Της Σοφίας Κωνσταντινιάδου, Εκπαιδευτικού
Καλοκαίρι! Κι ο καρπός μέστωσε στα στάχυα. Και τα σπαρμένα,
χρυσαφένια θάλασσα π’ αργοσαλεύει στα χωράφια και στους κάμπους. Οι κορυδαλλοί με το λοφίο στο
μικρό τους κεφαλάκι και το χαρούμενο τραγούδι τους, λαφροπετώντας
περνοδιαβαίνουν ανάμεσα στα στάχυα, τσιμπολογούν που και που κανένα σπόρο,
χαίρονται τον ήλιο και ζωντανεύουν το τοπίο με τη χαριτωμένη παρουσία τους.
Σπάνια να δεις πια θεριστάδες με τα ψάθινα καπέλα τους, το μαντήλι στο λαιμό
και τα δρεπάνια στα χέρια να θερίζουν σκυφτοί μες στο λιοπύρι τα μεστωμένα
στάχυα. Κι αφού χάθηκαν οι θεριστάδες, δεν
έχουμε πια ούτε χερόβολα, ούτε δεμάτια, μα και ούτε θημωνιές χρυσές. Και
τ’ αλώνια, όσα απόμειναν, βουβά κι αυτά χωρίς τον αλωνάρη, που μες στο
καταμεσήμερο αλώνιζε με τα ζώα του τα στάχυα. Δροσερό φυσά το βοριαδάκι τα
χαράματα, μα σώριασμα πια δεν θα ξαναγίνει.
Κι άδικα τα μυρμήγκια, στρατιές αμέτρητες θα βγουν από τις μυρμηγκοφωλιές
τους, γύρω στ’ αλώνια, για να κουβαλήσουν και ν’ αποθηκεύσουν τη σοδειά τους. Μια
μηχανή βαριά κι ασήκωτη, σαν όλες τις μηχανές, θα θερίσει, θ’ αλωνίσει, θα
μπολιάσει τ’ άχερα και θα φέρει τον καρπό στα λιγοστά σπίτια π’ ακόμα σπέρνουν
στη γη. Και το έτοιμο, αγοραστό ψωμί του φούρνου, ακόμα και το χωριάτικο, δεν έχει
πια τη γλύκα του κόπου και του μόχθου που ξέραμε. Η ευκολία και η άνεση μας στέρησαν
τη χαρά της δημιουργίας, την ομορφιά της ζωής, τη σχέση μας με τη φύση και το
Δημιουργό. Κι η ζωή μας γέμισε άγχος και καταχνιά. Αχ! και να μπορούσαμε να
ξαναγυρίσουμε, έστω και για λίγο, στη φυσική ζωή!
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τον
Ιούλιο του 2001
Επιμέλεια: Κώστας Ζουρδός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου