Τι είναι ο Μάνος Χατζιδάκις; Συνθέτης, ποιητής, φιλόσοφος ή απλά ένα σύμβολο που τον συμπεριέλαβε μια ελιτίστικη πολιτιστική εξουσία στους καταλόγους της; Ποιους αφορά, πια, μια τέτοια μορφή, είκοσι χρόνια από τον θάνατό του;
Ο Χατζιδάκις είχε την ατυχία να ζήσει την τελευταία του ωριμότητα σε μια δεκαετία θεμελίωσης ενός ιδιόμορφου και αποκρουστικού λαϊκισμού. Η αριστερή κουλτούρα, ενδίδοντας στην εκμετάλλευσή της από την παπανδρεϊκή «νομενκλατούρα», τον απέρριψε ως αταίριαστη μορφή με το «επαναστατικό» λαϊκό στοιχείο που εφορμούσε βουλιμικά προς την εξουσία. Εντελώς ρατσιστικά, αποθέωσε τον Θεοδωράκη και καταδέχτηκε να θεωρήσει τον Χατζιδάκι ως μια «περιττή πολυτέλεια» για τις μεγάλες «ταξικές» της «διεκδικήσεις». Δυστυχώς, ούτε διαχρονικά σύμβολα της Αριστεράς, άνθρωποι της δικής του «φάρας» (η Μελίνα, για παράδειγμα) δεν μπόρεσαν να τον υπερασπιστούν αποτελεσματικά.
Στην πραγματικότητα, αυτή η διάκριση, αυτή η διατεταγμένη απόρριψη του Χατζιδάκι συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα που διέπραξε ο μεταπολιτευτικός λαϊκισμός. Δεν μπορείς με τόσο θράσος, να εξοβελίζεις από την αστική συνείδηση του νεοέλληνα τον λυρισμό του Χατζιδάκι και να κρατάς μόνο το «μέταλλο» του Θεοδωράκη. Δεν μπορείς να χλευάζεις τον ίαμβο και τη μελωδία και να κρατάς μόνο την επική ανάταση γιατί βολεύει καλύτερα την ψευδαίσθηση προς την «επανάσταση». Μόνο οι τριτοκοσμικές χώρες συμπεριφέρονται έτσι στους πνευματικούς τους ανθρώπους.
Ο Χατζιδάκις λείπει από τα σχολεία ή, για την ακρίβεια, δεν μπήκε ποτέ. Οι μαθητές του και οι άνθρωποι που επηρεάστηκαν από το έργο του δεν ξέρω αν είναι αρκετοί για να τον κρατήσουν αθάνατο. Το ζήτημα όμως, είναι ότι μαζί με πολλούς άλλους, έχει απορριφθεί από τη συνείδηση του νεοέλληνα, μέσα στον ορυμαγδό του μεσσιανισμού, του πολιτιστικού εξευτελισμού και της φασίζουσας ιδιοτροπίας του λαϊκισμού. Κι αυτό γιατί αυτός ο ολοκληρωτισμός της μετριότητας έχει την τάση να δολοφονεί οποιονδήποτε αντιστέκεται και επαναστατεί. Δεν ανέχτηκε ποτέ ούτε η κομματοκρατία ούτε η σοβαροφανής διανόηση την «αμετροέπεια» του Χατζιδάκι που δεν έχανε ευκαιρία να σκέφτεται «μεγαλοφώνως». Αντίθετα, απολάμβανε τις «γλαφυρές» και «επικές» αφηγήσεις του Θεοδωράκη που πάντα είχε μια καλή κουβέντα για όλους.
Η αστική μας συνείδηση είχε απόλυτη ανάγκη και τους δύο. Γιατί δεν υπάρχει βάση πολιτισμού χωρίς το ερωτικό σπέρμα του «διονυσιασμού». Μόνο που είχαμε μεγάλη ανάγκη από εκείνον τον δημιουργικό πεσιμισμό του Χατζιδάκι, από τη γόνιμη μελαγχολία του που θα έβαζε όρια στον «ξεσηκωμό» του Θεοδωράκη και θα συγκρατούσε το ανεξέλεγκτο θυμικό μας. Χρειαζόμασταν ίσως περισσότερο ένα λελογισμένο δάκρυ στα μάτια και λιγότερες κραυγές στο πρόσωπο.
Άλλοι λαοί έδειξαν σεβασμό στους προφήτες τους. Εμείς όχι. Άλλες κοινωνίες κατάλαβαν γρήγορα ότι δεν έχουν την πολυτέλεια να τους μαχαιρώνουν πισώπλατα και να χορεύουν πάνω από το πτώμα τους. Εμείς όμως όχι.
«Θυμάστε τι έγινε στην "Ερωφίλη", από την προηγούμενη φορά. Ο κόσμος της είχε για βασικές αξίες, το ήθος, την αλήθεια και την ομορφιά. Κι έτσι, όταν παρουσιαζότανε η μορφή ενός τέρατος, αναστάτωνε το κοινό αίσθημα εκ βαθέων, και προκαλούσε απρόσμενη, άμεση και καθοριστική αντίδραση. Μόλις ο Βασιλιάς έβγαλε τον μανδύα του μεγαλείου του και το προσωπείο του αγαθού αρχηγού πατέρα, κι εφάνη στο πρόσωπό του η μορφή του τέρατος, με τον διαμελισμό του Πανάρετου, ο Χορός, από γυναίκες, ορμά πάνω του, τον ποδοπατά, τον θανατώνει και τον εξαφανίζει.»*
Δυστυχώς για μας, οι «δολοφόνοι» του Χατζιδάκι αυτές τις «γυναίκες» από το «Χορό» φοβήθηκαν και πάντα τις φοβούνται. Έτσι κυβερνούν ακόμα αυτόν τον τόπο και συνεχίζουν να κραυγάζουν χυδαία, ατιμώρητοι και περισσότερο αλαζόνες από ποτέ.
*Τα σχόλια του Τρίτου, Μάνος Χατζιδάκις, Εξάντας 2007
ΠΗΓΗ: protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου