Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

«Ξύπνα Παπά – Ξύπνα Λαέ»

 
Το ιστολόγιο μας, ξεκινάει ένα αφιέρωμα τιμής στους κληρικούς που ποτέ δεν εμφανίστηκαν με την αλαζονεία της αρετής αλλά απόμειναν μέσα στην ταπείνωση της αμαρτολότητας που όλοι μας σέρνουμε πίσω μας. Και στάθηκαν δίπλα στο Λαό του Θεού και σε κάθε πονεμένο άνθρωπο. Το αφιέρωμα μας αρχίζει με τον Π.Γεώργιο Πυρουνάκη. 


Ο Παπα-Γιώργης Πυρουνάκης για τον απλό λαό υπήρξε μια μορφή της νεότερης Ελλάδας, που ισορροπούσε ανάμεσα στην ορθόδοξη παράδοση και την κοινωνική ευθύνη. Παράλληλα ο ίδιος ανέπτυξε πολυσχιδές φιλανθρωπικό έργο. Σήμερα είκοσι τέσσερα χρόνια από το θάνατο του,μακριά από την εποχή του, ωστόσο μέσω του έργου του εξακολουθεί να είναι μαζί μας ακόμη  και να μας εμπνέει.


Ο πατήρ Γεώργιος Πυρουνάκης υπήρξε θεολόγος και στη συνέχεια κληρικός, πρωτοπρεσβύτερος.
Ο σταυρός που φορούσε στο στήθος του είχε δυο λέξεις σκαλισμένες πάνω, τη λέξη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και τη λέξη ΑΓΑΠΗ.
Στη συνείδηση πολλών υπήρξε ένας σύγχρονος Παπαφλέσσας τηρουμένων των αναλογιών της σύγχρονης εποχής. Ο ιερός κλήρος, όπως ο ίδιος πίστευε και κήρυττε, πρέπει να αποτελείται από διακόνους του λαού και όχι του Θεού.
Γεννήθηκε στη Μήλο το 1910 από γονείς Σφακιανούς. Οι γονείς του διώχθηκαν από την Κρήτη ύστερα από ένα αποτυχημένο πραξικόπημα που έγινε εναντίον των Τούρκων και κατέφυγαν στη Μήλο. Από τη Μήλο θα μετακινηθούν πολύ γρήγορα στον Πειραιά, όπου ο Γεώργιος Πυρουνάκης θα τελειώσει το Δημοτικό Σχολείο. Υπήρξε συμμαθητής με σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Καββαδίας.
«Ζω τη ζωή κι όπως τη ζω αυτή μου αποκαλύπτεται», έτσι έλεγε.



Το 1928 εισήχθη στη Θεολογική Σχολή και ξεκίνησε να κηρύττει ακόμη από τα φοιτητικά του χρόνια. Δεν ήταν πάντοτε παπάς, έγινε παπάς σε αρκετά ώριμη ηλικία γύρω στα 40. Το τελευταίο του κήρυγμα στο Δαφνί, τον Απρίλιο του 1988, υπήρξε σημείο αναφοράς για την ορθόδοξη εκκλησία. Θεωρούσε πως αμαρτία δεν είναι μόνο το κακό που γίνεται αλλά και το καλό που δεν γίνεται.
Ξύπνα παπά, ξύπνα λαέ φώναζε στα κηρύγματά του, μέχρι το τέλος.
Η δράση του ως λαϊκός ξεκινά από τον Πειραιά το 1932. Τον Οκτώβριο του 1932 δημιουργεί μαζί με άλλους έξι νέους ένα πρωτοποριακό κίνημα για τη νεολαία, μια οργάνωση, που την ονομάζει Φιλική Εταιρεία Νέων.
Συγκεκριμένα, μέχρι το 1939, η Εταιρία είχε ιδρύσει τέσσερα νυχτερινά σχολεία για τους εργαζόμενους νέους άνδρες και γυναίκες, δύο επαγγελματικές σχολές και «Λαϊκό Πανεπιστήμιο». Ιδρύει το 1ο νυχτερινό Γυμνάσιο στον Πειραιά, το οποίο στεγάζεται μετά από πολλές δυσκολίες στη Ράλλειο Σχολή. Την ίδια εποχή ιδρύει τις πρώτες κατασκηνώσεις εργαζομένων παιδιών στο Πέραμα. Για να αναδείξει το ρόλο και τη σημασία της εργατικής τάξης και να ανυψώσει ψυχικά τους ανθρώπους που την αποτελούν ξεκινά την Γιορτή του Εργάτη Χριστού. Το 1938, στη γιορτή του Εργάτη Χριστού στον Πειραιά, θα παραβρεθούν πάνω από πέντε χιλιάδες εργαζόμενα παιδιά.
Μερικά μόνο από τα έργα του (εκτός από τα προαναφερθέντα) είναι οι νυχτερινές Δημοτικές Σχολές στη Δραπετσώνα, την Αγία Σοφία, τον Άγιο Νικόλαο και τα Ταμπούρια, ο Σύνδεσμος Νέων Πειραιώς, οι Φιλικές Εστίες, τα Σπίτια Στοργής, τα Φιλικά Αναρρωτήρια, η ίδρυση γραφείου για τη μελέτη και την καταγραφή των προβλημάτων των εργαζόμενων νέων, το Οικοτροφείο Σιβιτανιδείου.
Το 1939, το καθεστώς του δικτάτορα Μεταξά, βλέποντας την ενέργεια και τη δημιουργικότητα με την οποία διακατέχεται ο Γεώργιος Πυρουνάκης του προτείνει να αναλάβει ρόλο στη νεολαία του κόμματος.
Ο Γεώργιος Πυρουνάκης αρνείται και την ίδια χρονιά, το Νοέμβριο του 1939, το καθεστώς διαλύει την οργάνωση του. Μετά από 3 μήνες, η Ακαδημία Αθηνών τον βραβεύει για την προσφορά του στους νέους.
Την περίοδο της Κατοχής οργανώνει συσσίτια για τα παιδιά και τους απόρους, οργανώνει αναρρωτήρια για παιδιά με προχωρημένες παθήσεις και συνάμα φτιάχνει κατασκηνώσεις. Η Φιλική Εταιρεία Νέων κατά τους χαλεπούς καιρούς της Κατοχής γλίτωσε 5.000 παιδιά και ισάριθμους, περίπου, ενήλικους. Μετά την Κατοχή τον παύουν από Πρόεδρο της Φιλικής Εταιρείας Νέων. Αυτός αποφασίζει να στραφεί στην εκκλησία και γίνεται παπάς στα 39 του χρόνια. Πιστεύει στην επανάσταση που κάνει ο ίδιος ο Χριστός μέσα από το λόγο και το έργο του. Κηρύττει τη φιλαλληλία, τη συνεχή φιλανθρωπία και όχι την περιστασιακή.
Το 1949 ξεκινά τα βήματα του ως ιερέας στην Ελευσίνα μια περιοχή με πολλά και σύνθετα προβλήματα. Το 1952 οργανώνει τις πρώτες κατασκηνώσεις για όλα τα παιδιά και μαζί ξεκινούν και τα πρώτα ενοριακά συσσίτια στην Ελευσίνα για όλους τους απόρους της πόλης. 55 χρόνια μετά, οι εγκαταστάσεις των κατασκηνώσεων στο Όρος Πατέρας φιλοξενούν παιδιά διαφόρων εθνικοτήτων, παιδιά που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα οικονομικά, οικογενειακά, επικοινωνιακά και κοινωνικά αφού προέρχονται από οικογένειες οικονομικών μεταναστών ή προσφύγων που ζουν κυρίως στην περιοχή της Ελευσίνας.
Ο πατέρας Γεώργιος Πυρουνάκης ασχολείται με τα πολιτιστικά και έρχεται κοντά με ηθοποιούς και άλλους καλλιτέχνες. Κάνει αισθητή την παρουσία του σε λαϊκές εκδηλώσεις, εμφανίζεται σε κινηματογράφους και θέατρα. Οργανώνει εκδηλώσεις και συνεργάζεται με καταξιωμένους καλλιτέχνες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης.
Το διάστημα της Χούντας ο Γεώργιος Πυρουνάκης παύεται από την ενορία της Ελευσίνας και τοποθετείται ως βοηθός ιερέα στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Απομακρύνεται με αυτό τον τρόπο από το ποίμνιό του, αφού για το καθεστώς της εποχής αποτελεί μεγάλο αγκάθι. Ανακρίνεται και διώκεται τα χρόνια εκείνα, αλλά δεν σταματά να κηρύττει το σωστό και να υπερασπίζεται έμπρακτα πολιτικούς κρατούμενους. Δηλώνει παρόν σε πολλές δίκες της εποχής υπερασπιζόμενος την αλήθεια και το δίκαιο.
Επανέρχεται στην Ελευσίνα το 1974 και τότε, ο πατέρας Γεώργιος Πυρουνάκης, ξεκινά τον αγώνα του για την κάθαρση μέσα στην Εκκλησία. Ο αγώνας αυτός θα διαρκέσει έξι ολόκληρα χρόνια, ώσπου το 1980 θα οδηγηθεί σε δίκη κατηγορούμενος από αρχιερείς της εποχής για τη δράση του. Μόνο για φόνο δεν τον κατηγορούν δηλώνει ο Γεώργιος Μαύρος μέσα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Αθωώνεται και συνεχίζει το έργο του.
Το 1987 είναι μέλος του Δ.Σ. του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΕΠ) υποστηρίζοντας τον «εκδημοκρατισμό» της Εκκλησίας. Την ίδια χρονιά, η Ιεραρχία της Εκκλησίας τον τιμωρεί με τον «μικρό αφορισμό». Παρά τις συνεχείς διώξεις, εξακολουθεί τον αγώνα του ασυμβίβαστος. Το σύνθημά του «Ξύπνα Παπά – Ξύπνα Λαέ» αγκαλιάζεται από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Εκδίδει περιοδικά, συμμετέχει σε όλους τους κοινωνικούς αντιστασιακούς και Εθνικούς αγώνες. Προβαίνει σε διαβήματα αγωνίας για τα πυρηνικά και τη μόλυνση του περιβάλλοντος.
Έρχεται σε επαφή με το ποίμνιό του για τελευταία φορά τον Απρίλιο του 1988 (Κυριακή των Βαΐων), στο Δαφνί, σε μια άκρως συγκινητική Θεία Λειτουργία. Έφυγε από τη ζωή στις 16 Μαΐου του 1988 αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο και έναν ουσιαστικό και επαναστατικό λόγο να ακολουθεί τις επόμενες γενιές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου