνική γενοκτονία , που δυστυχώς και η πολιτεία αδιαφορεί ( με την σιωπή της Εκκλησίας;) φαίνεται πως και εδώ το μήνυμα της Εκκλησίας δεν κοινωνήθηκε. Για την αύξηση της φτώχειας το Ευαγγελικό μοίρασμα των χιτώνων έμεινε νεκρό. Για την αύξηση της κατάθλιψης και της μοναξιάς, ο Ευαγγελικός λόγος παραλλαγμένος είναι και πάλι επίκαιρος: «Γιατί παιδί μου βυθίζεσαι στην μοναξιά και την κατάθλιψη και γυρεύεις την λύτρωσή σου στα ψυχοφάρμακα; Γιατί Χριστέ μου δεν έχω άνθρωπο».
Και μέσα σε όλα αυτά μεγάλη μερίδα από εμάς να βρίσκει καταφυγή στις ιδεολογίες, για πολιτική ελπίδα και λύση των προβλημάτων μας. Πιστεύουμε ακόμα στα ανθρώπινα γιατί δεν καταλάβαμε τον λόγο του Αισχύλου στον διάλογο του χορού με τον Προμηθέα.
Χορός: Μήπως προχώρησες πιο πέρα από ό,τι μας είπες;
Προμηθέας: Έσβησα από τους θνητούς το φόβο του θανάτου.
Χορός: Τι γιατρικό τους έδωσες για τούτη την αρρώστια;
Προμηθέας: Τους έδωσα τυφλές ελπίδες.
Όσοι δεν είναι βυθισμένοι από εμάς στην απελπισία «τρώνε» τυφλές ελπίδες από πολιτικό λόγο Προμηθέα.
Δεν ξέρουμε αν φανεί υπερβολικό, αλλά είναι πιστεύω μας πως αν όχι τη λύση τουλάχιστον την ανακούφιση και την ελπίδα για την αλλαγή όλων των παραπάνω την κρατάει η Εκκλησία, αν αναλάβει την αποστολή  της και την προσαρμόσει στις σημερινές ανάγκες και συνθήκες. Ένα κείμενο ασφαλώς έχει περιορισμένες δυνατότητες αλλά αυτό δεν θα μας εμποδίσει στο να εκφράσουμε τις απόψεις μας έστω και συνοπτικά. Σκοπός μας είναι η εκκίνηση για έναν προβληματισμό και έναν ουσιαστικό διάλογο που  πρέπει να αρχίσει. Ακόμα και οι αρνήσεις, πολλές φορές είναι ερεθίσματα  για δημιουργικές αφετηρίες.
Είναι σχεδόν καθημερινό γεγονός, δυστυχώς, οι αυτοκτονίες αλλά και τα ψυχικά συναισθήματα που κατακλύζουν όλους μας, όπως, η μοναξιά, η κατάθλιψη, η απογοήτευση και η ψυχική απελπισία. Ο συνάνθρωπός μας είναι μόνος και απελπισμένος. Υπάρχουν στην Εκκλησία της Ελλάδος χιλιάδες κληρικοί και χιλιάδες λαϊκά στελέχη (άνδρες και γυναίκες ) που πρέπει να ξαναπροσαρμόσουν το ρόλο τους σε σχέση με τον δοκιμαζόμενο συνάνθρωπό μας. Μέχρι σήμερα, πολλές φορές ( σε αντίθεση με την πράξη και την διδασκαλία του Χριστού και των Αποστόλων ) περιμέναμε τον πονεμένο να μας βρει και να μας χτυπήσει την πόρτα για βοήθεια. Σήμερα πρέπει όλοι μας να βγούμε στους δρόμους και να αναζητήσουμε των πληγωμένο συνάνθρωπο μας. Και να πάμε παντού. Εκεί που προσπαθεί να θεραπευτεί, εκεί που δεν έχει φωνή, εκεί που εμπορεύεται, εκεί που εκπορνεύεται, εκεί που τον ποτίζουνε ουσίες, εκεί που πεθαίνει. Έτοιμοι για πραγματική συμπαράσταση, έτοιμοι για μαρτυρία Χριστού και για ελπίδα Αναστάσεως. Η Εκκλησία πρέπει να ξαναβρεί την λαϊκότητά της. Να γίνει πάλι ένα με τον λαό, που πονάει, που αγωνιά, που φιμώνεται, που πεθαίνει μόνος και αβοήθητος. Όσο δεν πράττουμε αυτήν την συνάντηση, ο λαός θα πιστεύει στο Θεό χωρίς την μεσολάβηση της Εκκλησίας. Ξέρω πως μια τέτοια αποστολή έχει κόστος για όλους μας. Πρέπει να απαρνηθούμε τους θρόνους, τις πολυτέλειες, να αντιταχθούμε στον άρχοντα, να παραμερίσουμε την ραστώνη και να βγούμε στους δρόμους. Το μπορούμε; Όσο θα το σκεπτόμαστε η λίστα της μοναξιάς και του θανάτου θα ανεβαίνει. Και τότε ποιος θα έχει την πνευματική ευθύνη;
 Στην σύγχρονη ελληνική γενοκτονία που πραγματοποιείται από τις αμβλώσεις, η Εκκλησία περιορίζεται σε έντυπες και ηλεκτρονικές διαμαρτυρίες πολύ περιορισμένες. Ακόμα και να αυξήσει αυτήν τη δραστηριότητα, μάλλον δεν φτάνει. Πόσο σημαντικό θα ήταν αν η Εκκλησία έλεγε στους ανθρώπους καθαρά και αληθινά πως εκείνη θα μεγάλωνε αυτά τα παιδιά που δολοφονούνται και θα αναλάμβανε το οικονομικό κόστος αλλά και ότι ακόμα χρειαζόταν για μια τέτοια αποστολή. Όσον αφορά το οικονομικό. Το συρτάρι του Θεού δεν αδειάζει ποτέ. Με την βοήθειά Του ξεκινάμε να πάμε να στεγνώσουμε τα δάκρυα όλων των πεταμένων παιδιών. Τι θαυμάσιο θα ήταν να βλέπαμε πολύτεκνους ιερείς με ένα παιδί ακόμα. Χριστιανικές οικογένειες να αναλαμβάνουν παιδιά για να μην χαθούν στα ιατρικά σφαγεία. Μοναχές και Μοναχούς έτοιμοι για το σταυρό μιας μητρότητας και μιας πατρότητας που δε γεύτηκαν και δεν επέλεξαν. Πατέρες και αδερφές Μοναχές, όχι σε συμβατική μοναχική προσφώνηση, αλλά σε κλήση ουσίας, ανάγκης, ευθύνης  και ήθους χριστιανικής ζωής. Προσευχή τους το κλάμα των μωρών, κομποσκοίνι η διατροφή των νηπίων, αγρυπνία η αγωνία της αρρώστιας τους, κανόνας η διαπαιδαγώγησή τους, εργόχειρό τους η ένδυση των παιδιών. ( Με τα παραπάνω δεν εννοούμε την κατάργηση της μοναχικής αποστολής, συγχωρέστε μου την υπερβολή της αγάπης ).Το ξέρω, όλοι θα πουν πως δε  γίνονται αυτά. Ίσως έχουν δίκαιο. Αλήθεια γιατί η Εκκλησία «σκότωσε» τη μήτρα που γεννά «Βασιλειάδες»;
Για τους χιλιάδες αστέγους, πόσο σημαντικό θα ήταν αν άνοιγαν τα πνευματικά κέντρα των ενοριών, όχι για να τους στεγάσουν αλλά για να τους ανακουφίσουν λίγο, έστω λίγο, όταν βρέχει, όταν κάνει κρύο, όταν οι συνθήκες είναι απαγορευτικές για μια ζωή στο δρόμο. Πόσο σημαντικό θα ήταν αν οι χιλιάδες άστεγοι και άνεργοι, έκτιζαν με τα χέρια τους τα εγκαταλελειμμένα μοναστήρια και ξεχέρσωναν τη μοναστηριακή γη, φτιάχνοντας χριστιανικές κοινότητες. Το ξέρω όλοι θα πουν πως δεν γίνονται αυτά. Αλήθεια γιατί η Εκκλησία «ξέχασε» τη μήτρα που γεννά ορθόδοξο κοινοτισμό;
Έφτασε η ώρα και δεν συγχωρείται η αργοπορία. Η Εκκλησία να ξεπεράσει την γραφειοκρατικοποίησή της, να σπάσει τη «συνενοχή» με το κοινωνικοπολιτικό κατεστημένο, να ξεριζώσει την «ψυχρότητα» και το «απολίθωμα» του θρησκευτικού βιώματος που εκφυλίζει τον χριστιανισμό σε στενόκαρδο ηθικισμό. Πόσος Χριστός περνάει σε όλα αυτά, ποια κινητικότητα ή ποια διακινδύνευση αναπτύσσουμε εμείς οι χριστιανοί για να περάσει; Ψάχνει ο άνθρωπος να δει στο πρόσωπό μας τον Χριστό και δεν τον αναγνωρίζει!
Είναι όσο ποτέ άλλωστε επίκαιρα τα λόγια του Θεοτοκά: «Η ιστορία την ξαναφέρνει σήμερα ( την Εκκλησία) στην αρχική της θέση του ποιμενάρχη, με το πνεύμα των πατέρων, αλλά μέσα σ' έναν κόσμο εντελώς καινούριο, μαζικό, δυναμικό, συνταρακτικό, κλυδωνιζόμενο. Οι νέες ιστορικές συνθήκες ζητούν από αυτήν να ξαναβρεί τις βαθύτερες πηγές της πνευματικότητας της, να γίνει πάλι εστία έντονης και γνήσιας πνευματικής ζωής, να συζητήσει ιδέες, να λύσει προβλήματα συνειδήσεων, να προσφέρει υψηλά πρότυπα πίστης και αρετής, να βοηθήσει τους σύγχρονους ανθρώπους, να δώσουν ένα νόημα στην ύπαρξή τους, και να ξεχωρίσουν το καλό από το κακό. Προκύπτει δηλαδή για αυτήν ένα μεγάλο ζήτημα ιστορικής αναπροσαρμογής».
Εμείς, οι χριστιανοί, είμαστε αντάρτες της υπακοής στην Εκκλησία και πρωταθλητές της ανυπακοής σε κάθε Καίσαρα. Καλούμαστε σήμερα, που οι συνάνθρωποί μας χάνονται στους δρόμους, στις πλατείες, στα σκοτεινά σοκάκια των ψυχών τους, να πετάξουμε τα προσωπεία και τους εφησυχασμούς της ακηδίας. Να αγαπήσουμε τον άλλον, ο οποίος είναι πρόσωπο μοναδικό και ανεπανάληπτο. Ο άλλος είναι η σωτηρία μας, η ζωή μας, ο παράδεισός μας. Αυτό σημαίνει Εκκλησία. Να ο δρόμος μας σήμερα. Αγάπη, μετάνοια και συνάντηση με τον άλλον όπου και αν βρίσκεται. Η αμάθεια του λαού ήταν μέχρι χτες η σύμμαχος της νάρκης της Εκκλησίας. Όλοι στην συνάντηση του άλλου που πονά, αγωνιά και πεθαίνει. Όχι με θεαματικές «τηλεγενείς» επισκέψεις. Αλλά με μια μαρτυρία που φτάνει μέχρι το μαρτύριο. Ο συγκλονισμός μιας ολόκληρης ανθρωπότητας ώστε να μπει στο σωστό της δρόμο γίνεται μόνο με μάρτυρες. Και αυτόν τον συγκλονισμό μπορεί μόνο η Εκκλησία και οι χριστιανοί να προσφέρουν. Αυτό προϋποθέτει την ενδορθόδοξη εκκλησιαστική ενότητά μας. Είμαστε ενωμένοι όλοι γύρω από το ίδιο Ευαγγέλιο, όσο αυτό είναι κλειστό. Μόλις το ανοίξουμε τραβάει ο καθένας το δρόμο του. Αδιέξοδα τα μονοδιάστατα, αδιέξοδη η Ορθοδοξία της απόρριψης. Ώρα για ρήξη με τον εαυτό μας και τους κοσμοκράτορες του σκότους. Ώρα για έξοδο που αγκαλιάζει αδερφικά τους πάντες και περιχωρεί «εν αγάπη» όλους. Για να πάψει ο άνθρωπος να είναι μόνος, απελπισμένος στο μεσόστρατο του πεπρωμένου, που δεν ξέρει πού να πάει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου