Ήξερα την κυρία Μάνια καλά, από μικρός. Ήταν η καλύτερη φίλη της γιαγιάς μου. Παρά τον φαινομενικά ασύμβατο χαρακτήρα τους -η γιαγιά μου θεοσεβούμενη, comme il faut, η Μάνια σπάνια περίπτωση ανθρώπου που γίνεται πιο φιλελεύθερος και αντισυμβατικός όσο μεγαλώνει- ήταν αχώριστες για δεκαετίες, σε χαρές και λύπες, διακοπές και πένθη, και έμειναν μαζί ως το τέλος: η ιστορική εκδότρια της «Εστίας» απεβίωσε λίγα λεπτά μετά την τελευταία επίσκεψη της φίλης της στο «Ιπποκράτειο». Ήταν 86 ετών.
Είχα όμως και προσωπική σχέση με την κυρία Μάνια, στενή, πέρα από το γεγονός ότι μας αγαπούσε και τους τρεις -εμένα και τις δύο αδελφές μου- σα δικά της εγγόνια. Στο ευρύτερο οικογενειακό μου περιβάλλον, όπου η κύρια δραστηριότητα ήταν οι επιχειρήσεις, η ούτως ή άλλως δεσπόζουσα φιγούρα της ξεχώριζε ακόμα περισσότερο. Όταν άρχισα να δείχνω μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα βιβλία και το γράψιμο, αυτόματα η επαφή μας βάθυνε, το πεδίο της επικοινωνίας διευρύνθηκε. Από κάθε συνάντησή μας στο θρυλικό γραφειάκι της στη Σόλωνος, έφευγα πάντα -ανεξάρτητα της ώρας της επίσκεψης- έχοντας ενδώσει σε τουλάχιστον ένα ποτηράκι τσίπουρο και με τις τελευταίες εκδόσεις της «Εστίας» στην τσάντα μου.
Είναι πολλά, πάρα πολλά, που θα μπορούσα να γράψω για την κυρία Μάνια – για την απεριόριστη αγάπη της για τα σκυλιά, την ανεξάντλητη διανοητική περιέργεια, την αγωνία της για την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, την οποία, όταν ο καρκίνος άσπλαχνα της αφαίρεσε τη δυνατότητα ομιλίας, την εξέφραζε με γραπτά σημειώματα, περιστοιχισμένη από στοίβες βιβλία στο δωμάτιό της.
Προτιμώ να επιστρέψω σε ένα ηλιόλουστο καλοκαιρινό πρωινό πριν λίγα χρόνια, στη Λήμνο, το νησί της καταγωγής μου. Η γυναίκα μου κι εγώ έχουμε μόλις φτάσει στο οικογενειακό εξοχικό, έχοντας πετάξει ξημερώματα. Το σπίτι είναι ήσυχο, αλλά στην αυλή, κάτω από την ακακία κάθονται σε ένα τραπεζάκι η κυρία Μάνια με τη γιαγιά μου, συζητώντας και -σίγουρα- διαφωνώντας περί ανέμων και υδάτων. Παρότι άυπνοι, καθόμαστε μαζί τους και μπαίνουμε στην κουβέντα. Ένα ελαφρό αεράκι κάνει τη σκιά του δέντρου ακόμα πιο ευχάριστη. Οι μόνοι ήχοι, πέρα από τους δικούς μας, είναι των πουλιών που τιτιβίζουν.
Για να θυμηθούμε την τελευταία λέξη του αριστουργηματικού «Underworld» (ελληνική έκδοση από την «Εστία»): Γαλήνη.
ΠΗΓΗ: protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου