Δανάη Γεωργιάδου,
Φιλόλογος, Λευκωσία
Σταθμός στην ιστορία του νησιού, το δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950. Αποτελεί, όπως λέει ο Γιαλλουρίδης, «ένα συμβόλαιο τιμής με την Ελλαδίτισσα Μάνα μας. Γιατί, Κύπριος πατριώτης δεν μπορούσε να θεωρηθεί κανείς αν δεν πίστευε στον Θεό, την Ελλάδα και την Ένωση. Δεξιοί κι αριστεροί τότε», συνεχίζει, «όλοι συμφωνούσαν με αυτόν τον στόχο.» Η έναρξη του αγώνα τον βρίσκει γυμνασιάρχη στα ορεινά χωριά του Τροόδους, στη Σολιά και μετά στον Πεδουλά. Από τους πρώτους δίνει τον Όρκο και μυείται στην ΕΟΚΑ, με το ψευδώνυμο «Κικέρων». Συνεργάζεται μυστικά τα βράδια με τον μετέπειτα ήρωα Μάρκο Δράκο, ο οποίος, παραμονές Χριστουγέννων του 1955, εξηγεί στην έκπληκτη σύζυγο του γυμνασιάρχη ότι «στην οργάνωση δεν γνωρίζει κανείς ούτε σύζυγο ούτε παιδιά. Υπάρχει πλήρης συνωμοτισμός, γιατί πάνω απ’ όλα υπηρετείται ο σκοπός.» Το ίδιο βράδυ η Κυριακή Γιαλλουρίδου ορκίζεται κι αυτή στον αγώνα.
Η προσφορά του Γιαλλουρίδη είναι πολυσχιδής. Μεταφέρει όπλα, έγγραφα, οργανώνει τις κινήσεις των αγωνιστών. Κυρίως όμως το καθήκον του είναι πλάι στους μαθητές του. Μέλημά του, η εμψύχωση κι ο εθνικός τους φρονηματισμός. Αφηγείται ο Γιαλλουρίδης πως, όταν οι Άγγλοι απαγόρευσαν την ανάρτηση ελληνικών σημαιών σε όλα τα σχολεία, στο Γυμνάσιο Πεδουλά την 28η Οκτωβρίου οι μαθητές του βρήκαν άλλο τρόπο να τιμήσουν το ένδοξο ΟΧΙ. Δεν ύψωσαν σημαία στο σχολείο, αλλά, αψηφώντας τις διαταγές, έτρεξαν και ανάρτησαν πολλές μικρές γαλανόλευκες στα πεύκα του αντικρινού βουνού. Μετά γύρισαν στις τάξεις και συνέχισαν τα μαθήματα, όταν ξαφνικά είδαν από τα παράθυρα τους κατακτητές, που έτρεχαν να μαζέψουν τις σημαίες. ‘Oλα τα παιδιά τότε όρμησαν έξω πετροβολώντας και φωνάζοντας στον γυμνασιάρχη τους ότι πάνε να εφαρμόσουν αυτά που τους δίδαξε για τη γαλανόλευκη, δηλαδή, να μην την εγκαταλείπουν όταν την ποδοπατούν οι εχθροί! Ο Γιαλλουρίδης τους ενεθάρρυνε και περήφανα ζήτησε από τους Άγγλους να μη θίγουν το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων μαθητών. Οι Άγγλοι δέχτηκαν να επιστρέψουν τις σημαίες, εκτός από αυτές που έγραφαν πάνω ΕΟΚΑ, και οι μαθητές, ικανοποιημένοι και τραγουδώντας εθνικά εμβατήρια, γύρισαν στις τάξεις τους.
Καθώς όμως ο ξεσηκωμός προχωρεί, τα πράγματα για όλους δυσκολεύουν. Ο Γιαλλουρίδης απολύεται από τη θέση του, συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι είναι υπέρ της Ένωσης και φυλακίζεται. Τα βασανιστήρια στα μπουντρούμια των Πλατρών και του Πολεμίου είναι πολλά και αποσκοπούν στη φυσική και ψυχική εξόντωση των κρατουμένων, ανάμεσα στους οποίους είναι και 40 μαθητές. Ο Γιαλλουρίδης αποδεικνύεται κι εκεί γενναίος και ακοίμητος εκπαιδευτικός. Με τη συνεργασία κι άλλων καθηγητών συγκρατουμένων του οργανώνουν στη φυλακή σχολείο γυμνασιακού κύκλου για τα 40 παιδιά. Καταρτίζουν ωρολόγιο πρόγραμμα με έξι περιόδους διδασκαλίας ημερησίως, κύκλους Αγίας Γραφής, ποδόσφαιρο κι εσπερινό. Παράλληλα, ο Γιαλλουρίδης, με αίτημά του στην Ελληνική κυβέρνηση, πετυχαίνει την αναγνώριση του γυμνασίου αυτού ως ισότιμου των σχολείων Μέσης Παιδείας της Ελλάδας. Το σχολείο λειτουργεί κανονικά, το χαμόγελο της ελπίδας φωτίζει καθημερινά το πρόσωπο διδασκόντων και διδασκομένων, και οι Άγγλοι κατακτητές δυσανασχετούν βλέποντας τα σχέδια για εξόντωση των κρατουμένων να καταρρέουν.
Την Παιδεία συνεχίζει να υπηρετεί ο Γιαλλουρίδης και τα ταραγμένα πρώτα χρόνια της κυπριακής ανεξαρτησίας, στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και στο Γυμνάσιο Μόρφου. Μετά το 1974 και την προσφυγιά διορίζεται στη Λεμύθου και στη Λάρνακα. Κι όταν αφυπηρετεί από τη δημόσια εκπαίδευση, συνεχίζει να προσφέρει, διδάσκοντας σε ιδιωτικά κολλέγια νεαρούς δημοσιογράφους.
«Κατά τη διάρκεια των 56 χρόνων της εκπαιδευτικής μου ζωής,» γράφει, «άκουα τη φωνή της συνείδησης να λέει: Σήκω απάνω, Δάσκαλε, γεννήθηκες περισσότερο για να δίνεις και λιγότερο για να παίρνεις! Προσπάθησα να υπηρετήσω πρώτα την Παιδεία και μετά την εκπαίδευση. Η ίδια η λέξη Παιδεία υπήρξε για μένα λάβαρο ηρωικό. Την έννοιά της δεν την καλύπτουν μαζί οι ευρωπαϊκές λέξεις civilization, culture, tradition, literature, education. Εγώ, ακολουθώντας τους δασκάλους του γένους, ήμουν εραστής κι εργάτης της. Αν το πέτυχα, επαφίεται στους μαθητές μου να το κρίνουν.»
Αυτή η ευαισθησία του για την Παιδεία είναι αλληλένδετη με την αγωνία του για την πορεία του Ελληνισμού και ειδικά του κυπριακού, που κουβαλά το κληροδοτημένο φορτίο να παραμείνει στη γη του, θεματοφύλακας της ιστορίας και του πολιτισμού του. «Οφείλω να ομολογήσω,» παραδέχεται, «την απαισιοδοξία μου για τα εκπαιδευτικά πράγματα. Πρέπει να απαλλαγούμε από τη μάστιγα της μηχανοκρατίας και του ευδαιμονισμού και να επανέλθουμε στα ιδανικά μας. Από την εποχή του Ομήρου, και με τη συμπόρευση της ορθοδοξίας αργότερα, παρά τους κατά καιρούς αιώνες δουλείας, κατορθώσαμε να διατηρήσουμε την ελληνική μας γλώσσα, να σφυρηλατήσουμε την εθνική μας αυτοσυνειδησία. Αυτά πρέπει να υπερασπίσουμε και τώρα.»
Σήμερα, ως άξιος Ακρίτας της ανατολικότερης εσχατιάς του Έθνους, αλλά και της Ευρώπης, ο κυπριακός ελληνισμός καλείται πάλι επιτακτικά να θέσει τέλος στο οδυνηρό παρόν της πατρίδας του. Το παράδειγμα του Κωνσταντίνου Γιαλλουρίδη ας αποτελεί έμπνευση για τη διασφάλιση, με τον καλύτερο τρόπο, της ζωής και της ιστορικής του συνέχειας σε τούτο τον τόπο.
Δέκα χρόνια
συμπληρώνονται τις μέρες αυτές από τον θάνατο του αγωνιστή της ελευθερίας και
ακούραστου εκπαιδευτικού, Κωνσταντίνου Γιαλλουρίδη (1918-2004).
Πρόμαχος πάντα στους αγώνες του Έθνους, ο Γιαλλουρίδης απέδειξε πως οι Έλληνες
πολεμούν με κάθε τρόπο – στα πεδία των μαχών, στις φυλακές, στην έδρα του
δασκάλου, με την πέννα τους. Η παρακαταθήκη του μένει πολύτιμη για την ιστορία
της Κύπρου, αλλά και ολόκληρου του Ελληνισμού.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από μητέρα Δωδεκανήσια και πατέρα Κύπριο, ο Γιαλλουρίδης μεγαλώνει στην κατεχόμενη σήμερα Μόρφου. Το 1938 πηγαίνει για σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, διακόπτει όμως το 1940 και υπηρετεί ως εθελοντής του ελληνικού στρατού στο ηρωικό έπος της Αλβανίας. Το 1944 παίρνει το πτυχίο της Φιλολογίας κι επιστρέφει στην Κύπρο. Αρχίζει τότε την προσφορά του στη Μέση Εκπαίδευση, σε μια εποχή που η ελλιπής στελέχωση και οι πενιχρές οικονομικές δυνατότητες των λίγων υπαρχόντων σχολείων παρόπλιζαν την άμυνα κατά της πολιτικής του αφελληνισμού που εφάρμοζαν οι Βρετανοί αποικιοκράτες.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από μητέρα Δωδεκανήσια και πατέρα Κύπριο, ο Γιαλλουρίδης μεγαλώνει στην κατεχόμενη σήμερα Μόρφου. Το 1938 πηγαίνει για σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, διακόπτει όμως το 1940 και υπηρετεί ως εθελοντής του ελληνικού στρατού στο ηρωικό έπος της Αλβανίας. Το 1944 παίρνει το πτυχίο της Φιλολογίας κι επιστρέφει στην Κύπρο. Αρχίζει τότε την προσφορά του στη Μέση Εκπαίδευση, σε μια εποχή που η ελλιπής στελέχωση και οι πενιχρές οικονομικές δυνατότητες των λίγων υπαρχόντων σχολείων παρόπλιζαν την άμυνα κατά της πολιτικής του αφελληνισμού που εφάρμοζαν οι Βρετανοί αποικιοκράτες.
Σταθμός στην ιστορία του νησιού, το δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950. Αποτελεί, όπως λέει ο Γιαλλουρίδης, «ένα συμβόλαιο τιμής με την Ελλαδίτισσα Μάνα μας. Γιατί, Κύπριος πατριώτης δεν μπορούσε να θεωρηθεί κανείς αν δεν πίστευε στον Θεό, την Ελλάδα και την Ένωση. Δεξιοί κι αριστεροί τότε», συνεχίζει, «όλοι συμφωνούσαν με αυτόν τον στόχο.» Η έναρξη του αγώνα τον βρίσκει γυμνασιάρχη στα ορεινά χωριά του Τροόδους, στη Σολιά και μετά στον Πεδουλά. Από τους πρώτους δίνει τον Όρκο και μυείται στην ΕΟΚΑ, με το ψευδώνυμο «Κικέρων». Συνεργάζεται μυστικά τα βράδια με τον μετέπειτα ήρωα Μάρκο Δράκο, ο οποίος, παραμονές Χριστουγέννων του 1955, εξηγεί στην έκπληκτη σύζυγο του γυμνασιάρχη ότι «στην οργάνωση δεν γνωρίζει κανείς ούτε σύζυγο ούτε παιδιά. Υπάρχει πλήρης συνωμοτισμός, γιατί πάνω απ’ όλα υπηρετείται ο σκοπός.» Το ίδιο βράδυ η Κυριακή Γιαλλουρίδου ορκίζεται κι αυτή στον αγώνα.
Η προσφορά του Γιαλλουρίδη είναι πολυσχιδής. Μεταφέρει όπλα, έγγραφα, οργανώνει τις κινήσεις των αγωνιστών. Κυρίως όμως το καθήκον του είναι πλάι στους μαθητές του. Μέλημά του, η εμψύχωση κι ο εθνικός τους φρονηματισμός. Αφηγείται ο Γιαλλουρίδης πως, όταν οι Άγγλοι απαγόρευσαν την ανάρτηση ελληνικών σημαιών σε όλα τα σχολεία, στο Γυμνάσιο Πεδουλά την 28η Οκτωβρίου οι μαθητές του βρήκαν άλλο τρόπο να τιμήσουν το ένδοξο ΟΧΙ. Δεν ύψωσαν σημαία στο σχολείο, αλλά, αψηφώντας τις διαταγές, έτρεξαν και ανάρτησαν πολλές μικρές γαλανόλευκες στα πεύκα του αντικρινού βουνού. Μετά γύρισαν στις τάξεις και συνέχισαν τα μαθήματα, όταν ξαφνικά είδαν από τα παράθυρα τους κατακτητές, που έτρεχαν να μαζέψουν τις σημαίες. ‘Oλα τα παιδιά τότε όρμησαν έξω πετροβολώντας και φωνάζοντας στον γυμνασιάρχη τους ότι πάνε να εφαρμόσουν αυτά που τους δίδαξε για τη γαλανόλευκη, δηλαδή, να μην την εγκαταλείπουν όταν την ποδοπατούν οι εχθροί! Ο Γιαλλουρίδης τους ενεθάρρυνε και περήφανα ζήτησε από τους Άγγλους να μη θίγουν το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων μαθητών. Οι Άγγλοι δέχτηκαν να επιστρέψουν τις σημαίες, εκτός από αυτές που έγραφαν πάνω ΕΟΚΑ, και οι μαθητές, ικανοποιημένοι και τραγουδώντας εθνικά εμβατήρια, γύρισαν στις τάξεις τους.
Καθώς όμως ο ξεσηκωμός προχωρεί, τα πράγματα για όλους δυσκολεύουν. Ο Γιαλλουρίδης απολύεται από τη θέση του, συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι είναι υπέρ της Ένωσης και φυλακίζεται. Τα βασανιστήρια στα μπουντρούμια των Πλατρών και του Πολεμίου είναι πολλά και αποσκοπούν στη φυσική και ψυχική εξόντωση των κρατουμένων, ανάμεσα στους οποίους είναι και 40 μαθητές. Ο Γιαλλουρίδης αποδεικνύεται κι εκεί γενναίος και ακοίμητος εκπαιδευτικός. Με τη συνεργασία κι άλλων καθηγητών συγκρατουμένων του οργανώνουν στη φυλακή σχολείο γυμνασιακού κύκλου για τα 40 παιδιά. Καταρτίζουν ωρολόγιο πρόγραμμα με έξι περιόδους διδασκαλίας ημερησίως, κύκλους Αγίας Γραφής, ποδόσφαιρο κι εσπερινό. Παράλληλα, ο Γιαλλουρίδης, με αίτημά του στην Ελληνική κυβέρνηση, πετυχαίνει την αναγνώριση του γυμνασίου αυτού ως ισότιμου των σχολείων Μέσης Παιδείας της Ελλάδας. Το σχολείο λειτουργεί κανονικά, το χαμόγελο της ελπίδας φωτίζει καθημερινά το πρόσωπο διδασκόντων και διδασκομένων, και οι Άγγλοι κατακτητές δυσανασχετούν βλέποντας τα σχέδια για εξόντωση των κρατουμένων να καταρρέουν.
Την Παιδεία συνεχίζει να υπηρετεί ο Γιαλλουρίδης και τα ταραγμένα πρώτα χρόνια της κυπριακής ανεξαρτησίας, στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και στο Γυμνάσιο Μόρφου. Μετά το 1974 και την προσφυγιά διορίζεται στη Λεμύθου και στη Λάρνακα. Κι όταν αφυπηρετεί από τη δημόσια εκπαίδευση, συνεχίζει να προσφέρει, διδάσκοντας σε ιδιωτικά κολλέγια νεαρούς δημοσιογράφους.
«Κατά τη διάρκεια των 56 χρόνων της εκπαιδευτικής μου ζωής,» γράφει, «άκουα τη φωνή της συνείδησης να λέει: Σήκω απάνω, Δάσκαλε, γεννήθηκες περισσότερο για να δίνεις και λιγότερο για να παίρνεις! Προσπάθησα να υπηρετήσω πρώτα την Παιδεία και μετά την εκπαίδευση. Η ίδια η λέξη Παιδεία υπήρξε για μένα λάβαρο ηρωικό. Την έννοιά της δεν την καλύπτουν μαζί οι ευρωπαϊκές λέξεις civilization, culture, tradition, literature, education. Εγώ, ακολουθώντας τους δασκάλους του γένους, ήμουν εραστής κι εργάτης της. Αν το πέτυχα, επαφίεται στους μαθητές μου να το κρίνουν.»
Αυτή η ευαισθησία του για την Παιδεία είναι αλληλένδετη με την αγωνία του για την πορεία του Ελληνισμού και ειδικά του κυπριακού, που κουβαλά το κληροδοτημένο φορτίο να παραμείνει στη γη του, θεματοφύλακας της ιστορίας και του πολιτισμού του. «Οφείλω να ομολογήσω,» παραδέχεται, «την απαισιοδοξία μου για τα εκπαιδευτικά πράγματα. Πρέπει να απαλλαγούμε από τη μάστιγα της μηχανοκρατίας και του ευδαιμονισμού και να επανέλθουμε στα ιδανικά μας. Από την εποχή του Ομήρου, και με τη συμπόρευση της ορθοδοξίας αργότερα, παρά τους κατά καιρούς αιώνες δουλείας, κατορθώσαμε να διατηρήσουμε την ελληνική μας γλώσσα, να σφυρηλατήσουμε την εθνική μας αυτοσυνειδησία. Αυτά πρέπει να υπερασπίσουμε και τώρα.»
Σήμερα, ως άξιος Ακρίτας της ανατολικότερης εσχατιάς του Έθνους, αλλά και της Ευρώπης, ο κυπριακός ελληνισμός καλείται πάλι επιτακτικά να θέσει τέλος στο οδυνηρό παρόν της πατρίδας του. Το παράδειγμα του Κωνσταντίνου Γιαλλουρίδη ας αποτελεί έμπνευση για τη διασφάλιση, με τον καλύτερο τρόπο, της ζωής και της ιστορικής του συνέχειας σε τούτο τον τόπο.
ΠΗΓΗ: ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου