Θυμάμαι την πρώτη φορά που τον είδα. Ήμουν στις κερκίδες του ΟΑΚΑ κι εκείνος εντός του αγωνιστικού χώρου, ντυμένος στα λευκά. Ήταν 1985 αποκαλόκαιρο και το «ματς» ήταν η συναυλία-αφιέρωμα στον Μάνο Λοΐζο. Όταν βγήκε στη σκηνή -και αυτό αποτελεί ανεξίτηλη ανάμνηση για μένα- μια γενικευμένη αναταραχή απλώθηκε στις κερκίδες. Η υποδοχή του ήταν η θερμότερη της βραδιάς και αυτό, βασισμένο στο αλάνθαστο παιδικό ένστικτο πρόσληψης, είναι αναμφισβήτητο. Εκείνο το «γεια χαρά» του, πριν το «Κι αν είμαι ροκ» (μουσική: Μάνος Λοΐζος, στίχοι: Δώρα Σιτζάνη), θα το θυμάμαι πάντοτε. Παιχταράς. Σε γήπεδο βρισκόμασταν άλλωστε. Και σε πόσα ακόμη γήπεδα δεν «βρεθήκαμε» έκτοτε με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που τώρα κάθεται απέναντί μου, πρόθυμος να απαντήσει στις ερωτήσεις μου. Αφορμή για την κουβέντα, οι νέες του εμφανίσεις στα γήπεδα (όπου η Ελλάδα αναστενάζει -κατά Σαββόπουλο) και στα θέατρα της χώρας για ένα καλοκαίρι ακόμα, αρχής γενομένης από τις 2 Ιουλίου στο Κατράκειο της Νίκαιας. Πάντα εδώ, όπως τιτλοφορείται ολόκληρη η περιοδεία.
Θα ήθελα να σε ρωτήσω κάτι που σκέφτηκα κατά τη διάρκεια της τηλεοπτικής συνέντευξης που παραχώρησες ακριβώς πριν από την κουβέντα μας: Όταν οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων είναι «παιδικές» ή επαναλαμβανόμενες πως αντιδράς; Ενοχλείσαι; Είναι οι απαντήσεις αυτές ένας μικρός συμβιβασμός τελικά;
Κοίταξε να δεις, δεν μπορείς να μην την απαντήσεις. Όποια και να είναι η ερώτηση έχεις θέση απέναντι σε αυτό. Και οφείλεις να την πεις. Μπορεί, επίσης, να μην την καταλάβει αυτός που ρώτησε, αλλά εγώ τουλάχιστον αισθάνομαι ότι έχω απαντήσει.
Δημιουργεί όμως αυτό μια κατάσταση σαν αυτή που περιγράφεται στην παροιμία: μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά; Μήπως, δηλαδή, κουράζεσαι από αυτό και αποφεύγεις τις συνεντεύξεις έπειτα; Συνεντεύξεις που θα μπορούσαν, ίσως, να έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Δεν είμαι λάτρεις των συνεντεύξεων, ούτως ή άλλως. Το αντίθετο μάλιστα. Αισθάνομαι ότι ανακρίνομαι, αισθάνομαι… τέτοια πράγματα. Από την άλλη μεριά, όμως, είναι ένας τρόπος για να απευθύνεσαι πού και πού στον κόσμο και αυτό το κάνω όταν έχω να παρουσιάσω κάτι, όταν έχω να παρουσιάσω μια δραστηριότητα. Κι επειδή η φετινή περιοδεία είναι μια από τις πιο αγαπημένες μου δραστηριότητες, ήθελα να μαθευτεί. Κατά καιρούς, και βέβαια δίνουμε συνεντεύξεις για διάφορα γεγονότα και πράγματα. Δεν είμαι όμως για αυτό το πράγμα βρε παιδί μου. Δεν θέλω να πηγαίνω σε κανάλια, σε τηλεοράσεις, σε πάνελ και παράθυρα. Αυτά έχουν καταντήσει να είναι η κουτσομπολίστικη πλευρά της πολιτικής.
Ποιο ήταν το πρώτο καλοκαίρι που έκανες περιοδεία; Και, έχει υπάρξει για σένα καλοκαίρι χωρίς συναυλίες;
Όχι. Μια φορά, πριν από 30 χρόνια, είχα προγραμματίσει να κάνω ένα μήνα διακοπές. Άντεξα πέντε μέρες κι έφυγα.
Συναυλίες ή μαγαζιά;
Και τα δύο. Βέβαια, οι συναυλίες έχουν έναν πιο εορταστικό χαρακτήρα. Και οι συναυλίες σε βοηθούν να φτάσεις στον κόσμο ευκολότερα, παρόλο που οι αποστάσεις είναι μεγαλύτερες. Βλέπεις ότι υπάρχει συμμετοχή μαζικότατη, δημιουργείται μια ατμόσφαιρα που σου δίνει κουράγιο και μπορεί να σε κάνει να χαμογελάσεις από ευχαρίστηση. Ο χειμώνας, από την άλλη, είναι πιο δύσκολος γιατί ο κόσμος είναι πολύ κοντά σου και δεν έρχεται με την προσμονή της γιορτής, ότι θα βγει ο Βασίλης και θα τα κάνει λίμπα. Στέκεται πιο κριτικά απέναντί σου. Αυτό σε ιντριγκάρει, προκειμένου να είσαι ακόμα καλύτερος, προκειμένου να δικαιώσεις με πολύ άμεσο τρόπο αυτό που πιστεύουν για σένα. Αυτό εμένα μου αρέσει πιο πολύ. Δεν θέλω να τους εντυπωσιάσω, θέλω να μην τους απογοητεύσω.
Συζητώντας με αρκετούς φίλους και ανθρώπους του τραγουδιού, αλλά και με ανθρώπους που έχουν συνεργαστεί μαζί σου, όπως ο Πάνος Μουζουράκης, ακούω συχνά να σε χαρακτηρίζουν «φαινόμενο της φύσης», λόγω των αστείρευτων φωνητικών σου δυνάμεων. Μοιραία, θέλω να σε ρωτήσω αν έχεις κάνει οποιοδήποτε είδος μαθημάτων φωνητικής;
Μια φορά είχα πάει σε μία δασκάλα. Ήμουν 22 χρονών τότε. Με έδιωξε. Μου είπε πως δεν χρειαζόμουν μαθήματα. Αυτό όλο είναι, μάλλον, από το πολύ τραγούδισμα. Από τα παιδικά μου χρόνια, όταν τραγουδούσαμε κάθε Κυριακή στο χωριό από τη χαρά μας που είχαμε να φάμε. Δεν είχαμε άλλο τρόπο διασκέδασης, παρά μόνο να τραγουδήσουμε. Εν τω μεταξύ, τραγουδούσε και η φύση: τα πουλιά, τα ποτάμια, η βροχή, ο αέρας.
Όλα αυτά κουβαλάνε ήχους, ναι.
Ακριβώς. Και ενσωματώθηκα σε αυτούς τους ήχους. Για αυτό υπάρχει αυτή η σχέση αλήθειας.
Θέλω να σε ρωτήσω κάτι σαν δημιουργό τώρα, γιατί τα τελευταία χρόνια λειτουργείς περισσότερο από ό,τι παλαιότερα σαν τέτοιος…
Δεν είναι δυνατόν να γράφεις εσύ όταν έχεις να τραγουδήσεις Λοΐζο, Θεοδωράκη, Μικρούτσικο κ.λπ. Για αυτό, ίσως, δεν έγραφα τόσο πολύ παλαιότερα.
Πρόσφατα, σε μια συνέντευξή του ο Διονύσης Σαββόπουλος, απαντώντας στην ερώτηση γιατί δεν έχει γράψει εδώ και χρόνια καινούργια τραγούδια, είπε ότι μπορεί και να μην έχει κάτι άλλο να πει ή κάτι άλλο να γράψει. Ότι ίσως να ήταν ως εδώ η δημιουργική του πορεία.
Πολύ ανθρώπινο είναι αυτό.
Ήθελα να σε ρωτήσω, λοιπόν, αν -κατά τη γνώμη σου -καταλαγιάζει ο δημιουργικός οίστρος με το πέρασμα των χρόνων.
Εγώ φαίνεται ότι τα κρατούσα όλα μέσα μου, επειδή είχα να τραγουδήσω όλα τα άλλα, και τώρα μου βγαίνουν.
Ίσως να παίζει ρόλο και αυτό. Το πότε, δηλαδή, ξεκινάει να παράγει κανείς συστηματικά.
Η δημιουργία, ξέρεις, δεν κρατάει πολλά χρόνια. Σε όλους τους τομείς. Και στους ζωγράφους και στους ποιητές και στους μουσικούς. Κρατάει λίγο. Μου έλεγε ένας φίλος μου ότι κρατάει 15-20 χρόνια όλο αυτό. Μετά αναπαράγεις τον εαυτό σου.
Μου το έχει πει και ο Θάνος Μικρούτσικος αυτό σε μια συνέντευξη. Εκείνος το εντοπίζει στα 17 έτη.
Είδες που στο είπα κι εγώ; 15-20 χρόνια.
Μιας και αναφερθήκαμε στους ποιητές, ο Ράινε Μαρία Ρίλκε (Γράμματα σε ένα νέο ποιητή) έλεγε ότι το χειρότερο πράγμα που συνέβη ποτέ στην τέχνη είναι η κριτική. Συμμερίζεσαι αυτή την άποψη; Σου έχει τύχει να λάβεις θετικές κριτικές για κάτι που δεν θεωρούσες ότι το άξιζε και το αντίθετο;
Και τα δύο μου έχουν τύχει. Μάλιστα, θα σου πω δύο περιστατικά. Ένα για κάθε περίπτωση. Έχω πάρει διθυραμβικές κριτικές για τον Μουσικό Αύγουστο του Μίκη Θεοδωράκη στη Μεταπολίτευση στο Λυκαβηττό. Γράφτηκε τότε ότι: «όταν βγήκε ο Παπακωνσταντίνου με τη στεντόρεια φωνή του ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος με υψωμένες τις γροθιές και τραγούδησε μαζί του». Αυτό δεν έγινε ποτέ γιατί εγώ δεν είχα εμφανιστεί εκείνο το βράδυ (γέλια). Μια άλλη φορά, ένας δημοσιογράφος -που δεν θα σου πω το όνομά του, κρίμα είναι- στο Βήμα είχε γράψει κριτική για το «Αχ Μαρία» όπου εμφανιζόμουν με το Μπουλά και το Ζουγανέλη. Εκείνος είχε γράψει: «τα ποτά ήταν μπόμπα, τα φώτα μας στράβωναν και ο ήχος είχε συνεχώς σφυρίγματα». Επίσης, είχε αναβληθεί η πρεμιέρα και έγινε την επόμενη εβδομάδα (γέλια).
Νομίζω πήρα την απάντησή μου. Παλαιότερα, οι δημιουργοί σχηματίζανε ντουέτα και κάνανε έναν ολοκληρωμένο δίσκο με έναν ερμηνευτή ή και περισσότερους. Πλέον, αυτό έχει αντιστραφεί. Ο ερμηνευτής του δίσκου είναι ένας και οι δημιουργοί περισσότεροι. Πού οφείλεται αυτό κατά την άποψή σου;
Στο star system. Ο σταρ είναι αυτός που βγαίνει μπροστά, που εκτίθεται. Αυτό είναι πάρα πολύ κακό. Εγώ πάντοτε προβάλλω τα τραγούδια και λέω τα ονόματα των στιχουργών και των συνθετών τους. Χωρίς αυτούς δεν θα γινόταν τίποτα. Και να σου πω και κάτι; Δεν έχουν μεγάλη ανάγκη τους τραγουδιστές οι συνθέτες. Οι καλοί συνθέτες τραγουδούν με την κακή τους τη φωνή και ακούγονται υπέροχα. Εμένα, ως τραγουδιστές, οι συνθέτες μου αρέσουν πιο πολύ.
ΠΗΓΗ: protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου